23 Ιουν 2007

Σινγκούρ-Δυτική Βεγγάλη. Η μάνα-Ινδία επιμένει να αντιστέκεται!


Ήταν το πρωινό της 25ης του Μάη, όταν οι συγγενείς του ανακάλυψαν τον Πρασάντα Ντας κρεμασμένο, να αιωρείται από την οροφή του μικρού στάβλου δίπλα στο σπίτι του, στο μικρό χωριό Khaser Bheri, στο Σινγκούρ της επαρχίας Hooghly, της Δυτικής Βεγγάλης. Ο Πρασάντα, σε ηλικία σαράντα-τριών ετών, πατέρας δύο ανήλικων κοριτσιών, βρέθηκε σε απελπιστική κατάσταση, όταν η κυβέρνηση της Καλκούτα, δήμευσε αναγκαστικά την γη που καλλιεργούσε μαζί με τα δύο αδέλφια του και τον πατέρα τους και οι συχωριανοί του δήλωσαν πως είχε πέσει σε κατάθλιψη από τότε.

Ο Πρασάντα, που ήταν γνωστός και πέρα από τα όρια του χωριού του, δεν ήταν έτσι πριν λίγο καιρό. Υπήρξε ένας από τους δραστήριους αγρότες στον αγώνα για την υπεράσπιση της γης, ενεργό μέλος της Επιτροπής Υπεράσπισης των Καλλιεργήσιμων Εδαφών του Σινγκούρ, είχε τραυματιστεί σε συγκρούσεις με την αστυνομία τον Σεπτέμβρη του 2006 και ήταν από αυτούς που, παρ’ όλη την φτώχεια του, αρνήθηκε να εισπράξει περήφανα τις αποζημιώσεις-κοροϊδία. Ο Πρασαντα ήταν ο δεύτερος αγρότης που αυτοκτόνησε στο Σινγκούρ τους τελευταίους μήνες. Είχε προηγηθεί ο Beraberi Purbapara από το χωριό Haradhan, που κατάπιε ποσότητα φυτοφάρμακου. Μια μεγάλη οργισμένη διαδήλωση ακολούθησε το νεκρό σώμα του Πρασάντα, το οποίο πέρασε, πριν αποτεφρωθεί, κατά μήκος του τείχους που έκτισε η αυτοκινητοβιομηχανία Tata, γύρω από την δημευμένη γη των πέντε χωριών του Σινγκούρ.

Τα δύο ποτάμια, ο Hooghly και ο Damodar, που διασχίζουν την περιοχή κάνουν το έδαφος ιδιαίτερα εύφορο, με αποτέλεσμα οι αγρότες στο Σινγκούρ, να ζούνε φτωχικά μεν, αλλά καλά συγκριτικά με άλλες περιοχές της Ινδίας. Μια μεγάλη ποικιλία οπωροκηπευτικών μαζί με ρύζι και γιούτα παράγονται σε ικανοποιητικές ποσότητες από μικρούς γεωργικούς κλήρους. Στις περιόδους των συγκομιδών, που γίνονται σχεδόν όλους τους μήνες του χρόνου έρχονται χιλιάδες εργάτες γης από άλλες περιοχές της επαρχίας ενώ στα χωριά ζούνε αποκλειστικά μικροαγρότες, ακτήμονες -ενοικιαστές γης και οικογένειες που οι άντρες έχουν φύγει για τις χώρες του Περσικού σαν μετανάστες. Οι μεγαλοαγρότες ζούνε κυρίως στην Καλκούτα.

Από αυτό το έδαφος, η κυβέρνηση του λεγόμενου ΚΚΙνδίας (Μαρξιστικού), που βρίσκεται στην εξουσία στην Καλκούτα εδώ και τριάντα χρόνια, με έναν νόμο του 1894, δήμευσε με ελάχιστες αποζημιώσεις πάνω από τέσσερις χιλιάδες στρέμματα, με σκοπό την εγκατάσταση μια μονάδας παραγωγής μικρών αυτοκινήτων του ινδικού κολοσσού Tata. Η περιοχή είχε την ατυχία να βρίσκεται δίπλα στην καινούρια οδό ταχείας κυκλοφορίας και κοντά στην Καλκούτα και το έδαφος να μην είναι ελώδες για να χρειάζεται η Tata να ξοδέψει χρήματα για επιχωματώσεις. Στην μαζική αντίσταση των μικροαγροτών, που ξεκίνησε από την άνοιξη του 2006, απάντησε με βία, συλλήψεις, δικαστικές διώξεις και εξαπόλυση παρά-αστυνομικών δυνάμεων που έσπειραν την τρομοκρατία στα χωριά. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη ένας στους τρεις μικρό-ιδιοκτήτες αρνείται να δεχθεί τις αποζημιώσεις και οι κινητοποιήσεις με αποκλεισμούς δρόμων, απεργίες και διαδηλώσεις συνεχίζονται, οξύνοντας ακόμα και την εσωτερική κρίση στην λεγόμενη αριστερή κυβέρνηση.

