8 Οκτ 2005

Παγιάτας-Μανίλα. Το βουνό που καπνίζει


Το Λουπάνγκ Παγκάνο, όπως ονομάζεται η γη της Επαγγελίας στα Φιλιππινέζικα, βρίσκεται στην περιφέρεια της πόλης Κεζόν, στα βορειοανατολικά της Μανίλα. Η Κεζόν, στην πραγματικότητα είναι δορυφορική πόλη της μητροπολιτικής πρωτεύουσας των Φιλιππίνων, μια πόλη-τέρας, με πάνω από δέκα εκατομμύρια κατοίκους, η δεύτερη σε μέγεθος στη ΝΑ Ασία, μετά την Τζακάρτα. Περίπου το 12% από τα 81,4 εκατομμύρια των Φιλιππινέζων κατοικούν στην Μανίλα, οι περισσότεροι σε συνθήκες απίστευτης φτώχειας, ανάμεσα σε μικρές νησίδες πλούσιων περιοχών, συνθέτοντας μια εικόνα μεγάλων ανισοτήτων. Το Λουπάνγκ Παγκάνο, φιλοξενεί την μεγαλύτερη χωματερή της Μανίλα, η οποία είναι φημισμένη για την πολυάνθρωπη κοινότητα των κατοίκων της.

Η χωματερή Παγιάτας, δέχεται κάθε μέρα πάνω από το 25% των σκουπιδιών της πρωτεύουσας, που υπολογίζονται σε πέντε χιλιάδες τόνους συνολικά. Η Παγιάτας, είναι ένα από τα πολλά «βουνά που καπνίζουν» νυχθημερόν στην περιφέρεια αλλά και στο κέντρο της πόλης. Τα βουνά αυτά είναι το σήμα κατατεθέν της ανθρώπινης εξαθλίωσης στις Φιλιππίνες. Δεκάδες χιλιάδες κόσμου ζούνε μέσα και γύρω από αυτά, γεννιούνται και πεθαίνουν συντροφιά με τα σκουπίδια. Δεν είναι Φιλιππινέζικη ιδιομορφία αυτό. Σύμφωνα με υπολογισμούς της Παγκόσμιας Τράπεζας, το 2% του πληθυσμού στις λεγόμενες αναπτυσσόμενες χώρες, ζούνε από τα σκουπίδια!!

Στην Παγιάτας οι τοπικές αρχές υπολογίζουν πως κατοικούν εξήντα χιλιάδες άνθρωποι, αν και ανεξάρτητες οργανώσεις εκτιμούν πως ο αριθμός φτάνει τις τριακόσιες χιλιάδες. Ζούνε σε τρώγλες και παράγκες, φτιαγμένες από τα υλικά της χωματερής δίχως ηλεκτρικό, νερό και αποχέτευση. Από αυτούς, το 70% δουλεύουν αποκλειστικά ή περιστασιακά στην χωματερή, κερδίζοντας κατά μέσο όρο 4 δολάρια την ημέρα. Υπολογίζεται πως το ένα τρίτο του εισοδήματος της παραγκούπολης προέρχεται από τα σκουπίδια, το εμπόριο των ανακυκλώσιμων υλικών και την ιδιοχρησιμοποίηση. Η παιδική εργασία, οι αρρώστιες και η ποικιλόμορφη εκμετάλλευση είναι καθημερινές καταστάσεις στην χωματερή. Δεν λείπουν και οι καταστροφές από τις μετακινήσεις των στοιβαγμένων σκουπιδιών που προκαλούν οι βροχές και η διάβρωση του εδάφους. Η πιο μεγάλη κατολίσθηση καταγράφτηκε το πρωινό της 10ης Ιουλίου του 2000, με αποτέλεσμα πάνω από 200 νεκρούς που θάφτηκαν κάτω από τα σκουπίδια γεγονός που συγκλόνισε όλη την χώρα.

Οι Φιλιππίνες, είναι μια τυπική περίπτωση Τριτοκοσμικής κατάστασης, αποτέλεσμα της αποικιοκρατικής και ιμπεριαλιστικής λεηλασίας και της μαφιόζικης εκμεταλλευτικής πολιτικής της ντόπιας ελίτ. Σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές το 40% των Φιλιππινέζων ζούνε σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα. Το 90% των κρατικών εσόδων πηγαίνει κάθε χρόνο για την μισθοδοσία της κρατικής γραφειοκρατίας και την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, με αποτέλεσμα να μένουν ψίχουλα για την κοινωνική πολιτική. Οι Φιλιππίνες βρίσκονται σε μια παγίδα υπανάπτυξης και φτώχειας από την αρχή της περιόδου της λεγόμενης ανεξαρτησίας τους, η ταξική πόλωση είναι απίστευτη και τα «βουνά που καπνίζουν» αποτελούν μια από τις συμβολικότερες εικόνες αυτής της κατάστασης.

* Οι προηγούμενες κυβερνήσεις Ράμος και Εστράντα, με την συνδρομή της Παγκόσμιας Τράπεζας και ορισμένων ΜΚΟ, είχαν υποσχεθεί να στεγάσουν σε ανθρώπινες φτηνές κατοικίες τους κατοίκους στα βουνά που καπνίζουν. Οπως ήταν αναμενόμενο δεν έγινε σχεδόν τίποτε και τα χρήματα -όπως κατήγγειλε πέρυσι το καλοκαίρι σε μια έρευνα της η εφημερίδα «Μanila Times»- λεηλατήθηκαν από τους εργολάβους και τους κρατικούς υπαλλήλους.

24 Σεπ 2005

Νότια Πολωνία- Chorzow Σκοτώνουν τους ανθρακωρύχους … πριν γεράσουν


Στο Chorzow είναι αρκετά συνηθισμένο στις γιορτές να συναντήσει ο επισκέπτης την μπάντα των ανθρακωρύχων να παρελαύνει στους κεντρικούς δρόμους ανάμεσα στα νεογοτθικά κτίρια. Η πόλη είναι ιστορικά, στενά δεμένη με τα ανθρακωρυχεία μιας και βρίσκεται στην περιοχή της Σιλεσίας, στη νότια Πολωνία δέκα χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Κατοβίτσε, στο κέντρο σχεδόν του ανθρακοφόρου πεδίου. Η πρώτη κοινότητα ιδρύθηκε το 1257 και από το 1934 το Chorzow, συνένωσε τα γύρω χωριά ανθρακωρύχων στον ομώνυμο δήμο. Στην περιοχή το 1791 οι Γερμανοί άνοιξαν την πρώτη στοά με το όνομα König πού έμελλε να είναι η αρχή για την δημιουργία των μεγαλύτερων Πολωνικών ανθρακωρυχείων. Από τότε η πόλη άρχισε να μεγαλώνει και μέχρι την δεκαετία του 1970 ξεπέρασε τους 150.000 κατοίκους. Οι ανθρακωρύχοι ήταν από τα πιο καλοπληρωμένα τμήματα της εργατικής τάξης. Από το 1980 όμως άρχισε η αντίστροφη πορεία. Το Chorzow έχασε το ένα τρίτο του πληθυσμού του, η φτώχεια αγκάλιασε όλες τις γειτονιές και σχεδόν κάθε σπίτι έχει και έναν άνεργο ανθρακωρύχο.

