26 Φεβ 2005

Φιλιππίνες- Χανσιέντα Λουιζίτα. Πικρή ....ζάχαρη


Η φυτεία ζαχαροκάλαμου στην Χανσιέντα Λουιζίτα, θεωρείται ότι είναι η μεγαλύτερη σε όλη την Ασία. Βόρεια της Μανίλα, στο κέντρο περίπου του νησιού Λουζόν, στην επαρχία Ταρλάκ, η φυτεία εκτείνεται σε μια επιφάνεια 6.500 εκταρίων, πολύ κοντά στον μεγάλο αυτοκινητόδρομο Μακ-Αρθουρ που συνδέει τον βορρά με την πρωτεύουσα. Γύρω στους 5.500 αγρότες δουλεύουν στην συγκομιδή του ζαχαροκάλαμου και 700 εργάτες στους μύλους που το αλέθουν. Γύρω από την Χανσιέντα Λουιζίτα, ένδεκα "δορυφορικά" χωριά στεγάζουν σε ξύλινες -επί το πλείστον- καλύβες τις οικογένειες των εργαζόμενων. Υπολογίζεται σε 35.000, ο συνολικός πληθυσμός, που εξαρτάται από τις εργασίες της εταιρίας που έχει στην ιδιοκτησία της την έκταση της φυτείας. Κληρονομιά από τους Ισπανούς αποικιοκράτες η γη πέρασε στον έλεγχο μιας γνωστής οικογένειας γαιοκτημόνων, και αργότερα στην εταιρία που από πίσω της συνεχίζει να βρίσκεται η οικογένεια των Κοχουάνγκος. Η οικογένεια εκτός των άλλων ευτύχησε να δει και ένα μέλος της-την Κορασόν Ακίνο- να καταλαμβάνει τον προεδρικό θώκο των Φιλιππίνων.

Κλείνουν πενήντα χρόνια, από τότε που οι εργαζόμενοι και οι αγρότες πρωτοξεκίνησαν τους αγώνες διεκδικώντας να πάρουν στα χέρια τους την γη που δουλεύουν. Η Χανσιέντα Λουιζίτα, όπως και άλλες πλούσιες περιοχές, εξαιρέθηκαν από την αγροτική μεταρρύθμιση και τώρα έχει αναγγελθεί ένα σχέδιο μετατροπής ενός μέρους της για εμπορική, μεταλλευτική και τουριστική χρήση. Η εταιρία άρχισε να απολύει εργαζόμενους και ειδικά συνδικαλιστές που αντιδρούν στα σχέδια ξεκληρίσματος του αγροτικού πληθυσμού. Ταυτόχρονα οι όροι εργασίας συνεχώς χειροτερεύουν. Επισήμως ο ημερήσιος μισθός είναι 190 πέσος περίπου (3,4 δολάρια), αλλά πολλοί είναι αυτοί που περνούν στα χέρια τους μόνο 10 πέσος μιας και η εταιρία κρατά με το παραπάνω τα δάνεια που αναγκαστικά πρέπει να πάρουν για να επιβιώσουν.

Στις αρχές του περασμένου Νοέμβρη οι δυο μεγάλες συνδικαλιστικές ενώσεις της φυτείας κήρυξαν απεργία και οι εργαζόμενοι κατέλαβαν τις εγκαταστάσεις της εταιρίας και μπλοκάρισαν τις εισόδους στα εργοστάσια ζάχαρης. Υστερα από λίγες μέρες χίλιοι περίπου στρατιώτες και αστυνομικοί, με στρατιωτικά οχήματα και εκτοξευτήρες νερού, επιτέθηκαν στους απεργούς. Στις 16 του Νοέμβρη στην προσπάθειά τους να απελευθερώσουν τις εισόδους, άνοιξαν πυρ και κτύπησαν στο ψαχνό. Οκτώ επισήμως και δεκατέσσερις ανεπισήμως απεργοί σκοτώθηκαν επί τόπου, αρκετοί τραυματίστηκαν και πάνω από τριακόσιοι συνελήφθησαν . Η κυβέρνηση δικαιολόγησε την εγκληματική επίθεση υποστηρίζοντας ότι αυτή έγινε για λόγους εθνικής ασφάλειας!!! Γι’ αυτήν η απεργία υποκινήθηκε από τους παράνομους αντάρτες του Νέου Λαϊκού Στρατού.

Η σφαγή συγκλόνισε όλη την χώρα και δημιούργησε ένα μεγάλο κύμα αλληλεγγύης. Στις κηδείες των θυμάτων, όλοι νεαροί αγρότες και εργάτες από τα γύρω χωριά, χιλιάδες κόσμου παραβρέθηκε με αισθήματα αγανάκτησης. Οι έρευνες που διατάχθηκαν παραμένουν ανενεργές ουσιαστικά. Από τότε ως και σήμερα στην Χανσιέντα Λουιζίτα η αντίσταση συνεχίζεται αδιάκοπη και παρά το βαρύ κλίμα τρομοκρατίας από τον στρατό και τις ένοπλες ομάδες της εταιρίας.

