21 Μαΐ 2005

Σαβάρ-Μπαγκλαντές Φθηνά ρούχα… φτιαγμένα με αίμα


Ηταν περασμένα μεσάνυχτα της Κυριακής προς Δευτέρα 11 του φετινού Απρίλη όταν μια εκκωφαντική έκρηξη συντάραξε την γειτονιά του Παλασχμπάρι στην Σαβάρ, μια πόλη γεμάτη εργοστάσια και βιοτεχνίες ρούχων, τριάντα-δύο χιλιόμετρα βόρειο-δυτικά της Ντάκα. Εννιά μονάδες της εταιρίας Σπέκτρουμ τινάχτηκαν κυριολεκτικά στον αέρα, κάνοντας σωρό ερειπίων ένα τεράστιο κτιριακό συγκρότημα και θάβοντας κάτω από αυτά, εκατοντάδες εργάτες. Για μέρες τα σωστικά συνεργεία προσπαθούσαν να απεγκλωβίσουν τους θαμμένους και ο ανεπίσημος απολογισμός ξεπέρασε τους εκατό νεκρούς. Ολοι τους εργάτες και εργάτριες που δούλευαν νυκτερινή βάρδια, όταν έσκασε ένας λέβητας θέρμανσης νερού. Η Σπέκτρουμ περηφανεύονταν για την μεγάλη παραγωγική ικανότητά της και τους φημισμένους πελάτες της, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονταν η ισπανική Zara και το γαλλικό Carrefour. Η καταστροφή «έκλεψε» ελάχιστο από τον χρόνο των δυτικών ΜΜΕ, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των νεκρών. Ως εκεί όμως. Από τότε μέχρι τώρα οι εργατικές ενώσεις μάταια συνεχίζουν να διεκδικούν τιμωρία των ενόχων, αποζημιώσεις και καλυτέρευση των συνθηκών ασφαλείας αντιμετωπίζοντας την κρατική αδιαφορία.

Δεν ήταν άλλωστε η πρώτη φορά. Εκατοντάδες τραγωδίες έχουν συμβεί στα εργοστάσια ρούχων στο Μπαγκλαντές, από πυρκαγιές, εκρήξεις και καταρρεύσεις κτιρίων τα τελευταία χρόνια με απολογισμό πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Αποτέλεσμα ενός παραγωγικού «μπουμ» η χώρα έχει περίπου 3000 εργοστάσια ρούχων και υφασμάτων που απασχολούν περίπου 1,8 εκατομμύρια εργάτες. Η μεγάλη πλειοψηφία τους (πάνω από το 80%) είναι γυναίκες που δουλεύουν 12 έως 14 ώρες την μέρα, με ένα μισάωρο διάλειμμα επί επτά μέρες την εβδομάδα και αμείβονται με 1500-2000 τακάς, δηλαδή 20 με 30 δολάρια των μήνα. Οι περισσότερες μονάδες βρίσκονται στην περιφέρεια της πρωτεύουσας και υποδέχονται τους εξαθλιωμένους αγρότες που συρρέουν στα αστικά κέντρα για ένα μεροκάματο. Εχουν εγκατασταθεί σε ετοιμόρροπα κτίρια, χωρίς καμιά πρόνοια υγιεινής και ασφάλειας και αποτελούν κανονικά φέρετρα. Εκθέσεις διεθνών οργανισμών και των συνδικάτων περιγράφουν με μαύρα χρώματα την αθλιότητα, την εκτεταμένη παιδική εργασία, τις ασθένειες στα πνευμόνια, τις διαδεδομένες μολύνσεις, τα συχνά ατυχήματα και την βαναυσότητα που επικρατεί.

Στο Μπαγκλαντές το 1970, πριν την ανεξαρτησία, υπήρχε μόνο ένα εργοστάσιο ρουχισμού και το 1981 στον κλάδο δούλευαν περί τους 5000 εργάτες. Από τότε, όλες σχεδόν οι μεγάλες αλυσίδες και πολυεθνικές μπήκαν στην αγορά της χώρας κυνηγώντας το φτηνό εργατικό κόστος. Μεγάλα ονόματα, σαν την ADIDAS και την ΝΙΚΕ, κολλάνε τις ετικέτες τους στα ρούχα που ράβουν οι εξαθλιωμένοι εργαζόμενοι στο Μπαγκλαντές, δίνοντας για αντίτιμο εξευτελιστικές τιμές. Κρατική προστασία μηδέν. Η χώρα κυβερνάται από την αρχή της σύντομης ιστορίας της από μαφιόζικες διεφθαρμένες ομάδες που είναι έτοιμες να εξαγοραστούν ανά πάσα στιγμή. Το μόνο που ξέρουν να κάνουν καλά είναι να στέλνουν από καιρού εις καιρόν την αστυνομία να τσακίζει όσους εργαζόμενους αποφασίσουν να απεργήσουν.

Σχεδόν «μονοκαλλιέργεια» η βιομηχανία ρουχισμού, φέρνει πάνω από το 80% του εξωτερικών εσόδων της χώρας αν και τελευταία η ορμητική είσοδος της Κίνας και της Ινδίας στη διεθνή αγορά, δημιουργεί και άλλα προβλήματα στους δύστυχους Μπαγκλαντέζους. Οι πολυεθνικές έχουν αρχίσει να μετακομίζουν και η ανεργία να μεγαλώνει. Καμιά διαφυγή. Δυστυχία να δουλεύεις και διπλή δυστυχία να γυρνάς χωρίς δουλειά στις μεγάλες παραγκοσυνοικίες της Ντάκα.

*Σε επείγουσα ανακοίνωση που κυκλοφόρησε πρόσφατα στο διαδίκτυο ο γραμματέας της Εθνικής Ομοσπονδίας Εργαζομένων στον Ιματισμό, Αμιρούλ Αμίν, ενημερώνει για τις κινητοποιήσεις που συνεχίζονται για τη δικαίωση των θυμάτων στην Σαβάρ και ζητά τη διεθνή εργατική υποστήριξη.

7 Μαΐ 2005

Ανατολική Σλοβακία -Τρεμπίσοφ. Τριτοκοσμική παραγκούπολη… στη μέση της Ευρώπης.


