28 Ιαν 2006

Μπουένος Αιρες-Πλατεία Μαΐου. Το τέλος μιας ιστορικής διαδήλωσης


Όταν έγινε το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Αργεντινή, το ημερολόγιο έγραφε 24 Μαρτίου 1976. Επικεφαλής της στρατιωτικής χούντας ο στρατηγός Jorge Rafael Videla, επέβαλλε ένα απίστευτο καθεστώς τρόμου. Στα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι την κατάρρευση του καθεστώτος το 1983, συντηρητικοί υπολογισμοί ανεβάζουν σε δεκαπέντε χιλιάδες τους δολοφονημένους, σε τριάντα χιλιάδες τους αγνοούμενους , σε ογδόντα χιλιάδες αυτούς που φυλακίστηκαν και πάνω από ενάμισι εκατομμύριο τους Αργεντίνους που αναγκάστηκαν να πάρουν τον δρόμο της εξορίας . Συνηθισμένος τρόπος για να μην μένουν ίχνη των δολοφονημένων Αργεντίνων ήταν το πέταγμα από αεροπλάνο. Πολλοί ντεσαπαρασίδος είχαν αυτό το τραγικο τελος.

Τον Νοεμβρη του 1976, μερικούς μήνες μετά το πραξικόπημα- οκτώ γυναίκες που είχαν άνδρες η γιους αγνοούμενους με επικεφαλής μια γενναία γυναίκα, την Azucena Villaflor de Vincenti, ξεκίνησαν έναν αγώνα για την αποκάλυψη της αλήθειας. Η Αzucena , γεννημένη στις 7 Απριλίου του 1924 , από μια φτωχή εργατική οικογένεια άρχισε να δουλεύει στα δεκαέξι της και μαζί με τον άνδρα της ήταν ενεργός εργατικό στέλεχος. Ένα από τα τέσσερα παιδιά της ο Νέστωρ, συνελήφθηκε από τον στρατό και εξαφανίστηκε. Αυτό ήταν που παρακίνησε την Αzucena να μπει επικεφαλής στην ομάδα των γυναικών και στις 30 Απρίλη του 1977, δεκατέσσερις γυναίκες, να κάνουν την πρώτη διαδήλωση στην κεντρική πλατεία του Μπουένος Αιρες , την Πλατεία του Μαΐου, μπροστά στο Προεδρικό Μέγαρο, την Casa Rosada. Έτσι γεννήθηκε το κίνημα των Μητέρων της Πλατείας του Μάη που έμελλε να γίνει παγκόσμια γνωστό και να συνεγείρει τους Αργεντινούς. Η Αzucena κυνηγήθηκε και τελικά μαζί με άλλες μητέρες συνελήφθη το βράδυ της 10ης Δεκέμβρη του 1977, ημέρα που κυκλοφόρησε η πρώτη παράνομη εφημερίδα για τους εξαφανισμένους και δολοφονήθηκε μερικές ημέρες αργότερα σε βάση του στρατού την περίφημη ESMA. Πρόσφατα ύστερα από έρευνες επιστημονικών επιτροπών βρέθηκαν υπολείμματα του σκελετού της, και εντοιχίστηκαν σε μνημείο στην Πλατεία του Μαΐου. Οι ερευνητές έχουν βάσιμες υποψίες πως η Αzucena πετάχτηκε από αεροπλάνο.

Το κίνημα των Μητέρων συνεχίστηκε , δυνάμωσε και πήρε μεγάλες διαστάσεις ύστερα από την πτώση της χούντας. Οι διάδοχες κυβερνήσεις φρόντισαν να ψηφίσουν νόμους για την ατιμωρησία των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν. Η κυβέρνηση Αλφονσιν ψήφισε τον νόμο Punto Final το 1986 και τον νόμο Obediencia Debida το 1987 που έδιναν άσυλο στους στρατιωτικούς. Απέναντι σε αυτές τις αποφάσεις το κίνημα των Μητέρων διαδήλωνε κάθε Πέμπτη στην Πλατεία , ανέπτυξε ένα πλούσιο δίκτυο οργανώσεων σε όλη την χώρα , συμμετείχε σε διεθνείς δράσεις και πρωτοβουλίες και πήρε βραβείο από την Ουνέσκο το 1999.