Τετρακόσιες χιλιάδες υπολογίζονταν οι εργάτες στις στοές πριν το 1990 σε ολόκληρη την χώρα. Κάθε χρόνο η παραγωγή κάρβουνου έφτανε στα 200 εκατομμύρια τόνους. Υστερα από δεκαπέντε χρόνια οι αριθμοί έπεσαν κατακόρυφα. Σύμφωνα με τις κρατικές στατιστικές στην Πολωνία υπάρχουν ακόμη 130 χιλιάδες ανθρακωρύχοι και η παραγωγή μόλις και φτάνει στα 100 εκατομμύρια τόνους. Και σαν να μην έφτανε αυτό η κυβέρνηση με οδηγίες και οικονομική υποστήριξη της Παγκόσμιας Τράπεζας εφαρμόζει ένα πρόγραμμα μείωσης της παραγωγής με κλείσιμο ορυχείων, απολύσεις που βαφτίστηκαν πρόωρες συνταξιοδοτήσεις και ιδιωτικοποιήσεις. Σύμφωνα με το πρόγραμμα της λεγόμενης αναδιάρθρωσης που αφορά την περίοδο 2003-2006, σχεδιάζεται να φύγουν από την δουλειά 28 χιλιάδες ανθρακωρύχοι και να μειωθεί κατά 14 εκατομμύρια τόνους η παραγωγή. Το εκπληκτικό είναι πως αυτό γίνεται σε μια χρονική συγκυρία που η τιμή του κάρβουνου και η ζήτηση είναι ανεβασμένες διεθνώς και όλοι οι ειδικοί προβλέπουν και άλλη άνοδο τα επόμενα χρόνια.

Διακόσιες πενήντα χιλιάδες θέσεις εργασίας χάθηκαν στην Πολωνία στην δεκαπενταετή περίοδο της λεγόμενης μετάβασης μόνο στα ορυχεία άνθρακα. Τον Οκτώβριο του 2004 τα επίσημα στοιχεία υπολόγιζαν στο 19% την ανεργία σε πανεθνικό επίπεδο αλλά στις περιοχές των ορυχείων τα ποσοστά είναι τουλάχιστον διπλάσια. Από αυτούς τους ανέργους οι περισσότεροι έχασαν εδώ και καιρό το δικαίωμα του επιδόματος και οι λίγοι ακόμη τυχεροί παίρνουν ψίχουλα στα λεγόμενα προγράμματα επανακατάρτισης. Ετσι το Chorzow αργοπεθαίνει όπως και οι υπόλοιπες πόλεις του κάρβουνου στην περιοχή του Κατοβίτσε και σε όλη την Σιλεσία.

Οι ανθρακωρύχοι όλα αυτά τα χρόνια και ιδιαίτερα μετά το 2000 προσπάθησαν να αντισταθούν. Δέκα χιλιάδες εξαγριωμένοι εργάτες συγκρούστηκαν μπροστά στο κοινοβούλιο στην Βαρσοβία, με την αστυνομία, τον Σεπτέμβρη του 2003. Φέτος, τον περασμένο Ιούλιο, οκτώ χιλιάδες διαδήλωσαν στο κέντρο της πρωτεύουσας. Απεργίες και καταλήψεις γίνονται πολύ συχνά στα ορυχεία γύρω από το Chorzow. Πρόσφατα μεγάλη απεργία ξέσπασε στο ορυχείο KWK Polska Wirek δίπλα στην πόλη. Η περιοχή, άλλωστε, έχει μεγάλη παράδοση εργατικών αγώνων. Υπήρξε ένα από τα λίκνα του εργατικού Αυγούστου του 1980, τότε που ιδρύθηκε η «Αλληλεγγύη». Εικοσιπέντε χρόνια μετά, εκείνοι οι αγώνες, παρότι προδομένοι από την συνδικαλιστική και πολιτική δεξιά και καθολική ηγεσία, στοιχειώνουν στους δρόμους του Chorzow.

* Τον φετινό Ιούλιο το Chorzow κέρδισε για λίγο την προσοχή των διεθνών ΜΜΕ. Επιλέχτηκε να φιλοξενήσει την συναυλία των U2, που οργάνωση η διεθνής καμπάνια «Κάντε την φτώχεια ιστορία» ενόψει της συνόδου των G-8 στη Σκοτία. Περίπου 70 χιλιάδες νέοι συγκεντρώθηκαν για να ακούσουν το συγκρότημα του Μπόνο να ζητάει ελεημοσύνη για την φτωχή Αφρική. Για λίγο ίσως κατάφεραν να ξεχάσουν πως ο Τρίτος Κόσμος έχει μεταφερθεί και στην χώρα τους.


10 Σεπ 2005

Μπουένος Αϊρες. Οι Κρυμμένες Πόλεις


Χωριά της μιζέριας τα λένε, ορισμένα να ξεχωρίζουν με ένα αριθμό ή με ένα όνομα που άλλοτε ξορκίζει τις άθλιες συνθήκες (Villa Paraiso) και άλλοτε τις βροντοφωνάζει (Villa la Cava). Oλα στην περιφέρεια του Μπουένος Αϊρες, αποτελούν την αργεντίνικη εκδοχή των παραγκουπόλεων που όλο και πιο συχνά συναντά κανείς σε διάφορα σημεία του πλανήτη. Τρία εκατομμύρια είναι οι κάτοικοι στην κυρίως περιοχή της πρωτεύουσας, όπως ισχυρίζεται ο μητροπολιτικός δήμος της πόλης, και άλλα δέκα εκατομμύρια και παραπάνω είναι στην περιφέρεια του, οι πιο πολλοί εσωτερικοί μετανάστες που έχουν συρρεύσει στα μεγάλα αστικά κέντρα τις τελευταίες δεκαετίες. Οι περισσότεροι από τα χρόνια του ’70 και του ’80, ζούνε στα παραγκόσπιτα, σε λαμαρινοκατασκευές και διάφορες τρώγλες. Η οικονομική κατάρρευση την δεκαετία του ’90 επέκτεινε την εξαθλίωση και βύθισε και άλλους Αργεντινούς στις συνθήκες διαβίωσης που επικρατούσαν στις παραγκουπόλεις.

Η «Villa 15» ή αλλιώς «La Ciudad Oculta», έχει τριάντα χιλιάδες περίπου πληθυσμό. Το όνομα της, «Κρυμμένη πόλη» το πήρε στα χρόνια του ’70 και συγκεκριμένα στις μέρες που έγινε στην στρατοκρατούμενη χώρα το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου. Τότε οι στρατηγοί σκέφτηκαν να κτίσουν ένα τείχος που να κρύβει πίσω του τις παραγκουπόλεις για να μην τις βλέπουν οι ξένοι επισκέπτες. Ετσι η «Κρυμμένη Πόλη» για πολλά χρόνια δεν φαινόταν από τον διπλανό μεγάλο αυτοκινητόδρομο και παρότι το τείχος κάποια στιγμή γκρεμίστηκε, το όνομα έμεινε για να θυμίζει το παρελθόν. Στην «Κρυμμένη Πόλη», όπως και στις άλλες ανάλογες που αγκαλιάζουν την πρωτεύουσα, η ανεργία και η φτώχεια έχουν φέρει την εγκληματικότητα, τις ασθένειες και την εξαθλίωση. Μόνο στο Μπουένος Αιρες, σύμφωνα με τις κρατικές στατιστικές το 70% των νέων ζούνε κάτω από το όριο της φτώχειας, όπως άλλωστε και ο μισός πληθυσμός της χώρας. Μιας χώρας πάμπλουτης σε παραγωγικές δυνατότητες που ο ιμπεριαλισμός και οι τοπικές εκμεταλλευτικές ελίτ την έχουν στείλει πιο πίσω και από χώρες του Τρίτου Κόσμου.