Με θρησκευτικά μνημεία γοτθικού ρυθμού και με μια ιστορία που φτάνει πίσω στον 12ο αιώνα το Τρεμπίσοφ, βρίσκεται στην ανατολική Σλοβακία, λίγα χιλιόμετρα πιο νότια από το Κόσικε τη μητρόπολη της περιοχής. Περίπου 23 χιλιάδες είναι οι κάτοικοι της πόλης που έχει τουλάχιστον δύο θλιβερές πρωτιές σε όλη τη χώρα. Σύμφωνα με τις κρατικές στατιστικές οι πλειοψηφία των κατοίκων της πόλης πεθαίνει κατά μέσο όρο δέκα έως και δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα από τον εθνικό μέσο όρο. Και ο δείκτης παιδικής θνησιμότητας είναι ο υψηλότερος με 31 θανάτους στις χίλιες γεννήσεις. Και αυτό γιατί το Τρεμπίσοφ είναι από τις πόλεις με τον πυκνότερο πληθυσμό Ρομά, όπως και άλλες περιοχές στα ανατολικά.

Στοιβαγμένοι σε παραγκουπόλεις, μέσα σε άθλιες συνθήκες, χωρίς καμιά υγειονομική υποδομή, δίχως πόσιμο νερό και ηλεκτρικό οι Ρομά είναι οι πιο χαμένοι από τους χαμένους κατοίκους της χώρας εξαιτίας της λεγόμενης μετάβασης στην «ελεύθερη» οικονομία. Στο Τρεμπίσοφ η ανεργία φτάνει στο 100% (!!) και η μόνη προσμονή κάθε μήνα είναι το κρατικό επίδομα για να συντηρηθούν οι -συνήθως- πολυμελείς οικογένειες των Ρομά. Πέρυσι τον Φλεβάρη, εκατοντάδες νεαροί Ρομά ξεχύθηκαν στους δρόμους της πόλης (αλλά και σε μια δεκάδα άλλες πόλεις της περιοχής), επιτέθηκαν στα αστυνομικά τμήματα, λεηλάτησαν καταστήματα τροφίμων και έβαλαν φωτιά σε κρατικές υπηρεσίες. Την οργή τους υποκίνησε η απόφαση της κυβέρνησης να περικόψει τα κρατικά επιδόματα και να τα αποσυνδέσει από τον αριθμό των παιδιών για κάθε οικογένεια. Ετσι μία οικογένεια άνεργων Ρομά που έπαιρνε μέχρι τότε 10 χιλιάδες περίπου κορώνες (περίπου 245 ευρώ) τον μήνα, με τα νέα μέτρα πρέπει να ζήσει με 3000 κορώνες, δηλαδή με καμιά 80 ευρώ. Ηταν η πρώτη φορά μετά το 1989, που η κυβέρνηση κινητοποίησε τόσους χιλιάδες αστυνομικούς και στρατιώτες για να καταστείλουν με την βία την εξέγερση. Εγιναν εκατοντάδες συλλήψεις, υπήρξαν δεκάδες τραυματισμοί και λίγες ημέρες αργότερα σε ένα κανάλι στο Τρεμπίσοφ, ανακαλύφτηκε το άψυχο σώμα του 29χρονου Ράντοσλαβ Πούκι. Μέχρι τώρα η αστυνομία επιμένει πώς πνίγηκε από ατύχημα σε πείσμα της πεποίθησης των κατοίκων ότι ο θάνατος του οφείλονταν στην αστυνομική βαρβαρότητα.

Κοντά σε 500 χιλιάδες υπολογίζονται οι Ρομά στη Σλοβακία, δηλαδή το 10% του συνολικού πληθυσμού της χώρας, μέρος ενός μεγαλύτερου πληθυσμού που βρίσκεται -σε όχι διαφορετικές συνθήκες- στην Ανατολική Ευρώπη, και κύρια στην Ρουμανία, τη Βουλγαρία, την Ουγγαρία κλπ. Αποτελούν την πιο περιθωριοποιημένη κοινωνική ομάδα και αντιμετωπίζουν ισχυρές διακρίσεις και εχθρικές ενέργειες. Τελευταία και στη Σλοβακία έχουν αυξηθεί τα κρούσματα ρατσιστικών επιθέσεων, ενώ έντονα προβάλλονται από τα επίσημα ΜΜΕ τα αυξημένα ποσοστά εγκληματικότητας των Ρομά, με σκοπό να εξάψουν το εχθρικό κλίμα ενάντια τους. Και στις προηγούμενες δεκαετίες του «ανύπαρκτου» οι Ρομά αντιμετώπιζαν όχι λίγες διακρίσεις και αποκλεισμούς. Τώρα όμως τα πράγματα έχουν αγριέψει. Και αυτό γιατί η οικονομική και κοινωνική κατάρρευση στις χώρες αυτές της Ανατολικής Ευρώπης παράσυρε από την πρώτη στιγμή τους πιο αδύναμους. Ετσι το Τρεμπίσοφ δεν υστερεί πια σε τίποτε από τις άθλιες παραγκουπόλεις του Τρίτου Κόσμου. Είναι ο Τρίτος Κόσμος μέσα στην καρδιά της Ευρώπης.


* Πρόσφατα στην Σόφια μια κοινή πρωτοβουλία οκτώ Ανατολικο-Ευρωπαϊκών κρατών ανακοινώθηκε για την αντιμετώπιση των προβλημάτων των Ρομά. Υποκινητής το ίδρυμα του γνωστού χρηματιστή Σόρος, για να διαλυθεί κάθε αμφιβολία για το τι περιμένει και στο μέλλον τους Ρομά.

23 Απρ 2005

Αλάνγκ-Γκουτζαράτ. Νεκροταφείο για πλοία …και ανθρώπους


Το Αλάνγκ βρίσκεται στην είσοδο του κόλπου Χαμπάντ, στο Γκουτζαράτ, στη βορειοδυτική Ινδία, δίπλα στα πακιστανικά σύνορα και βρέχεται από την Αραβική Θάλασσα. Από άσημο ψαροχώρι έχει γίνει γνωστό παγκόσμια τα τελευταία είκοσι χρόνια, μιας και έχει μετατραπεί στο μεγαλύτερο «νεκροταφείο» πλοίων σε όλο τον πλανήτη. Κάθε χρόνο περίπου 400 μεγάλα εμπορικά σκάφη, τα περισσότερα τεράστια φορτηγά και τάνκερς διαλύονται στα έξι χιλιόμετρα της παραλίας για να πουληθεί ο χάλυβας και τα υπόλοιπα ανακυκλώσιμα υλικά. Μόνο το 2003, το Αλάνγκ έβγαλε τρία εκατομμύρια τόνους χάλυβα καλύπτοντας, πλέον το 15% των ετήσιων αναγκών της Ινδίας. Δεν διαλέχτηκε τυχαία η περιοχή. Η θαλάσσια παλίρροια, δυο φορές τον μήνα όταν γεμίζει το φεγγάρι ή όταν ξεκινά το καινούριο, βοηθά τα γέρικα σκαριά των χιλιάδων τόνων να πλησιάσουν την ακτή και να αράξουν στα αβαθή.

