22 Μαρ 2008

Τρεντστάουν, Τζαμάικα. Και στην κόλαση …χορεύουν!

 

Στο δυτικό άκρο της πρωτεύουσας Κίνγκστον, η παραγκούπολη Τρεντστάουν συνεχίζει να αποτελεί ένα «βαρύ» όνομα για το μικρό νησί της Καραϊβικής και για τα δυόμισι περίπου εκατομμύρια Τζαμαϊκανούς που ζούνε σε αυτό. Στον 19ο αιώνα η περιοχή βρισκόταν στην κατοχή ενός Ιρλανδού γαιοκτήμονα, του James Trench, από τον οποίο πήρε, κατά πάσα πιθανότητα, το όχι τόσο ζηλευτό όνομά της. Μερικοί θεωρούν, αντίθετα, πως το όνομα στην περιοχή έδωσε ένας τεράστιος ανοικτός υπόνομος που διέσχιζε την περιοχή με τις καλύβες, που από τις αρχές του εικοστού αιώνα και ειδικά μετά το 1930 άρχισαν να φυτρώνουν γύρω από την χωματερή της πρωτεύουσας. Το σημερινό πρόσωπό της η Τρεντστάουν άρχισε να το παίρνει όταν μετά τον μεγάλο τυφώνα Τσάρλι, το 1951, ο όποιος σάρωσε τις καλύβες, οι τοπικές αρχές αποφάσισαν να εφαρμόσουν ένα πρόγραμμα στέγασης για τους πληγέντες. Σταδιακά η παραγκούπολη έγινε πόλος έλξης των αγροτών που συνέρρεαν τις προηγούμενες δεκαετίες στην πόλη ψάχνοντας για δουλειά και σήμερα, σύμφωνα με τα επίσημα νούμερα, στην περιοχή κατοικούν τουλάχιστον είκοσι έξι χιλιάδες ψυχές, σε συνθήκες σχεδόν ίδιες με αυτές πριν εξήντα χρόνια.

Η παραγκούπολη, από την μία, είναι συνώνυμη με τις νεανικές συμμορίες και την μεγάλη εγκληματικότητα που μαστίζει την κοινωνία του νησιού, ειδικά από την δεκαετία του Εβδομήντα και μετά. Μια εγκληματικότητα που έγινε σταδιακά πολύ σκληρή, σαν αποτέλεσμα της μεγάλης φτώχειας αλλά και της μετατροπής της Τζαμάικα σε σταθμό των δρόμων της κοκαΐνης προς τον Βορρά. Παρά τις προσχηματικές κυβερνητικές προσπάθειες και την δήθεν ιεραποστολική δράση αρκετών δυτικών ΜΚΟ, η Τρεντστάουν παραμένει μια περιοχή, όπου βασιλεύει ο νόμος της ζούγκλας και οι δολοφονίες είναι καθημερινό φαινόμενο. Στο νησί οι δείκτες εγκληματικότητας είναι από τους ψηλότερους στον κόσμο, με τους θανάτους από αυτήν να ξεπερνούν τα χίλια άτομα κάθε χρόνο. Σημαντικό ρόλο στην επέκταση της βίας έχει παίξει και η βάρβαρη αντιμετώπιση των νεανικών συμμοριών από την αστυνομία, η οποία ευθύνεται για εκατοντάδες ψυχρές δολοφονίες μόνο τα τελευταία επτά χρόνια. Ένα εκρηκτικό μίγμα κρατικής διαφθοράς και διαπλοκής με το οργανωμένο έγκλημα μαζί με μια εκτεταμένη κοινωνική αποσύνθεση, αποτέλεσμα της απίστευτης φτώχειας, οι ρίζες της οποίας βρίσκονται στην ισχυρή εξάρτηση της χώρας από τα βορειοαμερικάνικα αφεντικά, έχουν μετατρέψει το παραδεισένιο νησί σε μια επίγεια κόλαση.

Η Τρεντστάουν, από την άλλη, είναι γνωστή σαν η πόλη όπου μεγάλωσε ο Robert Nesta Marley. Ο μικρός που αργότερα θα γίνονταν παγκόσμια γνωστός σαν Μπομπ Μάρλει, ήρθε στην παραγκούπολη μαζί με την μητέρα του, σε ηλικία λίγο πάνω από τα δέκα χρόνια, όταν πέθανε ο πατέρας του. Από την πρώτη στιγμή ο νεαρός τραγουδοποιός που έγινε συνώνυμο της μουσικής ρέγκε, μίλησε για την παραγκούπολη στα τραγούδια του. Το Trenchtown Rock και το No Woman, No Cry, είναι από τα γνωστότερα τραγούδια που μίλησαν για τους ανθρώπους της και συνεχίζουν να τους συνοδεύουν στην καθημερινή σκληρή ζωή τους.


* Κάθε χρόνο από στις αρχές του Φλεβάρη, η παραγκούπολη, παρά τις δυσκολίες, ντύνεται στα γιορτινά της και στο χώρο του ναυπηγείου, όπου έζησε ο Μάρλει και η κοινότητα των Ρασταφάρις γίνονται συναυλίες και τα τραγούδια ακούγονται δυνατά σε όλες τις γειτονιές της.