Στην Αργεντινή, χώρα τεράστια και αραιοκατοικημένη, ο «παραλογισμός» του καπιταλιστικού εκμεταλλευτικού συστήματος οδήγησε πάνω από το 1/3 του πληθυσμού να στοιβάζεται στην πρωτεύουσα, σε άθλιες συνθήκες και μάταια να αναζητά τα στοιχειώδη για να επιβιώσει. Παρά τις κυβερνητικές υποσχέσεις για έξοδο από την κρίση οι Αργεντινοί, αλυσοδεμένοι με το τεράστιο εξωτερικό χρέος και με συνεχείς οικονομικές θεραπείες-σοκ στριφογυρίζουν χρόνια τώρα σε ένα μελαγχολικό ταγκό με την αθλιότητα. Την ίδια στιγμή φυσικά μια αισχρή μειοψηφία συνεχίζει να πλουτίζει και οι αριθμοί πιστοποιούν πως η κοινωνική πόλωση είναι πρωτοφανής.

* Η «Κρυμμένη Πόλη», πρόσφατα ήρθε στην επικαιρότητα με αφορμή μια έκθεση φωτογραφιών που παρουσιάστηκε στις ΗΠΑ. Οργανώθηκε από την κολεκτίβα «p.h 15», μια ομάδα νέων που συμμετέχουν σε ένα πρόγραμμα που δημιούργησε ο φωτογράφος Martin Rosenthal, που εκπαιδεύονται στην τέχνη της φωτογραφίας αποτυπώνοντας την ζωή στις παραγκουπόλεις. Ολοι τους ήταν χαμίνια στην «Κρυμμένη Πόλη», πριν πάρουν στα χέρια τους τις φωτογραφικές μηχανές.

30 Ιουλ 2005

Πλανήτης Γη. Η απειλητική επιστροφή του «χτικιού»

 
 
Συναγερμό έχουν κηρύξει οι διεθνείς οργανισμοί υγείας και παρακολούθησης των επιδημιών εξαιτίας της εντυπωσιακής επανεμφάνισης τα τελευταία χρόνια της φυματίωσης σε εκτεταμένες περιοχές του πλανήτη. Υστερα από μια συνεχή μείωση των αριθμών από τις αρχές του αιώνα ως τα τέλη του ’80, η φυματίωση επανήλθε απειλητική και σήμερα θεωρείται σταθερά μέλος της θανατηφόρας «τριάδας» των επιδημικών ασθενειών. AIDS, φυματίωση και ελονοσία σκοτώνουν μαζικά και απειλούν με μεγαλύτερη εξάπλωση. Σύμφωνα με κάποιες τελευταίες προβλέψεις, ανάμεσα στο 2002 και στο 2020, 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι θα κτυπηθούν από τον βάκιλο, 150 εκατομμύρια από αυτούς θα ασθενήσουν και 36 εκατομμύρια δεν θα καταφέρουν να ζήσουν! Εχει υπολογιστεί πως τουλάχιστον 8 εκατομμύρια περιπτώσεις φυματίωσης προστίθενται κάθε χρόνο.
Στην τραγική λίστα ορισμένες χώρες που συγκεντρώνουν μεγάλους πληθυσμούς βρίσκονται στην κορυφή. Κίνα, Ινδία, Βραζιλία, Μπαγκλαντές, Ινδονησία, Πακιστάν, Νιγηρία, Ρωσία και Τανζανία είναι οι μεγάλοι πρωταγωνιστές. Υπολογίζεται πως 22 χώρες συγκεντρώνουν το 80% των κρουσμάτων. Το ιδιαίτερο των τελευταίων χρόνων είναι το θεαματικό μπουμ στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, που πλησίασαν γρήγορα τριτοκοσμικά ποσοστά. Ειδικά στην Ρωσία τα πράγματα φαίνεται πως έχουν ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Επίσημα έχουν καταγραφεί 30 χιλιάδες θάνατοι το 2004 και 190 χιλιάδες νέα κρούσματα. Οι ρυθμοί εξάπλωσης έχουν τριπλασιαστεί από το 1991, με αποτέλεσμα οι δείκτες να έχουν πλησιάσει τους αντίστοιχους αρκετών χωρών του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου, με 100 έως 300 κρούσματα στις 100 χιλιάδες και πλέον η Ρωσία έχει ξεπεράσει ακόμη και τις χώρες της Λατινικής Αμερικής! Σύμφωνα με κρατικές στατιστικές η ομάδα υψηλού κινδύνου είναι οι φυλακισμένοι, με έναν στους δέκα να ‘ναι φυματικός, ενδεικτικό όχι μόνο των άθλιων συνθηκών εκεί, αλλά και της κοινωνικής προέλευσης των παραβατών του νόμου. Ο Μιχαήλ Πέρελμαν, ειδικός στην επιδημιολογική παρακολούθηση της φυματίωσης στην Ρωσία, υπολογίζει πως οι κοινωνικοί παράγοντες ευθύνονται κατά 85% για την εξάπλωση της φυματίωσης στην χώρα.




Πράγματι, ύστερα από την κατάρρευση στην Ανατολική Ευρώπη και τη Ρωσία, η φυματίωση αποτελεί έναν αδιάψευστο δείκτη της οικονομικής και κοινωνικής οπισθοδρόμησης που συνέβη σε αυτές τις χώρες. Φτώχεια, κακή και ελλιπής διατροφή, άσχημες συνθήκες διαβίωσης και εργασίας, κατάρρευση του συστήματος υγείας, πρόληψης και περίθαλψης είναι οι βασικοί λόγοι για αυτή την τραγική επιστροφή. Στους ίδιους ρυθμούς με τη Ρωσία κινείται και η Ρουμανία και ακολουθούν οι υπόλοιπες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Ανεξέλεγκτη είναι η κατάσταση και στη υποσαχάρια Αφρική. Από το κέρας της Ηπείρου ως το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας ο συνδυασμός του AIDS και της φυματίωσης σκοτώνει μαζικά χιλιάδες ανθρώπους καθημερινά. Είναι η μοναδική περιοχή που ο Διεθνής Οργανισμός Υγείας, που θέλει πάντα να δίνει προοπτικές αισιοδοξίας, έχει σηκώσει τα χέρια ψηλά και περιγράφει με μελανά χρώματα το μέλλον.
Συνολικά κοιτώντας την επιστροφή της φυματίωσης δεν μπορούμε παρά να διαπιστώσουμε για μια ακόμη φορά, πως η κοινωνική βαρβαρότητα που επικρατεί πλέον σε όλο τον κόσμο, πέρα από τα υπόλοιπα, ευθύνεται και για αυτό το φαινόμενο. Μεσαίωνας σε όλα και στις επιδημίες και τις ασθένειες. Σε μια εποχή που κανονικά τα επιστημονικά επιτεύγματα και οι οικονομικές δυνατότητες έπρεπε προ πολλού να κάνουν ιστορικό παρελθόν την φυματίωση ο καπιταλισμός αποδείχνεται πως αποτελεί και σε αυτό, το μεγαλύτερο και πιο θανατηφόρο εμπόδιο.