Τότε πιάνουν δουλειά οι άνθρωποι. Με γυμνά χέρια και σώματα, χωρίς καμία προστασία, με απλά σφυριά ή αυτοσχέδιες κατασκευές κοπής των μετάλλων, χιλιάδες εργάτες σπάζουν τα πλοία σε πρωτόγονες και απίστευτα επικίνδυνες συνθήκες. Πριν ξεκινήσουν -στη θέση της σαμπάνιας που σπάζουν οι πλοιοκτήτες στην καθέλκυση- θρυμματίζουν μια καρύδα στα πλευρά του πλοίου και κάνουν μια προσευχή στον θεό των ελεφάντων, για να τους προστατέψει από τα ατυχήματα. Θα πάρουν μάλιστα και την καμπάνα από την γέφυρα και θα την αφιερώσουν σε κάποιο γειτονικό τζαμί ή ινδουιστικό ναό. Για περίπου ενάμισι δολάριο την μέρα, 40.000 εργάτες δουλεύουν στο διαλυτήριο του Αλάνγκ, οι περισσότεροι εσωτερικοί μετανάστες από την ανατολική Ινδία. Κατά μέσο όρο ένας εργάτης την μέρα σκοτώνεται και άγνωστος αριθμός τραυματίζεται. Τα κατάγματα, τα καψίματα και οι λιποθυμίες από τις αναθυμιάσεις είναι η καθημερινή ρουτίνα. Ούτε λόγος για ιατρική περίθαλψη, εκτός από ένα μικρό ιατρικό κέντρο, που έστησε τελευταία ο Ερυθρός Σταυρός. Μερικοί γιατροί που ασχολήθηκαν με τις συνθήκες, υπολογίζουν πως ένας στους τέσσερις εργάτες θα προσβληθούν από καρκίνο από την μόλυνση που προκαλούν τα τοξικά υλικά, όπως ο αμίαντος, τα αέρια, το κλοφέν, ο μόλυβδος κλπ. Υπολόγισαν μάλιστα πώς στις δέκα με δώδεκα ώρες δουλειά, τα πνευμόνια των εργατών, δέχονται μόλυνση ίδια με το κάπνισμα 15 πακέτων τσιγάρων ημερησίως!!

Αλλά και στις παράγκες που μένουν οι συνθήκες δεν είναι καλύτερες. Χωρίς αποχετευτικό δίκτυο και λιγοστό πόσιμο νερό, η ελονοσία, οι διάρροιες και οι ηπατικές ασθένειες θερίζουν. Πρόσφατα μάλιστα παρατηρήθηκε κατακόρυφη αύξηση και των κρουσμάτων AIDS, φαινόμενο που οι «Ινδικοί Τάιμς» το απέδιδαν στην έλλειψη γυναικών στους καταυλισμούς!! Οι εργάτες κοιμούνται σε αυτοσχέδιες καλύβες, μέσα στα λασπόνερα, και πάνω σε ένα έδαφος μαύρο από τα κατάλοιπα των πλοίων και το πετρέλαιο. Τόσο η ακτή όσο και η θάλασσα, έχουν από καιρό μολυνθεί και οι περιβαλλοντολογικές οργανώσεις εκτιμούν πως θα χρειαστούν πάνω από 20 χρόνια για να επανέλθει -αν μπορεί να γίνει ποτέ αυτό- η κατάσταση στην αρχή, με την προϋπόθεση φυσικά πως σταματά η δραστηριότητα του διαλυτηρίου.

Το διαλυτήριο όμως έχει κάθε χρόνο και πιο πολύ δουλειά. Οι μεγάλες πλοιοκτητικές εταιρίες από όλες τις θάλασσες και χώρες έχουν μεγάλο συμφέρον να στείλουν εκεί τα πλοία για να πεθάνουν, εξαιτίας του πολύ χαμηλού εργατικού κόστους και της ανεξέλεγκτης κατάστασης για τις επιπτώσεις στο περιβάλλον. Μέχρι και το Αμερικάνικο πολεμικό ναυτικό, ξεπερνώντας δισταγμούς για διαρροή μυστικών, σκέφτεται να αρχίσει να στέλνει τα αποστρατευμένα πλοία στο Αλάνγκ.

Το Αλάνγκ δεν είναι το μοναδικό «νεκροταφείο πλοίων» στη νότια Ασία. Και το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές μπήκαν τελευταία στον ανταγωνισμό. Το 90% των γέρικων πλοίων από όλο τον κόσμο κάνουν το τελευταίο ταξίδι τους με ρότα τις ακτές αυτών των τριών χωρών. Στο θάνατο τους θα πάρουν μαζί τους και μερικούς ανθρώπους για παρέα.


* Ο «Αθέατος Κόσμος», δανείστηκε αυτήν την φορά την ιδέα για το θέμα του από το ντοκιμαντέρ «Shipbreakers» του Καναδού Μίκαελ Κοτ, που προβλήθηκε στο πρόσφατο φεστιβάλ στην Θεσσαλονίκη, αν και έχασε την μοναδική προβολή του.

9 Απρ 2005

Μεξικάνοι στο Ιράκ. Το ξένο αίμα …είναι πιο φθηνό!


Το Tlaquepaque περιλαμβάνεται σε όλους τους τουριστικούς οδηγούς για το Μεξικό. Κτισμένο το 1530 από τους Ισπανούς με το όνομα Σαν Πέδρο, πήρε το ιθαγενικό όνομά του από μια ινδιάνικη έκφραση για το μέρος που βρίσκεται πάνω σε αργιλώδες έδαφος. Τώρα πλέον προάστιο της Γκουδαλαχάρα, προς τα νοτιοανατολικά, είναι φημισμένο για τα πήλινα χειροτεχνήματα του και συγκεντρώνει χιλιάδες τουρίστες κάθε χρόνο. Σχεδόν κανένας από αυτούς όμως δεν γνωρίζει πως στο νεκροταφείο του Tlaquepaque τον περασμένο Δεκέμβρη, ανοίχτηκε ένας καινούργιος τάφος για να υποδεχτεί έναν "ήρωα πολέμου". Στην κηδεία του 21χρονου Σέρτζιο Ντιάζ Βαρέλα, στις 12 του Δεκέμβρη, συγκεντρώθηκαν εκατοντάδες κάτοικοι του προαστίου με περίεργα συναισθήματα. Ο νεαρός Μεξικανός σκοτώθηκε στο Ραμάντι του Ιράκ, στα τέλη του Νοέμβρη, από μια βόμβα που έβαλαν οι αντάρτες στο πλάι του δρόμου, από όπου περνούσε η περίπολος που συμμετείχε. Η μητέρα του Σέρτζιο, Μαρία Γουαδαλούπε, αρνήθηκε να τυλίξει το φέρετρό του με την αμερικανική σημαία και καταριότανε τους στρατολόγους που πήραν τον γιο της στον Αμερικανικό στρατό. Ηρωας χωρίς πατρίδα, ο Σέρτζιο, κατατάχτηκε στο στρατό με σκοπό να βγει από τη φτώχεια και να πάρει την αμερικανική υπηκοότητα. Τελικά θάφτηκε στο Μεξικό, στην πραγματική του πατρίδα, χωρίς καμία σημαία για συνοδεία και τους συγγενείς και φίλους να προσπαθούν να βρουν δικαιολογίες για να απαλύνουν τον πόνο τους.