Τα τελευταία χρόνια το κίνημα των Μητέρων , με επικεφαλής την Hebe de Βοnafini, ενίσχυσε και διεύρυνε την δράση του και πήρε περισσότερο αριστερές και ριζοσπαστικές θέσεις , ειδικά ύστερα από την διάσπαση του 1986. Τελευταία το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ως αντισυνταγματικούς τους νόμους που προστάτευαν τους στρατιωτικούς της χούντας, γεγονός που σε συνάρτηση με ορισμένες άλλες εξελίξεις που έφερε η Προεδρία Κιρχνερ συνέτεινε στην απόφαση για τον τερματισμό της εκστρατείας.

* Την Τετάρτη 25 του Γενάρη πραγματοποιήθηκε στην Πλατεία του Μαΐου η τελευταία διαδήλωση ύστερα από μια από συνεχή κινητοποίηση εικοσιπέντε χρόνων. Οι δηλώσεις της Βοnafini,όπως την μετέδωσαν τα διεθνή ΜΜΕ απέχουν αρκετά από τις παλιές ριζοσπαστικές θέσεις της. Παρ΄όλα αυτά το κίνημα των Μητέρων του Μάη θα αποτελεί για τις επόμενες γενιές στην Αργεντινή ένα παράδειγμα γενναιότητας και αντίστασης .

14 Ιαν 2006

Μολδαβία. Παράδεισος για τους δουλεμπόρους γυναικών


Η περιπέτεια της Ελενας δεν έχει καμία πρωτοτυπία. Είναι μια από τις πολλές ανάλογες που μπορεί κανείς να γνωρίσει αναζητώντας στοιχεία για το παράνομο δουλεμπόριο γυναικών από την Μολδαβία και την μετατροπή τους σε σκλάβες των κυκλωμάτων αναγκαστικής πορνείας. Η Ελενα -που δεν είναι το αληθινό της όνομα- ζούσε σε συνθήκες απόλυτης ένδειας σε χωριό της Μολδαβικής υπαίθρου, μαζί με την άνεργη μητέρα της, τον αλκοολικό πατέρα της και τις δύο αδερφές της. Αναζητώντας τρόπο να ξεφύγει πείστηκε από μια φίλη της να ταξιδέψει στην Βοσνία για αναζήτηση δουλειάς. Με παράνομα ταξιδιωτικά έγγραφα, πέρασε στην Ρουμανία και από εκεί έφτασε στο Σεράγεβο τον Απρίλη του 2002. Εγκαταστημένη σε ένα σπίτι με δεκαπέντε ακόμη γυναίκες από την Ρουμανία, την Βουλγαρία και την Ουγγαρία, αναγκάστηκε ύστερα από πιέσεις και ξυλοδαρμούς να μετατραπεί σε πόρνη με πιο συχνή πελατεία Νατοϊκούς στρατιωτικούς της Sfor και τοπικούς αστυνομικούς και αξιωματούχους της Βοσνίας. Από τα τριάντα ευρώ που πλήρωνε ο κάθε πελάτης για μία ώρα, η Ελενα δεν έπαιρνε τίποτε παρά μόνο το έξοδα για το καθημερινό φαγητό. Το μπαρ που δούλευε, ύστερα από ένα χρόνο έκλεισε και η Ελενα κατάφερε να αποδράσει, σπεύδοντας για βοήθεια σε μια υπηρεσία του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης. Η Ελενα επέστρεψε στην Μολδαβία με περισσότερα προβλήματα από όσα είχε όταν έφυγε και συνεχίζει ακόμη να ψάχνει τρόπο να ξαναφύγει, με νόμιμα έγγραφα αυτήν την φορά για ένα πιο ασφαλή προορισμό και μια αξιοπρεπή εργασία.