*Επίπεδα συναγερμού έχουν καταγραφεί τα τελευταία χρόνια και στο Λονδίνο, στην καρδιά του Πρώτου Κόσμου. Δώδεκα δήμοι της αγγλικής πρωτεύουσας έχουν πάνω από 40 περιπτώσεις ανά 100 χιλιάδες κατοίκους και 4 στις 10 περιπτώσεις στην Αγγλία και την Ουαλία καταγράφονται εδώ. Ολες οι περιοχές είναι γειτονιές με εργάτες και μετανάστες, για να υπογραμμιστεί πως η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία επιστρέφει ολοταχώς στο παρελθόν…

16 Ιουλ 2005

Λεσόθο -Νότια Αφρική. Πώς οι εργάτες στον ιματισμό ανακάλυψαν την Κίνα

 

Το αφρικανικό βασίλειο του Λεσόθο, που σχετικά πρόσφατα απέκτησε και κοινοβούλιο, είναι μια ορεινή περιοχή περιτριγυρισμένη από τη Νότια Αφρική. Αγγλικό προτεκτοράτο από τα μέσα του 19ου αιώνα, απέκτησε την τυπική ανεξαρτησία του, μόλις στα 1966 και από τότε ζει στη σκιά του ισχυρού και μοναδικού γείτονα που ασκεί άλλοτε ανοικτή και άλλοτε παρασκηνιακή παρέμβαση και επιρροή. Για αιώνες η κτηνοτροφία αποτελούσε τη μοναδική σχεδόν απασχόληση του μαύρου πληθυσμού και η μετανάστευση για εργασία στα εργοστάσια και τα ορυχεία της Ν. Αφρικής ήταν η δεύτερη μοναδική διέξοδος για τους νέους. Τυπική περίπτωση των ισχυρών αποτυπωμάτων της εποχής της αποικιοκρατίας και της μετα-αποικιακής κατάρρευσης, το Λέσοθο ζούσε μέσα στη φτώχεια και τη δυστυχία, την καθυστέρηση και την αφάνεια. Με τη συνδρομή του AIDS το προσδόκιμο μέσο όριο ζωής είναι τα 32 χρόνια για τους άνδρες και 38 για τις γυναίκες, οι κλιματικές συνθήκες και οι περιοδικές ξηρασίες βύθιζαν τους κτηνοτρόφους στην απόγνωση και το μέσο κατά κεφαλή εισόδημα με δυσκολία ξεπερνούσε το 1,5 δολάριο την ημέρα.
Αυτή ήταν η κατάσταση όταν το Λέσοθο συμπεριλήφθηκε στη λίστα των 37 «τυχερών» κρατών της υποσαχάριας Αφρικής που δημιούργησε η αμερικανική διοίκηση Κλίντον, στα πλαίσια της πρωτοβουλίας AGOA. Δηλαδή στη δυνατότητα αυτών των κρατών να στέλνουν στις αμερικανικές αγορές, χωρίς δασμούς και όρια, μια σειρά προϊόντα μεταποίησης, με πρώτα τα ενδύματα και τα υφαντουργικά. Η πρωτοβουλία παρουσιάστηκε σα μεγάλο δώρο για την ανάπτυξη της υποσαχάριας Αφρικής και από τότε το Λεσόθο γνώρισε μια μαζική είσοδο Ταϊβανέζικων, Μαλαισιανών και Κινέζικων επιχειρήσεων κατασκευής ενδυμάτων. Στην πραγματικότητα αυτές οι επιχειρήσεις ήταν υπεργολάβοι μεγάλων αμερικανικών πολυεθνικών σαν την Walmart. Το Λεσόθο υποδέχθηκε αυτές τις επιχειρήσεις με δεσμεύσεις για πλήρη απαλλαγή από φόρους, καμία εργατική προστατευτική νομοθεσία και με μισθούς που δεν ξεπερνούν τα 38 δολάρια την εβδομάδα, με στοιχεία σημερινά. Ετσι, οι κτηνοτρόφοι έγιναν υφαντουργοί και κατασκευαστές ενδυμάτων και γύρω από την πρωτεύουσα Μασέρου ξεφύτρωσαν δεκάδες τεράστιες μονάδες. Μέχρι τα τέλη του 2004 υπολογίζονταν σε πενήντα χιλιάδες οι εργάτες, κύρια γυναίκες, που δούλευαν σε αυτά τα σύγχρονα εργοστάσια σκλάβων δώδεκα και δεκατέσσερις ώρες την ημέρα, όλη την εβδομάδα, σε απίστευτα άθλιες και εξοντωτικές συνθήκες. Σχεδόν το 3% του συνολικού πληθυσμού του Λεσόθο!
Αυτά μέχρι το Δεκέμβρη του 2004. Με την κατάργηση των ποσοστώσεων στα υφαντουργικά προϊόντα οι ιδιοκτήτες των εργοστασίων αποφάσισαν να φύγουν από το Λεσόθο, μιας και τώρα μπορούν να στέλνουν απευθείας τα προϊόντα τους στις αμερικανικές αγορές από την Ασία. Ετσι, έξι εργοστάσια με 6500 εργάτες έκλεισαν σε μερικές μέρες το Δεκέμβρη και το Γενάρη και άλλα ετοιμάζονται να κλείσουν. Ούτε λόγος, φυσικά, για αποζημιώσεις ή άλλες δεσμεύσεις και καλύψεις κ.λπ. Οπως ήρθαν ξαφνικά, έτσι και φύγανε. Χιλιάδες απεγνωσμένοι εργάτες τριγυρνούν τώρα έξω από τις πύλες των άδειων, πια, κτιρίων, η κυβέρνηση πανικόβλητη εκλιπαρεί τους εναπομείναντες να μην ακολουθήσουν τη φυγή και το Λεσόθο κινδυνεύει με μια τρομακτική ανθρωπιστική και κοινωνική κρίση.
Όπως και αλλού, οι άνεργοι ψάχνουν να βρουν κατά πού πέφτει αυτή η μακρινή καταραμένη χώρα που την ονομάζουν Κίνα και κλέβει τις δουλειές των ανθρώπων. Με τη συνδρομή των δυτικών ΜΜΕ αλλά και της τοπικής ελίτ ο εχθρός βρέθηκε. Ετσι μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι. Οι δύστυχοι παλιοί κτηνοτρόφοι και τώρα άνεργοι δεν θα σκεφτούν πως οι πραγματικοί εχθροί είναι οι απόγονοι των παλιών αποικιοκρατών. Οι πολυεθνικές και ο ιμπεριαλισμός, που σε συνεργασία με τις τοπικές διεφθαρμένες ελίτ χρησιμοποιούν τους ανθρώπους ως αναλώσιμο υλικό με μοναδικό σκοπό το κέρδος, υποκρίνονται πως τους βοηθούν και τους εγκαταλείπουν σε χειρότερη κατάσταση από αυτήν που τους βρήκαν.