Η περίπτωση του Σέρτζιο δεν είναι η μοναδική. Περίπου 130.000 Λατινοαμερικάνοι είναι ντυμένοι με αμερικανικές στρατιωτικές στολές και οι περισσότεροι από αυτούς είναι Μεξικάνοι. Από το 1983 ως το 2000, υπερδιπλασιάστηκε αυτός ο αριθμός, που φτάνει πλέον στο 11% του Αμερικανικού στρατιωτικού προσωπικού. Εξήντα χιλιάδες από αυτούς πέρασαν ή βρίσκονται στο Ιράκ, και αποτελούν τους 2 στους 10 στρατιώτες που επανδρώνουν τις πρώτες μάχιμες γραμμές και αποστολές. Ετσι δεν είναι περίεργο που οι Μεξικάνοι -με αμερικανική υπηκοότητα ή όχι- είναι πρώτοι στην λίστα σε απώλειες -μετά τους λευκούς- στις κατοχικές δυνάμεις στο Ιράκ. Από τους 1000 πρώτους νεκρούς Αμερικάνους από την έναρξη της επέμβασης -σύμφωνα με τα στοιχεία του Πεντάγωνου, οι 122 ήταν Λατίνοι, εκ των οποίων 70 Μεξικάνοι. Ως τα τέλη του φετινού Μάρτη ο αριθμός των νεκρών Μεξικάνων έφτασε τους 172!! Και το πιο εκπληκτικό είναι ότι 22.000 Μεξικάνοι -χωρίς αμερικανική υπηκοότητα- βρίσκονται στο Ιράκ πολεμώντας για μια ξένη και εχθρική -ιστορικά και σύγχρονα- σημαία, με μοναδικό οδηγό την προσμονή μιας καλύτερης ζωής! Και εκεί τους συναντά ο θάνατος.

Οι φτωχοί Ισπανόφωνοι και Λατίνοι στις ΗΠΑ, αποτελούν μαζί με τους Αφροαμερικανούς, τον ιδανικότερο στόχο των στρατολόγων. Με αντίτιμο την παροχή της πολυπόθητης υπηκοότητας και του μισθού, πείθονται να καταταγούν και να σταλούν μετά, στα μέτωπα του Ιράκ. Ακόμη και μέσα στο Μεξικό έχουν απλώσει τα δίχτυα τους οι υπηρεσίες του Αμερικανικού στρατού και στρατολογούν απελπισμένους νέους. Και όσο τα φέρετρα συνεχίζουν να επιστρέφουν γεμάτα από το μακρινό Ιράκ, τόσο ενισχύεται η αγανάκτηση και στις δυο πλευρές των συνόρων. Για την προκλητική και απάνθρωπη εκμετάλλευση της φτώχειας και των αδιεξόδων τόσο στο Μεξικό όσο και στις Ισπανόφωνες κοινότητες στις ΗΠΑ.

26 Μαρ 2005

Βραζιλιάνικες φυλακές. Το φάντασμα του Καραντίρου …


Η Βραζιλία κατέχει την πρώτη θέση και με διαφορά στη συχνότητα και τη βιαιότητα εξεγέρσεων κρατουμένων στις φυλακές. Σε ένα δίκτυο παραπάνω από πεντακόσιες φυλακές σε όλη τη χώρα στοιβάζονται, σε μεσαιωνικές συνθήκες πάνω από 350.000 κρατούμενοι. Από το 1995 ως το 2003, καταγράφτηκε αύξηση 84% !! στον αριθμό των κρατουμένων, αποτέλεσμα της ραγδαίας πτώσης του βιοτικού επιπέδου, της μεγάλης ανεργίας και της εκτεταμένης φτώχειας. Η πλειοψηφία είναι νέοι Βραζιλιάνοι, από τις παραγκουπόλεις των μεγάλων αστικών κέντρων, που γεννιούνται και μεγαλώνουν στους δρόμους και καταφεύγουν στις κλοπές και τη βία, το εμπόριο ναρκωτικών, τις απαγωγές και την εκπόρνευση για να επιβιώσουν.

Στις φυλακές η βία και η εγκληματικότητα είναι γενικευμένη κατάσταση. Οι συμμορίες ελέγχουν τις περισσότερες φορές την εσωτερική ζωή, οι ανθρωποφύλακες συνεργάζονται με τους αρχηγούς και οι φυλακές απλά είναι η προέκταση της ζούγκλας που επικρατεί στους δρόμους των πόλεων. Συχνά οι εξεγέρσεις και οι στάσεις καταλήγουν σε συγκρούσεις ή σε αιματηρές επεμβάσεις της αστυνομίας με νεκρούς και τραυματίες.

Σύμβολο αυτής της κατάστασης η φυλακή Καραντίρου στο Σάο Πάουλο, που ξεσήκωσε τα τελευταία χρόνια τη διεθνή κατακραυγή και ανάγκασε τις αρχές της χώρας να προχωρήσουν στο μερικό κλείσιμό της. Τον Οκτώβρη του 1992, 111 φυλακισμένοι σκοτώθηκαν από τα πυρά της αστυνομίας, ύστερα από μια μεγάλη εξέγερση. Ηταν η μεγαλύτερη σφαγή κρατουμένων στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής στην πιο μεγάλη και μεσαιωνική φυλακή του νότιου αμερικάνικου κώνου. Στο Καραντίρου στοιβάζονταν οκτώ χιλιάδες κρατούμενοι σε χώρους που κτίστηκαν για τρεις χιλιάδες και στα κελιά των τεσσάρων ατόμων συχνά κλειδώνονταν δεκαπέντε και είκοσι άτομα. Φυλακή της φυλακής τα «κίτρινα» κελιά της απομόνωσης, που πήραν το όνομα τους από το κίτρινο δέρμα αυτών που κλείνονταν για μήνες στο απόλυτο σκοτάδι για τιμωρία. Η φυλακή κτίστηκε το 1956, και γρήγορα έγινε το συνώνυμο του απόλυτου μεσαίωνα. Από ένα σημείο και μετά οι αρχές έχασαν τον έλεγχο τμημάτων της φυλακής και μόνο με μαζικές εισβολές πετύχαιναν να τον επαναφέρουν προσωρινά.