Η Ελενα είναι μια από τις πενήντα έως εξήντα γυναίκες που εγκαταλείπουν με διάφορους παράνομους ή μισό-νόμιμους τρόπους την Μολδαβία, κατά μέσο όρο, καθημερινά. Υπολογίζονται σε εξακόσιες χιλιάδες έως και ένα εκατομμύριο οι μετανάστες Μολδαβικής καταγωγής που βρίσκονται στο εξωτερικό, κυρίως σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης, την Τουρκία και την Μέση Ανατολή. Από αυτούς οι περισσότερες είναι νεαρές γυναίκες ενώ περιπτώσεις συμμετοχής στο παράνομο δουλεμπόριο του σεξ έχουν καταγραφτεί και στην Βόρεια Αμερική, στην ανατολική Ασία και στην Αυστραλία. Η Μολδαβία με πληθυσμό κάτι παραπάνω από τέσσερα εκατομμύρια ψυχές είναι βυθισμένη στην φτώχεια. Πάνω από το 60% των Μολδαβών ζούνε κάτω από το όριο της φτώχειας που είναι τα 120 λέι (11,5 δολάρια) ενώ στην ύπαιθρο το 84% των κατοίκων αρκούνται σε ημερήσιο εισόδημα ισότιμο με ένα δολάριο. Στα λεγόμενα χρόνια της μετάβασης το κατά κεφαλή ΑΕΠ έπεσε κατά 25% φτάνοντας το 2000 στα 350 δολάρια.

Με το νεαρότερο πληθυσμό σε Ευρωπαϊκό έδαφος (το 30% είναι κάτω από 18 ετών), σε συνθήκες οικονομικού μαρασμού και διάλυσης των κοινωνικών δομών δεν είναι καθόλου παράξενο που η Μολδαβία αποτελεί προνομιακό χώρο δράσης για τα κυκλώματα του παράνομου ανθρώπινου δουλεμπορίου είτε για τα δίκτυα της πορνείας είτε για τα δίκτυα εμπορίας ανθρώπινων οργάνων. Οπως και για τις άλλες κοινωνίες του πρώην ανύπαρκτου η μετάβαση στον καπιταλισμό έφερε περισσότερη δυστυχία και απόγνωση.

* Για τους πιο απαιτητικούς αναγνώστες η σχετικά πρόσφατη έκθεση του “Center for the Prevention of Trafficking in Women” που δημοσιεύτηκε στο Τσιτσινάου το 2003, παρουσιάζει αναλυτικά την περιπέτεια των Μολδαβών γυναικών τα τελευταία δέκα χρόνια.

17 Δεκ 2005

Σαν Κουέντιν- Καλιφόρνια. Ο βάρβαρος Κόναν εξόντωσε την τίγρη της Βεγγάλης….

 