*Το Νοέμβρη του 2003 η αστυνομία βρέθηκε μπροστά σε ένα οργισμένο πλήθος είκοσι χιλιάδων εργατών, που συμμετείχαν σε μια 24ωρη απεργία για αυξήσεις στους μισθούς και οργάνωσαν μια διαδήλωση στην πρωτεύουσα. Από την επίθεση της αστυνομίας, που πυροβόλησε στο ψαχνό, σκοτώθηκαν επίσημα δύο απεργοί και τραυματίστηκαν πάνω από εκατό. Την απεργία οργάνωσε το συνδικάτο LECAWU και τα συνδικάτα στη Νότια Αφρική εκδήλωσαν την αλληλεγγύη τους.

2 Ιουλ 2005

Λαμποούκ- Βόρεια Σουμάτρα. Το τσουνάμι …σκοτώνει ακόμη


Το Λαμποούκ βρίσκονταν μέχρι τον περασμένο Δεκέμβρη στα δυτικά παράλια του Ατσεχ, ανάμεσα σε καταπράσινους λόφους πάνω σε μια εύφορη κοιλάδα στην βόρεια Σουμάτρα. Υστερα από τον μεγάλο σεισμό και τα παλιρροϊκά κύματα στην θέση του χωριού υπάρχει πλέον μια ακάλυπτη έκταση. Εκτός από το κεντρικό τζαμί όλα τα υπόλοιπα κτίσματα καταστράφηκαν και από τους έξι χιλιάδες κατοίκους σώθηκαν μόνο χίλιοι. Τώρα μόνο ελάχιστες σκηνές γύρω από το μοναδικό κτίριο θυμίζουν την ύπαρξη του χωριού και περίπου τριακόσιοι άνθρωποι επιμένουν να προσπαθούν να ξαναρχίσουν να ζούνε εκεί, μέσα σε αντίξοες συνθήκες και αβοήθητοι.

Και πριν τον σεισμό που κτύπησε στα ανοιχτά της Σουμάτρα, το Λαμποούκ ήταν μια φτωχική περιοχή και απομονωμένη, εκτός των άλλων και γιατί βρίσκεται κοντά στις βάσεις των αυτονομιστών ανταρτών του «Απελευθερωτικού Κινήματος του Ατσεχ». Τώρα όμως η κατάσταση είναι τραγική. Το αλμυρό νερό κατέστρεψε τη γη των ορυζώνων του χωριού, που εκτείνονται σε 160 εκτάρια και οι ειδικοί προβλέπουν πως πρέπει να περάσουν ακόμη έξι ή και δώδεκα μήνες για να ξανά-καλλιεργηθούν. Οι αντάρτες προσπάθησαν να βοηθήσουν τις πρώτες μέρες τους κατοίκους του χωριού μεταφέροντας ρύζι και φάρμακα. Μετά από πέντε μέρες όμως εμφανίστηκε ο Ινδονησιακός στρατός και ανάγκασε τους κατοίκους να μετακομίσουν στην πρωτεύουσα της επαρχίας, την Μπάντα Ατσεχ και από τότε η περιοχή στρατοκρατείται, η κίνηση των κατοίκων ελέγχεται με ειδικές άδειες και η ανοικοδόμηση είναι ανύπαρκτη. Οπως καταγγέλλεται τώρα από παρά πολλές πλευρές, η περίφημη ανθρωπιστική βοήθεια από την Δύση και τους διεθνείς οργανισμούς εκτός από ελάχιστη ήταν και άνιση. Μοιράστηκε στις πλούσιες ομάδες και περιοχές, ληστεύτηκε από τα διεφθαρμένα καθεστώτα και τίποτε σχεδόν δεν πήγε σε αυτούς που την είχαν πραγματικά ανάγκη.

Το Ατσεχ κτυπήθηκε βαριά από το σεισμό και το τσουνάμι. Σχεδόν οι δύο στους τρεις νεκρούς από τους 150.000 Ινδονήσιους, θύματα της καταστροφής, προέρχονταν από αυτήν την περιοχή. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες κρατικές στατιστικές, που αναφέρονται στο 2002, το Ατσεχ είναι μια από τις πιο φτωχές περιοχές της Ινδονησίας. Το 48% των κατοίκων δεν είχαν πρόσβαση σε πόσιμο νερό και το 38% σε στοιχειώδη ιατρική περίθαλψη. Ανάμεσα στο 1999 και το 2002 η φτώχεια είχε διπλασιαστεί και η παιδική θνησιμότητα γνώρισε μεγάλη άνοδο. Ετσι ο σεισμός συμπλήρωσε μια ήδη τραγική εικόνα. Η κυβέρνηση της Τζακάρτα, αρπάζοντας την ευκαιρία, έστειλε πιο πολλούς στρατιώτες παρά χρήματα στο Ατσεχ, με στόχο την καταστολή του αυτονομιστικού κινήματος σε μια στιγμή που η καταστροφή των χωριών του στερούσε τις βάσεις στήριξης. Η βοήθεια σταματούσε τις πιο πολλές φορές στα σύνορα της περιοχής με το πρόσχημα πως υπήρχε κίνδυνος να καταλήξει στα χέρια των ανταρτών. Την ίδια στιγμή ο στρατός συνέχιζε τις επιχειρήσεις και αναφέρθηκαν αρκετά περιστατικά μαζικών δολοφονιών χωρικών που -σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του καθεστώτος- ήταν υποστηρικτές των αυτονομιστών. Οι τελευταίοι έχουν πάρει τα όπλα από το 1976, διεκδικώντας ανεξαρτησία σε μια περιοχή με πλούσιο υπέδαφος που κατοικείται από 4,5 εκατομμύρια ανθρώπους. Στα τριάντα, σχεδόν, χρόνια που κρατάει η σύγκρουση πάνω από δέκα χιλιάδες έχουν σκοτωθεί κύρια από τον ντόπιο πληθυσμό.

* Στην δεκασέλιδη έκθεσή της, που δημοσιεύτηκε στα τέλη του Ιούνη, η γνωστή μεγάλη δυτική ΜΚΟ «Οξφαμ», καταγγέλλει πως σε όλες τις πληγείσες χώρες, έξι μήνες μετά το τσουνάμι, οι φτωχοί πήραν μόνο ψίχουλα για βοήθεια και συνεχίζουν να ζούνε σε καταυλισμούς μέσα σε άθλιες συνθήκες. Η ανοικοδόμηση έχει μείνει απλή υπόσχεση και σχέδιο στα χαρτιά.

18 Ιουν 2005

Νικαράγουα - Λα Ιντια. Παιδιά στις σκοτεινές στοές


Ο Κάρλος Αλμπέρτο Φλέτε είναι δώδεκα χρόνων. Ο συνονόματος του Κάρλος Αρτίτα είναι δύο χρόνια μεγαλύτερος, γύρω στα δεκαπέντε όσο και ο φίλος του Χουάν Λαγκούνα. Ενδιάμεσος στην ηλικιακή σειρά, ο δεκατριάχρονος Τζούνιορ Καλντερόν. Ο δεκαεπτάχρονος Ενρίκε Ουρούτια είναι ο αρχηγός που συμπληρώνει μια ομάδα παιδιών από την βόρειο-δυτική Νικαράγουα. Τα ενώνει το στοιχειωμένο ορυχείο χρυσού Λα Ιντια, που βρίσκεται σε αυτήν την περιοχή που απέχει περίπου εκατόν-τριάντα μίλια από την πρωτεύουσα Μανάγκουα. Ο Ενρίκε είναι ο παλιότερος, με δέκα χρόνια δουλειάς στις στοές και τα ρήγματα.