Ο Ντραουίζιο Βαρέλλο, γιατρός στη φυλακή τα τελευταία χρόνια, έγραψε το 1999 την νουβέλα «Σταθμός Καραντίρου» εξιστορώντας με σοκαριστικό τρόπο τη σφαγή του 1992 και τις συνθήκες πίσω από τους τοίχους. Το βιβλίο έγινε μπεστ-σέλερ με πάνω από 350.000 πωλήσεις και το 2003 ο σκηνοθέτης Εκτορ Μπαμπένκο έκανε το ομώνυμο φιλμ βασισμένο στο βιβλίο. Αξιος διάδοχος της «Πόλης του Θεού», η ταινία έσπασε τα ταμεία στην Βραζιλία αλλά και στην υπόλοιπη Αμερική.

Τώρα μεγάλο τμήμα του Καραντίρου έχει κατεδαφιστεί εκτός από τα κτίρια του γυναικείου σωφρονιστηρίου και του νοσοκομείου για φυλακισμένους που λειτουργούν ακόμη και στα οποία κρατούνται 3000 κατάδικοι. Οι χιλιάδες κρατούμενοι έχουν μεταφερθεί σε άλλες φυλακές της χώρας, λιγότερο γνωστές, αλλά το ίδιο άθλιες και απάνθρωπες. Η φυλακές Σίλβιου Πόρτο στην Παραίμπα, Ούρσα Μπράνκο στην Ροντόνια και η Μπενφίκα στο Ρίο έχουν πάρει τα σκήπτρα του Καραντίρου.

Η Κυβέρνηση Λούλα, παρά τις υποσχέσεις για μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στο καθεστώς των φυλακών, όχι μόνο δεν έχει κάνει τίποτε αλλά συνεχίζει την ίδια βίαια αντιμετώπιση των Βραζιλιάνων απόκληρων. Χαώδεις ανισότητες, πείνα και απόγνωση, εγκληματικότητα και μεσαιωνικές φυλακές αποτελούν έναν αδιάσπαστο κύκλο για χιλιάδες και εκατομμύρια Βραζιλιάνους. Και το φάντασμα του Καραντίρου στοιχειώνει σε όλες τις φυλακές της χώρας.


12 Μαρ 2005

El-Ejido -Ανδαλουσία. Το μυστικό ...κάτω από τα πλαστικά


Το El-Ejido βρίσκεται στην Ανδαλουσία, στην περιοχή της Αλμέρια, στο νοτιοδυτικό άκρο της Ισπανίας, 12 χιλιόμετρα από τον εθνικό δρόμο Ν340, και 25 χλμ από την κοσμοπολίτικη παράλια Costa de Sol. Αρκετοί συνδέουν το όνομα του με το λατινικό exitus, που σημαίνει έξοδος. Για αιώνες η περιοχή ήταν από τις πιο φτωχές της χώρας και "παρήγαγε" χιλιάδες μετανάστες τόσο για άλλες περιοχές της Ισπανίας όσο και για το εξωτερικό. Μέχρι το 1980, οι κάτοικοι του El-Ejido δεν ξεπερνούσαν τις 2.000 ψυχές . Η μεγαλύτερη έκταση της εύφορης γης ανήκε σε μεγάλους γαιοκτήμονες, υποστηρικτές του Φράνκο, και μετέπειτα του Λαϊκού Κόμματος, το οποίο έχει ακόμη πολύ ισχυρή επιρροή στην περιοχή. Τις δυο τελευταίες δεκαετίες όμως, το El-Ejido και η περιοχή της Αλμέρια έχει γνωρίσει μια εντυπωσιακή οικονομική άνθιση, συγκαταλέγεται στις τρεις πιο πλούσιες περιοχές της χώρας και ο πληθυσμός έχει φτάσει τις 50.000 !! Το μυστικό κρύβεται κάτω από τα εκατομμύρια τετραγωνικά πλαστικού που έχουν απλωθεί στα χωράφια.

Δεκαπέντε, περίπου χιλιάδες μεγάλα θερμοκήπια απλώνονται, γύρω από το Εl-Ejido σχηματίζοντας μια εντυπωσιακή θάλασσα από πλαστικό, την μεγαλύτερη στην Μεσόγειο. Τρία εκατομμύρια τόνοι φρούτων και λαχανικών παράγονται σε μια έκταση 30.000 εκταρίων κάθε χρόνο, τα μισά από τα οποία εξάγονται στις αγορές της Δ. Ευρώπης, φέρνοντας πίσω πολλά εκατομμύρια ευρώ. Μεγάλες αλυσίδες τροφίμων και λιανικού εμπορίου, προαγοράζουν την παραγωγή, πιέζοντας συνεχώς τις τιμές προς τα κάτω. Οι γαιοκτήμονες όμως έχουν τρόπους να αντιμετωπίζουν την πίεση.

Το El-Ejido, εκτός από τα υψηλά ποσοστά ηλιοφάνειας έχει και ένα άλλο προνόμιο. Είναι πολύ κοντά στα περάσματα των χιλιάδων παράνομων μεταναστών από τις χώρες του Μαγκρέμπ και της Δυτικής Αφρικής. Ετσι οι δύστυχοι, κυρίως, Μαροκινοί, οδηγούνται σχεδόν αναγκαστικά στα θερμοκήπια, για να βγάλουν το πρώτο ευρωπαϊκό(!) μεροκάματό τους. Περίπου 15.000 μισονόμιμοι και άλλοι τόσοι παράνομοι μετανάστες δουλεύουν σε άθλιες και εξοντωτικές συνθήκες σε αυτές τις μονάδες. Από αυτούς, το 65% είναι Μαροκινοί και ακολουθούν οι Σενεγαλέζοι. Ζούνε σε παράγκες γύρω από τα θερμοκήπια, δουλεύουν σε 50 βαθμούς Κελσίου, μολύνονται συχνά από τα φυτοφάρμακα και πληρώνονται με 15-20 ευρώ την ημέρα, ανασφάλιστοι και χωρίς κανένα δικαίωμα. Στα καταλύματά τους οι μισοί και παραπάνω δεν έχουν ηλεκτρικό, τουαλέτες και πόσιμο νερό. Ολοι όμως ομολογούν, ότι είναι το μεγάλο μυστικό της κατακόρυφης οικονομικής ανάπτυξης της περιοχής. Χωρίς τους "μόρος" (όπως τους αποκαλούν οι ντόπιοι) τα θερμοκήπια δεν θα μπορούσανε να λειτουργήσουνε και μάλιστα με τέτοια κερδοφορία.