Περίπου τριανταπέντε λεπτά της ώρας ζωή, χάρισαν οι δήμιοι στον  Στάνλει- Τούκι-Γουίλιαμς. Η εκτέλεση της θανατικής καταδίκης του έγινε –σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση- στις 00.36 τοπική ώρα της 13 του Δεκέμβρη, με ένεση, στις φυλακές Σαν Κουέντιν της Δυτικής  Καλιφόρνια, ύστερα από την οριστική άρνηση του κυβερνήτη Αρνολντ Σβαρτζενέγκερ, να του δώσει χάρη και σε πείσμα του μεγάλου κύματος κατακραυγής που ξεσήκωσε –μέσα και έξω από τις ΗΠΑ-η αναγγελία της εκτέλεσης.
Ο  Τούκι ήταν  από τους πιο διάσημους, από τους εκατοντάδες  θανατοποινίτες  στις αμερικάνικες φυλακές. Συνιδρυτής της φημισμένης και σκληρής συμμορίας Γκριπς, πιάστηκε  για τέσσερις φόνους σε ηλικία 25 ετών και καταδικάστηκε το 1981 σε θάνατο. Από τότε και παρά τις δικαστικές αναιρέσεις και περιπέτειες η ποινή δεν άλλαξε και ύστερα από δυόμισι δεκαετίες από την πρώτη ετυμηγορία των ενόρκων –που ήταν όλοι τους λευκοί- ο Τούκι, σε ηλικία 51 ετών,  πλήρωσε με την ζωή του την νεανική δράση του, παρότι ο ίδιος αλλά και αρκετά στοιχεία επέμειναν πως ήταν αθώος.  Η εκτέλεση του Τούκι ξεσήκωσε στις ΗΠΑ νέα  θύελλα συζητήσεων για την θανατική ποινή και ειδικά στις περιπτώσεις των μεταμεληθέντων. Ο ίδιος , ύστερα από χρόνια στην απομόνωση, στα μέσα της δεκαετίας του 90, αποκήρυξε τις συμμορίες και την βία στους δρόμους , έγραψε με την βοήθεια μιας δημοσιογράφου εννιά βιβλία για παιδιά με στόχο την αποτροπή της συμμετοχής τους σε συμμορίες, βραβεύτηκε από ιδρύματα και βιβλιοθήκες και προτάθηκε πέντε φορές για το Νόμπελ Ειρήνης. Οι δικαστές που απέρριψαν την αίτηση για μετατροπή της ποινής, εκτίμησαν πως η συμπεριφορά του ήταν προσχηματική και ένας μάλιστα από αυτούς διακήρυξε πως ο Τούκι –όπως η άγρια τίγρης της Βεγγάλης- δεν μπορεί να εξημερωθεί και πως θα ξανακάνει τα ίδια εάν βρεθεί στο φυσικό περιβάλλον του! Δήλωση που δημιούργησε σάλο για τον φανερό ρατσισμό της.
Ο  Τούκι είχε την ατυχία να είναι  Αφρο-αμερικανός. Γιατι οι μαύροι Αμερικάνοι  ενώ είναι περίπου το 12% του συνολικού πληθυσμού συμμετέχουν με 42% στον συνολικό αριθμό των καταδικασθέντων σε θάνατο , από δικαστήρια που έχουν κυρίως λευκούς ενόρκους. Οι τελευταίοι –σύμφωνα με  έρευνες- στέλνουν τρεις φορές πιο συχνά μαύρους και τέσσερις φορές πιο συχνά Λατίνος  στον θάνατο  από ότι λευκούς. Αλλά και τότε, οι λευκοί συνήθως την γλιτώνουν μιας και μπορούν να πληρώσουν πιο εύκολα τις δικαστικές δαπάνες για αναιρέσεις και εφέσεις. Ο Τούκι επίσης είχε την ατυχία να αποτελεί σύμβολο του λούμπεν αφροαμερικάνικου  συμμοριτισμού των πόλεων. Υστερα από την δεκαετία του 60 που οι «Μαύροι Πάνθηρες» είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν την νεολαία των γκέτο σε πολιτικό κίνημα , η ήττα τους ξανάφερε στο προσκήνιο τις άγριες συμμορίες. Μια από αυτές οι Γκριπς ( που ιδρύθηκαν το 1971) στο νότιο και κεντρικό Λος Άντζελες , στρατολόγησε χιλιάδες νέους στην βία των δρόμων και επεκτάθηκε σε όλη την Ανατολική ακτή αλλά και στην Δυτική. Αργότερα φυσικά η κοκαΐνη άλλαξε πολλά δεδομένα και μετασχημάτισε αρκετές συμμορίες σε πιο επαγγελματική βάση.  Η εκτέλεση του δεν αποσκοπούσε σε τίποτε άλλο, παρά σε ένα ισχυρό σοκ φρονηματισμού προς την απόκληρη νεολαία , τα γκέτο και τις κοινότητες των μαύρων και των Λατίνος, που βιώνουν την κόλαση της φτώχειας και της καταπίεσης.
«Είμαι πολύ περήφανος που δεν ζω σε αυτήν την χώρα» έγραφε ένας Πορτογάλος νεαρός στα δεκάδες blogs, που κατακλύστηκαν από οργισμένες αντιδράσεις μόλις ανακοινώθηκε η εκτέλεση του Τούκι. Και πράγματι το πιο συγκλονιστικό, είναι το γεγονός –ασύλληπτο σε ανθρώπινο νου-να εκτελείται ένας άνθρωπος για μια πράξη που έκανε νεαρός, 25 χρόνια μετά, σε μια χώρα που θέλει να εξάγει μάλιστα  δημοκρατία και πολιτικές σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων!