Κάθε μέρα η παρέα, ανάμεσα σε άλλα τετρακόσια παιδιά, τρυπώνει στις εγκαταλειμμένες στοές του ορυχείου, κατεβαίνει δίχως κανένα εξοπλισμό μέχρι και 30 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης με μοναδικό εργαλείο ένα βαρύ σφυρί. Εκεί θα προσπαθήσει όλη την μέρα να ανακαλύψει μερικούς κόκκους χρυσάφι. Αν η μέρα είναι τυχερή, πράγμα διόλου εύκολο, τότε η παρέα μπορεί να κερδίσει ίσα με τρία δολάρια. Διαφορετικά θα φύγει με άδεια χέρια, παρά τις προσπάθειες να ξεπλύνουν όσο καλύτερα γίνεται το μετάλλευμα για να ανακαλύψουν κάποιο, κρυμμένο καλά, κόκκο χρυσού.

Οι συνθήκες στο Λα Ιντια είναι πολύ επικίνδυνες εκτός των άλλων και επειδή είναι εγκαταλειμμένο και δεν συντηρείται. Τα παιδιά από τις γύρω ιθαγενικές κοινότητες, που δουλεύουν εκεί και κάνουν δύο ώρες ποδαρόδρομο κάθε μέρα για να φτάσουν στο ορυχείο, πάσχουν μαζικά από υποσιτισμό, αφυδατώσεις, νεφρικές δυσλειτουργίες και ασθένειες των πνευμόνων. Μερικές φορές κινδυνεύουν από παγιδεύσεις μέσα στις παλιές στοές ή από τις αναθυμιάσεις.

Ακραία αλλά όχι μοναδική για τα δεδομένα της χώρας η κατάσταση στο ορυχείο χρυσού. Και σε άλλα ορυχεία αλλά και σε μια μεγάλη λίστα από βαριές χειρωνακτικές δουλειές η παιδική εργασία είναι πολύ διαδεδομένη. Γύρω στις τριακόσιες χιλιάδες παιδιά που αντί να πηγαίνουν στα σχολεία για την βασική εκπαίδευση, γίνονται αντικείμενα σκληρής εκμετάλλευσης. Η Νικαράγουα πιο φτωχή από ποτέ, ύστερα από το ανολοκλήρωτο σαντινιστικό διάλειμμα, έχει ξαναπέσει στην αθλιότητα και την μιζέρια. Πάνω από το 70% των πεντέμισι εκατομμυρίων Νικαραγουανών ζει σε συνθήκες απόλυτης ένδειας. Με ένα μέσο ετήσιο εισόδημα επτακόσια δολάρια, η χώρα είδε τα τελευταία χρόνια την συνεχή οικονομική κατάρρευση. Υπολογίζεται πως χάθηκε πάνω από το 1/3 του συνολικού εθνικού προϊόντος από το 1980 και η χώρα πέφτοντας πολλά σκαλοπάτια στην παγκόσμια κατάταξη έφτασε να θεωρείται σαν μια από τις φτωχότερες στο Δυτικό Ημισφαίριο.

Ετσι δεν είναι καθόλου παράξενο που η παιδική εργασία έχει επεκταθεί μαζί με μια σειρά άλλα κοινωνικά φαινόμενα αποσύνθεσης και σκληρής εκμετάλλευσης. Πριν δύο χρόνια στην γειτονική Κοσταρίκα ανακαλύφθηκε κύκλωμα δουλεμπορίου παιδιών στις φυτείες που έφερνε παιδιά από την Νικαράγουα. Τελευταία η φτώχεια ξανάβγαλε μαζικά τους Νικαραγουανούς στους δρόμους. Τον περασμένο Απρίλη χιλιάδες συγκρούστηκαν με την αστυνομία στην Μανάγκουα στις κινητοποιήσεις ενάντια στις αυξήσεις των τιμών που εξήγγειλε η κυβέρνηση.

*Πρόσφατα η «Διεθνής Οργάνωση Εργασίας», εγκαινίασε ένα πρόγραμμα επανένταξης των μικρών χρυσωρύχων στην εκπαίδευση. Τίτλος του προγράμματος «Από το ορυχείο στο σχολείο». Αφορά όμως, μόνο, τρεις εκατοντάδες παιδιά σε όλη την χώρα, αποδείχνοντας για μια ακόμη φορά πως η λεγόμενη βοήθεια δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια ασπιρίνη σε ένα βαριά άρρωστο.

4 Ιουν 2005

Καμπότ- Καμπότζη. Παιδικά χέρια…και φθηνό φυσικό αλάτι


Η Καμπότ είναι η νοτιότερη στα δυτικά επαρχία της Καμπότζης, στον κόλπο της Ταυλάνδης , γύρω στα 150 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα Πνομ-Πενχ. Εκτείνεται δυτικά ως τα βουνά των Ελεφάντων από τα οποία η ψηλότερη κορυφή, το Μποκόρ στα 1080 μέτρα, «βλέπει» όλη την πεδινή περιοχή της επαρχίας ως την θάλασσα. Τα τελευταία χρόνια τα παράλια έχουν γίνει δημοφιλής τουριστικός προορισμός και όχι άδικα. Η φυσική ομορφιά της περιοχής και οι φθηνές υπηρεσίες των ντόπιων βοήθησαν μεγάλες τουριστικές αλυσίδες να έρθουν και να επενδύσουν. Αυτή είναι η μια όψη της επαρχίας που μπορεί να την ανακαλύψει κανείς σε τουριστικούς οδηγούς, ιστοσελίδες και καρτ-ποστάλ.

Η άλλη είναι η πραγματική ζωή της πλειοψηφίας του πληθυσμού που υπολογίζεται σε 580 χιλιάδες ψυχές σε όλη την Καμπότ. Αναμεσά τους περίπου πενήντα χιλιάδες ζούνε γύρω από τις φημισμένες αλυκές της επαρχίας «καλλιεργώντας» μια έκταση 3,3 εκ. εκταρίων για να βγάλουν ογδόντα χιλιάδες τόνους κατά μέσο όρο φυσικό θαλασσινό αλάτι τον χρόνο. Το αλάτι της Καμπότ θεωρείται πολύ καλής ποιότητας μιας και παράγεται σε όλα τα στάδια με τα χέρια και φυσικά μέσα.

Για νάναι όμως φτηνό το αλάτι πρέπει νάναι και φτηνά τα χέρια που το μαζεύουν. Ετσι στις αλυκές η παιδική εργασία από πολύ μικρή ηλικία είναι αρκετά διαδεδομένη κάτω από ιδιαίτερα σκληρές συνθήκες.Το θαλασσινό νερό πρέπει να οδηγηθεί σε περιφραγμένες εκτάσεις διαδοχικά και αυτό απαιτεί σκληρή χειρωνακτική δουλειά. Εκθεση στον ήλιο όλη την ημέρα, μεταφορές μεγάλων φορτίων, υγρασία και ασθένειες συνθέτουν μια εικόνα που ακόμη και για τα Καμποτζιανά δεδομένα – που η παιδική εργασία είναι κάτι το συνηθισμένο- είναι αρκετά ακραία. Πάνω από 1500 παιδιά κάτω των δέκα ετών θα συναντήσει κανείς καθημερινά στις αλυκές της Καμπότ.