Τα γεγονότα στο Σινγκούρ, που έγιναν γνωστά σε όλη την χώρα, (μέχρι και η Αρουντάντι Ρόι και ο Αμάρτια Σεν ενεπλάκησαν σε δημόσια αντιπαράθεση με διαμετρικά αντίθετες απόψεις) και ξεσήκωσαν μεγάλο κύμα αλληλεγγύης, δεν είναι τα μοναδικά στην Δυτική Βεγγάλη που αφορούν το ξερίζωμα αγροτών από την γη τους. Η κυβέρνηση της Καλκούτα, που κρατά από την μια την σημαία με το σφυροδρέπανο και από την άλλη υπογράφει σωρηδόν συμφωνίες με ινδικές και ξένες πολυεθνικές για την υλοποίηση επενδύσεων σε περιοχές που έχουν ονομαστεί Ειδικές Οικονομικές Ζώνες, κατά τα πρότυπα της Κίνας και τις οδηγίες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, επιμένει πως όλα αυτά γίνονται για την ανάπτυξη και την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Στην πραγματικότητα όμως αυτές οι Ζώνες, που με νόμο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης συνασπισμού πρόκειται να δημιουργηθούν σε πολλές περιοχές της χώρας, αποτελούν, όπως καταγγέλλεται από τις λαϊκές και εργατικές οργανώσεις, σύγχρονα επιχειρηματικά Γκουαντάναμο, στα οποία κυριαρχεί η φτηνή εργατική δουλειά και η υψηλή κερδοφορία για τους καπιταλιστές αφού πρώτα καταστραφούν οι αγροτικές κοινότητες και η τοπική οικονομία.

* Η αντίσταση στο Σινγκούρ και οι δολοφονίες στο Ναντιγκράμ τον Μάρτη αναβίωσαν τις μνήμες από την σφαγή στο Ναξαλμπαρί. Φέτος συμπληρώνονται σαράντα χρόνια από την αγροτική εξέγερση με επίκεντρο αυτό το χωριό της Δυτικής Βεγγάλης, που αποτέλεσε την κοιτίδα του Ναξαλίτικου επαναστατικού κινήματος που συνεχίζει να αποτελεί το νούμερο 1 εσωτερικό κίνδυνο για το Νέο Δελχί. Για περισσότερες πληροφορίες στο http://www.singur-singur.blogspot.com/

9 Ιουν 2007

Νησιά Riau-Στενά της Μαλάκα. Τρομοκράτες …οι απόγονοι του Κάπτεν-Χούκ


Το σύμπλεγμα των νησιών Ριάου στέκει σαν φυσικός φραγμός στην νότια είσοδο των στενών Μαλάκα και το ομώνυμο αρχιπέλαγος που τα περιτριγυρίζει εκτείνεται από τις ανατολικές ακτές της Σουμάτρα έως τα δυτικά του Βόρνεο. Τα νησιά είναι γνωστά για τη στρατηγική θέση τους στην είσοδο των Στενών αλλά και σαν ορμητήριο των σύγχρονων πειρατικών ομάδων που εξορμούν από εκεί ληστεύοντας τα μεγάλα εμπορικά πλοία που ακολουθούν έναν από τους πιο πολυσύχναστους ναυτικούς δρόμους του κόσμου.