Το Φλεβάρη του 2000, στο Εl-Ejido ξέσπασαν συγκρούσεις ανάμεσα στους ντόπιους και τους μετανάστες. Αμέσως μετά οι τελευταίοι κήρυξαν την πρώτη απεργία τους διεκδικώντας καλύτερες αμοιβές και συνθήκες δουλειάς. Ως συνήθως τα επίσημα συνδικάτα εκώφευσαν και οι αρχές στην Μαδρίτη υποστήριξαν, σιωπηλά, τα ρατσιστικά πογκρόμ που εκτυλίχθηκαν στους δρόμους της πόλης. Από τότε ως τα σήμερα σχεδόν τίποτε στην πραγματικότητα δεν άλλαξε. Εκτός από το ότι, πλέον, το Εl-Ejido, έχει γίνει συνώνυμο της αγρίας εκμεταλλεύσεις, η πρώτη "είσοδος" στον ευρωπαϊκό "παράδεισο" των απελπισμένων από την Αφρική....

26 Φεβ 2005

Φιλιππίνες- Χανσιέντα Λουιζίτα. Πικρή ....ζάχαρη


Η φυτεία ζαχαροκάλαμου στην Χανσιέντα Λουιζίτα, θεωρείται ότι είναι η μεγαλύτερη σε όλη την Ασία. Βόρεια της Μανίλα, στο κέντρο περίπου του νησιού Λουζόν, στην επαρχία Ταρλάκ, η φυτεία εκτείνεται σε μια επιφάνεια 6.500 εκταρίων, πολύ κοντά στον μεγάλο αυτοκινητόδρομο Μακ-Αρθουρ που συνδέει τον βορρά με την πρωτεύουσα. Γύρω στους 5.500 αγρότες δουλεύουν στην συγκομιδή του ζαχαροκάλαμου και 700 εργάτες στους μύλους που το αλέθουν. Γύρω από την Χανσιέντα Λουιζίτα, ένδεκα "δορυφορικά" χωριά στεγάζουν σε ξύλινες -επί το πλείστον- καλύβες τις οικογένειες των εργαζόμενων. Υπολογίζεται σε 35.000, ο συνολικός πληθυσμός, που εξαρτάται από τις εργασίες της εταιρίας που έχει στην ιδιοκτησία της την έκταση της φυτείας. Κληρονομιά από τους Ισπανούς αποικιοκράτες η γη πέρασε στον έλεγχο μιας γνωστής οικογένειας γαιοκτημόνων, και αργότερα στην εταιρία που από πίσω της συνεχίζει να βρίσκεται η οικογένεια των Κοχουάνγκος. Η οικογένεια εκτός των άλλων ευτύχησε να δει και ένα μέλος της-την Κορασόν Ακίνο- να καταλαμβάνει τον προεδρικό θώκο των Φιλιππίνων.

Κλείνουν πενήντα χρόνια, από τότε που οι εργαζόμενοι και οι αγρότες πρωτοξεκίνησαν τους αγώνες διεκδικώντας να πάρουν στα χέρια τους την γη που δουλεύουν. Η Χανσιέντα Λουιζίτα, όπως και άλλες πλούσιες περιοχές, εξαιρέθηκαν από την αγροτική μεταρρύθμιση και τώρα έχει αναγγελθεί ένα σχέδιο μετατροπής ενός μέρους της για εμπορική, μεταλλευτική και τουριστική χρήση. Η εταιρία άρχισε να απολύει εργαζόμενους και ειδικά συνδικαλιστές που αντιδρούν στα σχέδια ξεκληρίσματος του αγροτικού πληθυσμού. Ταυτόχρονα οι όροι εργασίας συνεχώς χειροτερεύουν. Επισήμως ο ημερήσιος μισθός είναι 190 πέσος περίπου (3,4 δολάρια), αλλά πολλοί είναι αυτοί που περνούν στα χέρια τους μόνο 10 πέσος μιας και η εταιρία κρατά με το παραπάνω τα δάνεια που αναγκαστικά πρέπει να πάρουν για να επιβιώσουν.

Στις αρχές του περασμένου Νοέμβρη οι δυο μεγάλες συνδικαλιστικές ενώσεις της φυτείας κήρυξαν απεργία και οι εργαζόμενοι κατέλαβαν τις εγκαταστάσεις της εταιρίας και μπλοκάρισαν τις εισόδους στα εργοστάσια ζάχαρης. Υστερα από λίγες μέρες χίλιοι περίπου στρατιώτες και αστυνομικοί, με στρατιωτικά οχήματα και εκτοξευτήρες νερού, επιτέθηκαν στους απεργούς. Στις 16 του Νοέμβρη στην προσπάθειά τους να απελευθερώσουν τις εισόδους, άνοιξαν πυρ και κτύπησαν στο ψαχνό. Οκτώ επισήμως και δεκατέσσερις ανεπισήμως απεργοί σκοτώθηκαν επί τόπου, αρκετοί τραυματίστηκαν και πάνω από τριακόσιοι συνελήφθησαν . Η κυβέρνηση δικαιολόγησε την εγκληματική επίθεση υποστηρίζοντας ότι αυτή έγινε για λόγους εθνικής ασφάλειας!!! Γι’ αυτήν η απεργία υποκινήθηκε από τους παράνομους αντάρτες του Νέου Λαϊκού Στρατού.

Η σφαγή συγκλόνισε όλη την χώρα και δημιούργησε ένα μεγάλο κύμα αλληλεγγύης. Στις κηδείες των θυμάτων, όλοι νεαροί αγρότες και εργάτες από τα γύρω χωριά, χιλιάδες κόσμου παραβρέθηκε με αισθήματα αγανάκτησης. Οι έρευνες που διατάχθηκαν παραμένουν ανενεργές ουσιαστικά. Από τότε ως και σήμερα στην Χανσιέντα Λουιζίτα η αντίσταση συνεχίζεται αδιάκοπη και παρά το βαρύ κλίμα τρομοκρατίας από τον στρατό και τις ένοπλες ομάδες της εταιρίας.

Ολη η περιοχή στο κεντρικό Λουζόν διαφεντεύεται από οικογένειες μεγάλων γαιοκτημόνων που σε συνεργασία με την κρατική γραφειοκρατία και τον στρατό έχουν καταφέρει να εξαιρεθούν από την αγροτική μεταρρύθμιση. Δεν είναι τυχαίο που οι περισσότεροι Φιλιππινέζοι μετανάστες προέρχονται από αυτήν την περιοχή. Φτωχοί, άκληροι και σε συνθήκες απόγνωσης αναγκάζονται να φύγουν από την πατρίδα τους για να επιβιώσουν.