Σε περίπου ενάμισι εκατομμύριο ανεβάζουν οι διάφορες ανθρωπιστικές οργανώσεις τα παιδιά που δουλεύουν –ενώ δεν θάπρεπε- στους διάφορους νόμιμους και παράνομους τομείς στην χώρα. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα, ανθεί ιδιαίτερα ο σεξοτουρισμός και η παιδική αναγκαστική πορνεία. Αποτέλεσμα της καταστροφής και της εξαθλίωσης που ακολούθησε την ιμπεριαλιστική επέμβαση, την Βιετναμική εισβολή και τον εμφύλιο πόλεμο. Αγαπημένο «ανθρωπιστικός» στόχος η Καμπότζη για τις δυτικές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, θεωρείται στην Δύση θύμα των Κόκκινων Διαβόλων του Πολ-Ποτ οι οποίοι –σύμφωνα με την διαδεδομένη άποψη- κατέστρεψαν την χώρα με τον «αγροτικό κομμουνισμό» που προσπάθησαν να επιβάλλουν.

Η αλήθεια –όπως είναι φυσικό- είναι αρκετά διαφορετική από την κατασκευασμένη εικόνα των δυτικών ΜΜΕ. Η λεηλασία της αποικιοκρατίας και τα εγκλήματα των Αμερικάνων ιμπεριαλιστών ευθύνονται κατά κύριο για την σύγχρονη απελπισία των Καμποτζιανών. Και η ανθρωπιστική προσφορά των μεγάλων ΜΚΟ της Δύσης όχι μόνο δεν εξαγοράζει αυτήν την προιστορία αλλά ταυτόχρονα αποτελεί το αντίδωρο για την μετατροπή της Καμπότζης σε μια δεύτερη αθλιότερη Ταυλάνδη.


*Πρόσφατα ο γνωστός ηθοποιός Ρότζερ Μούρ, με το φιλανθρωπικό ομώνυμο ίδρυμα του που ασχολείται με την έλλειψη φυσικού ιωδίου στα παιδιά των φτωχών Ασιατικών χωρών, ενέσκηψε στην Καμπότζη για να προωθήσει την εκστρατεία αυτή. Τα παιδιά στις αλυκές εξαιρέθηκαν σαν προνομιούχα…

21 Μαΐ 2005

Σαβάρ-Μπαγκλαντές Φθηνά ρούχα… φτιαγμένα με αίμα


Ηταν περασμένα μεσάνυχτα της Κυριακής προς Δευτέρα 11 του φετινού Απρίλη όταν μια εκκωφαντική έκρηξη συντάραξε την γειτονιά του Παλασχμπάρι στην Σαβάρ, μια πόλη γεμάτη εργοστάσια και βιοτεχνίες ρούχων, τριάντα-δύο χιλιόμετρα βόρειο-δυτικά της Ντάκα. Εννιά μονάδες της εταιρίας Σπέκτρουμ τινάχτηκαν κυριολεκτικά στον αέρα, κάνοντας σωρό ερειπίων ένα τεράστιο κτιριακό συγκρότημα και θάβοντας κάτω από αυτά, εκατοντάδες εργάτες. Για μέρες τα σωστικά συνεργεία προσπαθούσαν να απεγκλωβίσουν τους θαμμένους και ο ανεπίσημος απολογισμός ξεπέρασε τους εκατό νεκρούς. Ολοι τους εργάτες και εργάτριες που δούλευαν νυκτερινή βάρδια, όταν έσκασε ένας λέβητας θέρμανσης νερού. Η Σπέκτρουμ περηφανεύονταν για την μεγάλη παραγωγική ικανότητά της και τους φημισμένους πελάτες της, ανάμεσα στους οποίους συγκαταλέγονταν η ισπανική Zara και το γαλλικό Carrefour. Η καταστροφή «έκλεψε» ελάχιστο από τον χρόνο των δυτικών ΜΜΕ, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού των νεκρών. Ως εκεί όμως. Από τότε μέχρι τώρα οι εργατικές ενώσεις μάταια συνεχίζουν να διεκδικούν τιμωρία των ενόχων, αποζημιώσεις και καλυτέρευση των συνθηκών ασφαλείας αντιμετωπίζοντας την κρατική αδιαφορία.

Δεν ήταν άλλωστε η πρώτη φορά. Εκατοντάδες τραγωδίες έχουν συμβεί στα εργοστάσια ρούχων στο Μπαγκλαντές, από πυρκαγιές, εκρήξεις και καταρρεύσεις κτιρίων τα τελευταία χρόνια με απολογισμό πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Αποτέλεσμα ενός παραγωγικού «μπουμ» η χώρα έχει περίπου 3000 εργοστάσια ρούχων και υφασμάτων που απασχολούν περίπου 1,8 εκατομμύρια εργάτες. Η μεγάλη πλειοψηφία τους (πάνω από το 80%) είναι γυναίκες που δουλεύουν 12 έως 14 ώρες την μέρα, με ένα μισάωρο διάλειμμα επί επτά μέρες την εβδομάδα και αμείβονται με 1500-2000 τακάς, δηλαδή 20 με 30 δολάρια των μήνα. Οι περισσότερες μονάδες βρίσκονται στην περιφέρεια της πρωτεύουσας και υποδέχονται τους εξαθλιωμένους αγρότες που συρρέουν στα αστικά κέντρα για ένα μεροκάματο. Εχουν εγκατασταθεί σε ετοιμόρροπα κτίρια, χωρίς καμιά πρόνοια υγιεινής και ασφάλειας και αποτελούν κανονικά φέρετρα. Εκθέσεις διεθνών οργανισμών και των συνδικάτων περιγράφουν με μαύρα χρώματα την αθλιότητα, την εκτεταμένη παιδική εργασία, τις ασθένειες στα πνευμόνια, τις διαδεδομένες μολύνσεις, τα συχνά ατυχήματα και την βαναυσότητα που επικρατεί.

Στο Μπαγκλαντές το 1970, πριν την ανεξαρτησία, υπήρχε μόνο ένα εργοστάσιο ρουχισμού και το 1981 στον κλάδο δούλευαν περί τους 5000 εργάτες. Από τότε, όλες σχεδόν οι μεγάλες αλυσίδες και πολυεθνικές μπήκαν στην αγορά της χώρας κυνηγώντας το φτηνό εργατικό κόστος. Μεγάλα ονόματα, σαν την ADIDAS και την ΝΙΚΕ, κολλάνε τις ετικέτες τους στα ρούχα που ράβουν οι εξαθλιωμένοι εργαζόμενοι στο Μπαγκλαντές, δίνοντας για αντίτιμο εξευτελιστικές τιμές. Κρατική προστασία μηδέν. Η χώρα κυβερνάται από την αρχή της σύντομης ιστορίας της από μαφιόζικες διεφθαρμένες ομάδες που είναι έτοιμες να εξαγοραστούν ανά πάσα στιγμή. Το μόνο που ξέρουν να κάνουν καλά είναι να στέλνουν από καιρού εις καιρόν την αστυνομία να τσακίζει όσους εργαζόμενους αποφασίσουν να απεργήσουν.