Από τα Στενά της Μαλάκα που χωρίζουν την Μαλαïκή χερσόνησο και την Σουμάτρα περνάνε κατά μέσο όρο διακόσια εμπορικά πλοία την ημέρα, περίπου εξήντα χιλιάδες τον χρόνο. Σύμφωνα με επίσημους υπολογισμούς από εδώ μεταφέρεται το ένα τρίτο των παγκόσμιων εμπορευμάτων που διακινούνται διαμέσου της θάλασσας και το μισό της παγκόσμιας χρησιμοποιούμενης ενέργειας, περίπου ένδεκα εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα. Έτσι τα στενά που εδώ και αιώνες αποτελούν σημαντική ναυτική δίοδο που ενώνει τον Ινδικό Ωκεανό και την Δύση με τον Ειρηνικό, την Κίνα και την Ιαπωνία, έχουν μετατραπεί στο δεύτερο -μετά το Ντόβερ- σημαντικό ναυτικό πέρασμα στον κόσμο. Για να διασχίσει ένα εμπορικό πλοίο τα 937 χιλιόμετρα των Στενών χρειάζεται με κανονικές συνθήκες περίπου τρεις ημέρες και οι κίνδυνοι δεν προέρχονται μόνο από τις καιρικές συνθήκες. Στην παγκόσμια κατάταξη η διαδρομή αυτή θεωρείται από τις πιο επικίνδυνες εξαιτίας των συχνών πειρατικών επιθέσεων που καταγράφονται ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με το ειδικό παρατηρητήριο, το Piracy Reporting Centre που εδρεύει στην Κουάλα Λουμπούρ, στα Στενά καταγράφτηκαν την τελευταία επταετία τα μισά από τα πειρατικά περιστατικά παγκοσμίως.( Άλλες περιοχές με έντονη πειρατική δράση είναι τα παράλια της Ινδίας, η ανατολική Αφρική και το αρχιπέλαγος των Φιλιππίνων) Πειρατικές ομάδες με ταχύπλοα και εξοπλισμένες ακόμη και με σύγχρονα όπλα εξορμούν από τα φυσικά κρησφύγετα που σχηματίζουν τα νησιά του αρχιπελάγους αλλά και οι ακτές των μεγάλων νησιών όπως η Σουμάτρα και το Βόρνεο. Σκαρφαλώνουν στις γέφυρες και κλέβουν εμπορεύματα, χρήματα και μερικές φορές καταφέρνουν να πάρουν ολόκληρο το πλοίο. Η πειρατεία είναι μια παραδοσιακή ενασχόληση των φτωχών ιθαγενικών κοινοτήτων στην περιοχή που χάνεται πίσω στους αιώνες και συνεχίζεται εξαιτίας της φτώχειας και της έλλειψης ευκαιριών για επιβίωση.

Η καθοδηγούμενη από τις ΗΠΑ αντιτρομοκρατική υστερία ύστερα από το 2001, επέβαλλε την συμπερίληψη στις τρομοκρατικές λίστες και των σύγχρονων πειρατών στην περιοχή. Κυρίως η Ουάσιγκτον και από κοντά το Δελχί και το Τόκιο πίεσαν τις κυβερνήσεις της Ινδονησίας, της Μαλαισίας και της Ταϊλάνδης να συνυπογράψουν συμφωνίες κοινής αντιπειρατικής δράσης και να αυξήσουν τα μέτρα επιτήρησης των Στενών. Παρά τα πενιχρά αποτελέσματά τους οι συμφωνίες εκτόξευσαν στα ύψη τα ναύλα και τα ασφάλιστρα με αποτέλεσμα, τελευταία, ορισμένοι ναυτιλιακοί παράγοντες να ζητάνε να αποσυνδεθεί η τοπική πειρατεία από την δυτική αντιτρομοκρατική εκστρατεία και να αντιμετωπιστεί στις πραγματικές της διαστάσεις, δίχως δαιμονοποιήσεις και με στόχο τις κοινωνικές και οικονομικές αιτίες που την συντηρούν σε αυτήν την ευρύτητα.

Παρ’ όλα αυτά οι σύγχρονοι πειρατές στις Ινδονησιακές θάλασσες, παρακινημένοι από την φτώχεια αλλά και από τις φυσικές καταστροφές όπως το τσουνάμι που κατέστρεψε τις τοπικές οικονομίες συνεχίζουν να θεωρούνται πολύ σοβαρός κίνδυνος για τις μεγάλες εμπορικές δυνάμεις και το πολυεθνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο. Το αμερικάνικο Φορμπς πέρυσι σε εκτενή ανάλυση του υπολόγιζε σε 15 δις δολάρια τον χρόνο το επίσημο πειρατικό κόστος και σε 50 δις το ανεπίσημο στα Στενά, μιας και οι μεγάλοι μεταφορείς πολλές φορές δεν ανακοινώνουν τα περιστατικά για να μην χαλάσουν την φήμη τους.

* Είναι τέτοια η σημασία που δίνεται στο φαινόμενο της σύγχρονης πειρατείας στα Στενά, που πέρυσι τον Ιούλιο, το γερμανικό ίδρυμα Αντενάουερ οργάνωσε ένα διήμερο συνέδριο στην πρωτεύουσα της Μαλαισίας στο οποίο μίλησαν αρκετοί δυτικοί ειδικοί και ανάμεσα τους ο Eric Frecon που πέρασε έξι μήνες μαζί με τους πειρατές στα νησιά Riau και συμπεριέλαβε τις εμπειρίες του στο ντοκιμαντέρ «Piracy in the Straits». Για τους απαιτητικούς αναγνώστες του «Αθέατου Κόσμου», τα υλικά του συνεδρίου βρίσκονται στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.kas.de/db_files/dokumente/veranstaltungsbeitraege/7_dokument_dok_pdf_10478_2.pdf