9 Μαρ 2008

Χάντσβιλ, Βόρεια Αλαμπάμα. Η εξαφάνιση των εργατών



Ένα ασυνήθιστο γεγονός ήρθε να ταράξει την ήρεμη ζωή των εκατόν πενήντα περίπου χιλιάδων κατοίκων του Χάντσβιλ στην βόρεια Αλαμπάμα τον τελευταίο καιρό . Η πόλη που βρίσκεται στην κοιλάδα του ποταμού Τενεσί και είναι γνωστή από παλιά εξαιτίας της συγκέντρωσης εκεί αρκετών μονάδων αεροναυπηγικής  υψηλής στρατιωτικής τεχνολογίας  και  του κέντρου  της ΝΑΣΑ , σαν η «πόλη της ρουκέτας», έμαθε από μια λιτή ανακοίνωση της πολυεθνικής Cinram, που διατηρεί εδώ  μια  παραγωγική μονάδα,     πως περίπου εκατό  ξένοι εργάτες της δεν παρουσιάστηκαν στην δουλειά και εξαφανίστηκαν από τις μισθωμένες κατοικίες στις οποίες ζούσαν το τελευταίο διάστημα.

Στην οδό Moores Mill, στο νούμερο 4905, η Cinram, που έχει έδρα το Οντάριο του Καναδά και ισχυρή παρουσία στις ΗΠΑ και χώρες της Δυτικής Ευρώπης, έχει μια μονάδα παραγωγής ψηφιακών δίσκων, τομέας στον οποίο η πολυεθνική κατέχει τα σκήπτρα παγκοσμίως. Πρόσφατα η εταιρία είχε ζητήσει και είχε πάρει την άδεια  από τις κρατικές αρχές για «εισαγωγή» 1350 ξένων προσωρινών  εργατών  με το καθεστώς της H2B βίζας. Από αυτούς οι οκτακόσιοι ήταν από την Τζαμάικα και οι υπόλοιποι από το Νεπάλ, την Ουκρανία, την Βολιβία και την Δομινικανή Δημοκρατία. Οι εξαφανισμένοι ήταν όλοι τους Νεπαλέζοι , σχεδόν οι μισοί από τους διακόσιους σαράντα που δούλευαν στο τμήμα πακεταρίσματος των DVD και των CD.

Τα συμβόλαια που είχε υπογράψει η εταιρία με τους εργάτες  προέβλεπαν πλήρη απασχόληση για ένα χρόνο, σε δωδεκάωρη βάση για οκτώ δολάρια την ώρα. Αντί γι αυτό, και ιδιαίτερα μετά τα Χριστούγεννα,  η διοίκηση της Cinram, επικαλούμενη την πτώση των πωλήσεων, μείωσε αυθαίρετα στο μισό και παραπάνω τις ώρες απασχόλησης και έτσι σκόπευε να συνεχίσει μέχρι τον ερχόμενο Μάιο , οπότε λήγουν και τα συμβόλαια μίσθωσης των προσωρινών εργατών. Έτσι οι εργάτες έφτασαν να δουλεύουν μόνο τρεις ημέρες  και με δυσκολία να φτάνουν τα διακόσια δολάρια σε αποδοχές  την εβδομάδα όταν και μόνο για ενοίκια στα δύο μεγάλα κτίρια που τους εγκατέστησαν  έπρεπε να δίνουν πεντακόσια σαράντα δολάρια τον μήνα. Για τους δύστυχους Νεπαλέζους αυτό ήταν καταστροφή, μιας και όλοι, εκτός από την προσωπική συντήρηση τους,  έπρεπε να ξεπληρώνουν και τα μεγάλα χρέη που δημιούργησαν για να πάρουν την προσωρινή βίζα. Σύμφωνα με εφημερίδες στο Νεπάλ που έδωσαν έκταση στο γεγονός, οι περισσότεροι πλήρωσαν  στους μεσάζοντες δέκα χιλιάδες δολάρια και αρκετοί έως και εικοσιπέντε χιλιάδες, ποσό αστρονομικό για τα δεδομένα της χώρας.

Πίσω από την  ετήσια βίζα προσωρινής απασχόλησης Η2Β, που σπανίως μπορεί να επεκταθεί στα τρία χρόνια, υπάρχει σε κάθε χώρα , με την σιωπηλή αποδοχή φυσικά των προξενικών αμερικάνικων αρχών ένα προσοδοφόρο παζάρι ελπίδας , ειδικά στις χώρες του Τρίτου Κόσμου και στην Ανατολική Ευρώπη, που το τέλος του είναι μια κακοπληρωμένη και ολιγόμηνη δουλειά στις ΗΠΑ, που σπανίως καλύπτει ακόμη και  το αρχικό χρέος. Στην πολυπόθητη γη της «ελευθερίας» οι δυστυχισμένοι μετανάστες γνωρίζουν από την πρώτη στιγμή μια απίστευτη εκμετάλλευση   Και  από εκεί και πέρα ξεκινά μια περιπέτεια παρανομίας η συνήθως επιστροφή στην πατρίδα με την προσμονή μιας καλύτερης ευκαιρίας.

 Την μαζική εξαφάνιση των Νεπαλέζων από το Χάντσβιλ, που ακόμη τους ψάχνουν οι υπηρεσίες μετανάστευσης,  ακολούθησαν οι κατηγορίες των ιδιοκτητών των κατοικιών πως αυτές λεηλατήθηκαν από τα έπιπλα τους! και ένα ρεπορτάζ ενός λαγωνικού-δημοσιογράφου στο CNN, πως πίσω από την εξαφάνιση των Νεπαλέζων μπορεί να κρύβεται τρομοκρατική συνομωσία κατά της ασφάλειας των ΗΠΑ!

* Από χθες ξεκίνησε το Δέκατο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ στην Θεσσαλονίκη, που θα διαρκέσει μέχρι τις 16 του μήνα. Παρά την μεγάλη κόντρα που ξέσπασε ανάμεσα στους έλληνες ντοκιμαντερίστες και τον διευθυντή του Φεστιβάλ, ο «Αθέατος Κόσμος» προτρέπει τους αναγνώστες του να ανακαλύψουν στο πρόγραμμα, ταινίες με ξεχωριστό ενδιαφέρον.