Σχεδόν «μονοκαλλιέργεια» η βιομηχανία ρουχισμού, φέρνει πάνω από το 80% του εξωτερικών εσόδων της χώρας αν και τελευταία η ορμητική είσοδος της Κίνας και της Ινδίας στη διεθνή αγορά, δημιουργεί και άλλα προβλήματα στους δύστυχους Μπαγκλαντέζους. Οι πολυεθνικές έχουν αρχίσει να μετακομίζουν και η ανεργία να μεγαλώνει. Καμιά διαφυγή. Δυστυχία να δουλεύεις και διπλή δυστυχία να γυρνάς χωρίς δουλειά στις μεγάλες παραγκοσυνοικίες της Ντάκα.

*Σε επείγουσα ανακοίνωση που κυκλοφόρησε πρόσφατα στο διαδίκτυο ο γραμματέας της Εθνικής Ομοσπονδίας Εργαζομένων στον Ιματισμό, Αμιρούλ Αμίν, ενημερώνει για τις κινητοποιήσεις που συνεχίζονται για τη δικαίωση των θυμάτων στην Σαβάρ και ζητά τη διεθνή εργατική υποστήριξη.

7 Μαΐ 2005

Ανατολική Σλοβακία -Τρεμπίσοφ. Τριτοκοσμική παραγκούπολη… στη μέση της Ευρώπης.


Με θρησκευτικά μνημεία γοτθικού ρυθμού και με μια ιστορία που φτάνει πίσω στον 12ο αιώνα το Τρεμπίσοφ, βρίσκεται στην ανατολική Σλοβακία, λίγα χιλιόμετρα πιο νότια από το Κόσικε τη μητρόπολη της περιοχής. Περίπου 23 χιλιάδες είναι οι κάτοικοι της πόλης που έχει τουλάχιστον δύο θλιβερές πρωτιές σε όλη τη χώρα. Σύμφωνα με τις κρατικές στατιστικές οι πλειοψηφία των κατοίκων της πόλης πεθαίνει κατά μέσο όρο δέκα έως και δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα από τον εθνικό μέσο όρο. Και ο δείκτης παιδικής θνησιμότητας είναι ο υψηλότερος με 31 θανάτους στις χίλιες γεννήσεις. Και αυτό γιατί το Τρεμπίσοφ είναι από τις πόλεις με τον πυκνότερο πληθυσμό Ρομά, όπως και άλλες περιοχές στα ανατολικά.

Στοιβαγμένοι σε παραγκουπόλεις, μέσα σε άθλιες συνθήκες, χωρίς καμιά υγειονομική υποδομή, δίχως πόσιμο νερό και ηλεκτρικό οι Ρομά είναι οι πιο χαμένοι από τους χαμένους κατοίκους της χώρας εξαιτίας της λεγόμενης μετάβασης στην «ελεύθερη» οικονομία. Στο Τρεμπίσοφ η ανεργία φτάνει στο 100% (!!) και η μόνη προσμονή κάθε μήνα είναι το κρατικό επίδομα για να συντηρηθούν οι -συνήθως- πολυμελείς οικογένειες των Ρομά. Πέρυσι τον Φλεβάρη, εκατοντάδες νεαροί Ρομά ξεχύθηκαν στους δρόμους της πόλης (αλλά και σε μια δεκάδα άλλες πόλεις της περιοχής), επιτέθηκαν στα αστυνομικά τμήματα, λεηλάτησαν καταστήματα τροφίμων και έβαλαν φωτιά σε κρατικές υπηρεσίες. Την οργή τους υποκίνησε η απόφαση της κυβέρνησης να περικόψει τα κρατικά επιδόματα και να τα αποσυνδέσει από τον αριθμό των παιδιών για κάθε οικογένεια. Ετσι μία οικογένεια άνεργων Ρομά που έπαιρνε μέχρι τότε 10 χιλιάδες περίπου κορώνες (περίπου 245 ευρώ) τον μήνα, με τα νέα μέτρα πρέπει να ζήσει με 3000 κορώνες, δηλαδή με καμιά 80 ευρώ. Ηταν η πρώτη φορά μετά το 1989, που η κυβέρνηση κινητοποίησε τόσους χιλιάδες αστυνομικούς και στρατιώτες για να καταστείλουν με την βία την εξέγερση. Εγιναν εκατοντάδες συλλήψεις, υπήρξαν δεκάδες τραυματισμοί και λίγες ημέρες αργότερα σε ένα κανάλι στο Τρεμπίσοφ, ανακαλύφτηκε το άψυχο σώμα του 29χρονου Ράντοσλαβ Πούκι. Μέχρι τώρα η αστυνομία επιμένει πώς πνίγηκε από ατύχημα σε πείσμα της πεποίθησης των κατοίκων ότι ο θάνατος του οφείλονταν στην αστυνομική βαρβαρότητα.

Κοντά σε 500 χιλιάδες υπολογίζονται οι Ρομά στη Σλοβακία, δηλαδή το 10% του συνολικού πληθυσμού της χώρας, μέρος ενός μεγαλύτερου πληθυσμού που βρίσκεται -σε όχι διαφορετικές συνθήκες- στην Ανατολική Ευρώπη, και κύρια στην Ρουμανία, τη Βουλγαρία, την Ουγγαρία κλπ. Αποτελούν την πιο περιθωριοποιημένη κοινωνική ομάδα και αντιμετωπίζουν ισχυρές διακρίσεις και εχθρικές ενέργειες. Τελευταία και στη Σλοβακία έχουν αυξηθεί τα κρούσματα ρατσιστικών επιθέσεων, ενώ έντονα προβάλλονται από τα επίσημα ΜΜΕ τα αυξημένα ποσοστά εγκληματικότητας των Ρομά, με σκοπό να εξάψουν το εχθρικό κλίμα ενάντια τους. Και στις προηγούμενες δεκαετίες του «ανύπαρκτου» οι Ρομά αντιμετώπιζαν όχι λίγες διακρίσεις και αποκλεισμούς. Τώρα όμως τα πράγματα έχουν αγριέψει. Και αυτό γιατί η οικονομική και κοινωνική κατάρρευση στις χώρες αυτές της Ανατολικής Ευρώπης παράσυρε από την πρώτη στιγμή τους πιο αδύναμους. Ετσι το Τρεμπίσοφ δεν υστερεί πια σε τίποτε από τις άθλιες παραγκουπόλεις του Τρίτου Κόσμου. Είναι ο Τρίτος Κόσμος μέσα στην καρδιά της Ευρώπης.


* Πρόσφατα στην Σόφια μια κοινή πρωτοβουλία οκτώ Ανατολικο-Ευρωπαϊκών κρατών ανακοινώθηκε για την αντιμετώπιση των προβλημάτων των Ρομά. Υποκινητής το ίδρυμα του γνωστού χρηματιστή Σόρος, για να διαλυθεί κάθε αμφιβολία για το τι περιμένει και στο μέλλον τους Ρομά.