Ολη η περιοχή στο κεντρικό Λουζόν διαφεντεύεται από οικογένειες μεγάλων γαιοκτημόνων που σε συνεργασία με την κρατική γραφειοκρατία και τον στρατό έχουν καταφέρει να εξαιρεθούν από την αγροτική μεταρρύθμιση. Δεν είναι τυχαίο που οι περισσότεροι Φιλιππινέζοι μετανάστες προέρχονται από αυτήν την περιοχή. Φτωχοί, άκληροι και σε συνθήκες απόγνωσης αναγκάζονται να φύγουν από την πατρίδα τους για να επιβιώσουν.

12 Φεβ 2005

ΠΕΡΟΥ/ΡΙΝΚΟΝΑΝΤΑ - Εξαθλίωση... στην ψηλότερη πόλη του κόσμου!


Ρινκονάντα στα ισπανικά θα πει γωνία. Στα νοτιοανατολικά του Περού, κοντά στα σύνορα με την Βολιβία, στην επαρχία του Πούνο, η Ρινκονάντα είναι σκαρφαλωμένη σε υψόμετρο 5400 μέτρων. Κατέχει μια παγκόσμια πρωτιά. Είναι ο ψηλότερος αστικός οικισμός στον κόσμο, και φιλοξενεί (τρόπος του λέγειν), γύρω στις 5000 οικογένειες. Πληθυσμός γύρω στους 20000 ανθρώπους σε μια ακτίνα δέκα εκταρίων, με αποκλειστική απασχόληση στα ορυχεία χρυσού, που έχουν ιστορία πάνω από 500 χρόνια. Οι σκληρές φυσικές συνθήκες δεν είναι η μοναδική αιτία της αθλιότητας που συναντά κανείς, φτάνοντας στην πόλη με τις παράγκες και τα χαμόσπιτα. Οι συνθήκες δουλειάς στις παγωμένες στοές των ορυχείων και η απόλυτη εκμετάλλευση μαζί με τις ανύπαρκτες υποδομές στην περιοχή συμπληρώνουν την εικόνα.

Στην πόλη δεν υπάρχει πόσιμο νερό, ούτε αποχετευτικό δίκτυο, υπάρχουν μόνο δυο νοσοκόμες, μια μαία και ένας γιατρός, η μόλυνση από τις τοξικές ουσίες καθαρισμού των πετρωμάτων είναι εκτεταμένη και οι ασθένειες ειδικά στους πνεύμονες και στο νευρικό σύστημα είναι διαδεδομένες από τις πολύ μικρές ηλικίες. Στα κρατικά ορυχεία που εκμεταλλεύονται ιδιώτες εργολάβοι, η προφορική σύμβαση για τον νεοπροσλαμβανόμενο, περιλαμβάνει έναν μήνα απλήρωτη δουλεία και ύστερα από αυτόν η πληρωμή είναι η ποσότητα χρυσού μιας μέρας κάθε μήνα. Το αποτέλεσμα είναι ένας μέσος μηνιαίος μισθός που κυμαίνεται γύρω στα πενήντα δολάρια και σπανίως μπορεί να φτάσει τα 100. Οταν η "ατυχία" είναι μεγάλη και την μέρα της πληρωμένης δουλειάς δεν βγάλει μερικούς κόκκους χρυσού, τότε ο εργάτης και η οικογένεια του πρέπει να δανειστούν για να περάσουν τον μήνα.

Η δουλειά στις στοές ξεκινά στις 6 τα χαράματα, αφού πρώτα οι εργάτες πάρουν την καθημερινή ποσότητα κόκας από τους επιστάτες. Χωρίς αυτήν είναι αδύνατον να συρθούν μέσα στις στοές για δέκα ώρες περίπου κάθε μέρα, με ελάχιστο οξυγόνο, αναθυμιάσεις και αβάσταχτο κρύο. Αρκετοί τραυματίζονται συχνά από τις ανατινάξεις η τις καταρρεύσεις των στοών. Για τις πολύ στενές στοές ιδανικοί εργάτες είναι τα παιδιά. Στην Ρινκονάντα η παιδική εργασία ξεκινά από τα πολύ μικρά χρόνια. Ούτε λόγος φυσικά για κοινωνική ασφάλιση η άλλη κοινωνική προστασία. Για όλα αυτα,αλλα και για την καλοτυχία στην αναζήτηση του χρυσού, οι χρυσωρύχοι, κάνουν τάματα και προσφορές στους αρχαίους θεούς των Ινκας, που κατοικούν στα βουνά.

Το Περού συνεχίζει να βρίσκεται μέσα σε έναν ατέλειωτο κύκλο οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, με ψηλά ποσοστά ανεργίας και μεγάλης φτώχειας. Γιαυτο η Ρινκονάντα συνεχίζει να φαντάζει για αρκετούς απελπισμένους μια λύση στην ανεργία και να συγκεντρώνει οικογένειες ξεκληρισμένων από άλλες περιοχές της χώρας.