12 Φεβ 2005

ΠΕΡΟΥ/ΡΙΝΚΟΝΑΝΤΑ - Εξαθλίωση... στην ψηλότερη πόλη του κόσμου!


Ρινκονάντα στα ισπανικά θα πει γωνία. Στα νοτιοανατολικά του Περού, κοντά στα σύνορα με την Βολιβία, στην επαρχία του Πούνο, η Ρινκονάντα είναι σκαρφαλωμένη σε υψόμετρο 5400 μέτρων. Κατέχει μια παγκόσμια πρωτιά. Είναι ο ψηλότερος αστικός οικισμός στον κόσμο, και φιλοξενεί (τρόπος του λέγειν), γύρω στις 5000 οικογένειες. Πληθυσμός γύρω στους 20000 ανθρώπους σε μια ακτίνα δέκα εκταρίων, με αποκλειστική απασχόληση στα ορυχεία χρυσού, που έχουν ιστορία πάνω από 500 χρόνια. Οι σκληρές φυσικές συνθήκες δεν είναι η μοναδική αιτία της αθλιότητας που συναντά κανείς, φτάνοντας στην πόλη με τις παράγκες και τα χαμόσπιτα. Οι συνθήκες δουλειάς στις παγωμένες στοές των ορυχείων και η απόλυτη εκμετάλλευση μαζί με τις ανύπαρκτες υποδομές στην περιοχή συμπληρώνουν την εικόνα.

Στην πόλη δεν υπάρχει πόσιμο νερό, ούτε αποχετευτικό δίκτυο, υπάρχουν μόνο δυο νοσοκόμες, μια μαία και ένας γιατρός, η μόλυνση από τις τοξικές ουσίες καθαρισμού των πετρωμάτων είναι εκτεταμένη και οι ασθένειες ειδικά στους πνεύμονες και στο νευρικό σύστημα είναι διαδεδομένες από τις πολύ μικρές ηλικίες. Στα κρατικά ορυχεία που εκμεταλλεύονται ιδιώτες εργολάβοι, η προφορική σύμβαση για τον νεοπροσλαμβανόμενο, περιλαμβάνει έναν μήνα απλήρωτη δουλεία και ύστερα από αυτόν η πληρωμή είναι η ποσότητα χρυσού μιας μέρας κάθε μήνα. Το αποτέλεσμα είναι ένας μέσος μηνιαίος μισθός που κυμαίνεται γύρω στα πενήντα δολάρια και σπανίως μπορεί να φτάσει τα 100. Οταν η "ατυχία" είναι μεγάλη και την μέρα της πληρωμένης δουλειάς δεν βγάλει μερικούς κόκκους χρυσού, τότε ο εργάτης και η οικογένεια του πρέπει να δανειστούν για να περάσουν τον μήνα.

Η δουλειά στις στοές ξεκινά στις 6 τα χαράματα, αφού πρώτα οι εργάτες πάρουν την καθημερινή ποσότητα κόκας από τους επιστάτες. Χωρίς αυτήν είναι αδύνατον να συρθούν μέσα στις στοές για δέκα ώρες περίπου κάθε μέρα, με ελάχιστο οξυγόνο, αναθυμιάσεις και αβάσταχτο κρύο. Αρκετοί τραυματίζονται συχνά από τις ανατινάξεις η τις καταρρεύσεις των στοών. Για τις πολύ στενές στοές ιδανικοί εργάτες είναι τα παιδιά. Στην Ρινκονάντα η παιδική εργασία ξεκινά από τα πολύ μικρά χρόνια. Ούτε λόγος φυσικά για κοινωνική ασφάλιση η άλλη κοινωνική προστασία. Για όλα αυτα,αλλα και για την καλοτυχία στην αναζήτηση του χρυσού, οι χρυσωρύχοι, κάνουν τάματα και προσφορές στους αρχαίους θεούς των Ινκας, που κατοικούν στα βουνά.

Το Περού συνεχίζει να βρίσκεται μέσα σε έναν ατέλειωτο κύκλο οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, με ψηλά ποσοστά ανεργίας και μεγάλης φτώχειας. Γιαυτο η Ρινκονάντα συνεχίζει να φαντάζει για αρκετούς απελπισμένους μια λύση στην ανεργία και να συγκεντρώνει οικογένειες ξεκληρισμένων από άλλες περιοχές της χώρας.

29 Ιαν 2005

Νότια Αριζόνα - Θάνατος στο Πέρασμα του Διαβόλου


Η ιατροδικαστική υπηρεσία στην Τουσόν της Αριζόνα τα τελευταία χρόνια έχει γίνει πολυδάπανη για τις οικονομικές υπηρεσίες της κομητείας Πίμα. Ταυτόχρονα με περηφάνια δηλώνει ότι διαθέτει πλέον πλούσια εμπειρία και τεχνογνωσία που θα την ζήλευαν πολλές αντίστοιχες υπηρεσίες στην χώρα αλλά και σε όλο τον Δυτικό κόσμο. Στα εργαστήριά της καθημερινά, η εργασία είναι εξαντλητική. Σχεδόν κάθε μέρα την προηγούμενη χρονιά οι συνοριοφύλακες έφερναν έναν νεκρό για αναγνώριση. Ολοι τους, δύστυχοι μεξικάνοι λαθρομετανάστες που χάνουν την ζωή τους κυρίως στην έρημο Sonoran, στον συνοριακό τομέα της Τουσόν. Αρκετούς τους ανακαλύπτουν ύστερα από μήνες, θαμμένους στην άμμο ή σε δύσβατες περιοχές και τότε η αναγνώριση γίνεται μια δύσκολη υπόθεση. Εάν ο νεκρός αναγνωριστεί μεγαλώνει η δυστυχία για την οικογένειά του στην μεξικάνικη πλευρά. Οι αμερικανικές προξενικές αρχές σε συνεργασία με την κυβέρνηση του Μεξικού, θα αναζητήσουν την οικογένεια για να πληρώσει τα έξοδα της αναγνώρισης και της ταφής. Εάν δεν γίνει κατορθωτή η αναγνώριση τότε ο νεκρός θα ταφεί σε ομαδικό τάφο. Πέρυσι 30 μη αναγνωρισμένοι νεκροί θάφτηκαν σε ομαδικό τάφο στην Πίμα.

Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 που η αμερικανική κυβέρνηση, εφάρμοσε την επιχείρηση Gatekeeper στην μεξικάνικη μεθόριο πάνω από 2200 λαθρομετανάστες έχουν χάσει την ζωή τους, στην προσπάθειά τους να αποφύγουν τα παλιά περάσματα που τώρα φρουρούνται καλά. Στην πραγματικότητα οι αμερικανικές αρχές εξωθούν τους μετανάστες να επιλέγουν το πέρασμα από τον τομέα της Τουσόν και να διαλέγουν τον "δρόμο του διαβόλου", δηλαδή την έρημο όπου οι θερμοκρασίες τόσο το καλοκαίρι όσο και τον χειμώνα είναι απαγορευτικές για τον άνθρωπο. Πριν το 1995, ο μέσος ετήσιος φόρος αίματος των μεξικανών λαθρομεταναστών ήταν περίπου 60 θάνατοι αλλά μετά το ’95 ο αριθμός εκτινάχτηκε στους 300 κάθε χρόνο. Οι θερμοπληξίες και η αφυδάτωση είναι οι πιο συνηθισμένες αιτίες θανάτου, σε θερμοκρασίες 130 βαθμών Φαρενάιτ και έχοντας να διασχίσουν αποστάσεις πάνω από 50 μίλια ερήμου. Το "Πέρασμα του Διαβόλου" είναι εδώ και αιώνες ξακουστό για τη μεγάλη δυσκολία στη διάβασή του.

Εκατοντάδες χιλιάδες Μεξικάνοι και Λατινοαμερικάνοι κάθε χρόνο επιχειρούν να περάσουν αυτή τη συνοριακή γραμμή. Οι περισσότεροι συλλαμβάνονται από τη συνοριοφυλακή και στέλνονται αμέσως πίσω. Οι υπότροποι φυλακίζονται και ύστερα απελαύνονται. Εκτός από τους συνοριοφύλακες, την περίφημη La Migra, και ακροδεξιές ομάδες έχουν δραστηριοποιηθεί για να προφυλάξουν από την ανεπιθύμητη εισβολή την "αμερικανική πατρίδα" Τα "κογιότ" (οι δουλέμποροι) όμως συνεχίζουν με τιμή 2000-2500 δολάρια να οδηγούν τους Μεξικανούς στο δρόμο του θανάτου. Η ζήτηση είναι μεγάλη και η απεγνωσμένη προσπάθεια να ξεφύγουν από την εξαθλίωση είναι πιο ισχυρή από το ρίσκο του θανάτου.

Για το τελευταίο η μοναδική πρόληψη είναι ένα τάμα στην Παρθένα της Γουαδαλούπης, την τελευταία εκκλησία πριν τα σύνορα στο μεθοριακό Σασάμπε.


15 Ιαν 2005

Νίγηρας - Ανθρωποι γεννημένοι σκλάβοι!


Το Αμπαλάκ, είναι ένα μικρό χωριό Τουαρέγκ, στον κεντροδυτικό Νίγηρα. Απέχει περίπου 800 χιλιόμετρα, από την πρωτεύουσα Νιαμέι. Οπως και στα περισσότερα χωριά της περιοχής, ο θεσμός της δουλείας είναι ευρύτατα διαδεδομένος. Κάθε "κύριος", ειδικά από τις φυλές Τουαρέγκ και Φουλάνι, ανάλογα με την οικονομική δυνατότητά του, κατέχει μια ομάδα σκλάβων, για να δουλεύουν στην κτηνοτροφία που είναι η βασική δραστηριότητα. Η σκλαβιά ανθρώπων είναι ιδιαίτερα εκτεταμένη επίσης στον βόρειο Νίγηρα, στην επαρχία Ακαντέζ, αλλά και στα νότια στην Ζιντέρ. Μόλις πρόσφατα ανθρωπιστικές οργανώσεις άρχισαν να ανακαλύπτουν την κατάσταση και να προσπαθούν να υπολογίσουν την έκταση της.

Οι άνθρωποι αυτοί, που οι περισσότεροι έχουν γεννηθεί σκλάβοι, ζούνε σε συνθήκες ανάλογες των ζωών, χρησιμοποιούνται στις δυσκολότερες και εξοντωτικές εργασίες, δεν έχουν κανένα δικαίωμα, μπορούν να πουληθούν ανά πάσα στιγμή σε ένα νέο αφέντη, τιμωρούνται με βαναυσότητα ή δολοφονούνται. Ακόμα και για την αναπαραγωγή τους τον αποκλειστικό λόγο έχει ο αφέντης τους, που καθορίζει την ηλικία και τον σύντροφο για τον γάμο.

Υπάρχει μεγάλη ασάφεια για τον πραγματικό αριθμό αυτών των ανθρώπων που ζούνε στην σκλαβιά. Πολύ συντηρητικές εκτιμήσεις τους υπολογίζουν σε 40 χιλιάδες, αλλά ορισμένοι υπολογισμοί τους φτάνουν έως και σε 800 χιλιάδες. Και αυτό γιατί δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία και η πρόσβαση σε αρκετές περιοχές της χώρας είναι πολύ δύσκολη.

Ο Νίγηρας είναι μια από τις φτωχότερες αφρικάνικες χώρες, όπου οι δυο στους τρεις κάτοικους ζούνε στο έσχατο επίπεδο της φτώχειας, το κατά κεφαλή ΑΕΠ είναι 200 δολάρια και ο μέσος όρος ζωής δεν ξεπερνά τα 45 χρόνια!! Με έκταση δυο φορές όσο η Γαλλία, συμπεριλαμβάνει τεράστιες εκτάσεις ερήμου και μόνο το υπέδαφος του έχει ιδιαίτερη άξια, μια και σε αυτό κρύβονται μεγάλα αποθέματα στρατηγικών μετάλλων και ειδικά ουρανίου. Οπως και οι υπόλοιπες χώρες της περιοχής απέκτησε την τυπική ανεξαρτησία της στην δεκαετία του ’60, φέρνει όμως ισχυρά τα ίχνη της αποικιοκρατικής λεηλασίας και καταδυνάστευσης. Αλλά και μετέπειτα οι νεο-αποικιοκρατικές δομές και η υποτελής αντιδραστική ελίτ που ανέλαβε την εξουσία δεν επέτρεψαν καμία ουσιαστική αλλαγή και πρόοδο στις κοινωνικές σχέσεις.

Η κυβέρνηση μόλις και μετά βίας τελευταία, αναγκάστηκε να νομοθετήσει σκληρές ποινές για αυτούς που κρατάνε ανθρώπους στην σκλαβιά, χωρίς όμως κάποιο ιδιαίτερο πρακτικό αντίκρισμα, ενώ ισχυρές ακόμη είναι οι φωνές που θεωρούν ότι ο θεσμός της σκλαβιάς αποτελεί μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς της Αφρικής!!!