* Ο «Αθέατος κόσμος» δεν υποκινείται συνήθως από την επικαιρότητα. Αυτήν την φορά παραβίασε τις αρχές του και δεν άλλαξε γνώμη ούτε όταν η εκπομπή  «Φάκελοι» στο Μega στις 13/12  παρουσίασαν την περιπέτεια του Τούκι, αποφεύγοντας όμως να την συνδέσουν με την σημερινή κοινωνική και  πολιτική  κατάσταση στις ΗΠΑ. Αυτή ακριβώς την μεγάλη οπισθοδρόμηση θέλει να καταδείξει και ο τίτλος του κειμένου. Την επιστροφή στην βαρβαρότητα….

3 Δεκ 2005

Ciudad Juarez-Μεξικό. Η πόλη των δολοφονημένων γυναικών


H Ciudad Juarez έχει πάρει το όνομα της από τον εκλεγμένο Μεξικανό Πρόεδρο Μπενίτο Χουάρεζ, μετά τον θάνατό του το 1872. Πιο μπροστά η περιοχή ήταν γνωστή σαν Εl Paso del Norte (To Πέρασμα του Βορρά), που από ένα μικρό χωριό έφτασε να γίνει στα χρόνια του πολέμου με την Γαλλία- για ένα διάστημα- η έδρα της Μεξικάνικης κυβέρνησης. Από το 1668 που ο Φραγκισκανός μοναχός Γκαρσία ανακάλυψε ένα θεόσταλτο μήνυμα της Παναγίας της Γουαδελούπης, αυτή θεωρείται προστάτης των ανθρώπων που ζούνε εδώ, τιμάται με κατάνυξη και ο χώρος της αποκάλυψης είναι ιερός ακριβώς δίπλα στον επιβλητικό καθεδρικό ναό, στο κέντρο της πόλης. Στην πόλη υπάρχουν πολλά μνημεία που θυμίζουν την πολυτάραχη ιστορία της χώρας μιας και η Ciudad Juarez βρίσκεται στην περιοχή που ήταν ένα από τα μεγαλύτερα επίκεντρα της Μεξικάνικης επανάστασης για ανεξαρτησία.

Τριακόσια εβδομήντα περίπου χιλιόμετρα βόρεια της Τσιχουάουα, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας, πάνω σχεδόν στον εθνικό αυτοκινητόδρομο 45, η πόλη βρίσκεται πολύ κοντά στην συνοριακή γραμμή με τις ΗΠΑ, απέναντι από το Νέο Μεξικό και το Ελ Πάσο. Αυτή η γεωγραφική θέση της ήταν η αιτία που η πόλη γνώρισε μια πληθυσμιακή έκρηξη τις τελευταίες δεκαετίες. Από τετρακόσιες χιλιάδες ψυχές το 1970 έφτασε σήμερα τα δύο εκατομμύρια εξαιτίας της εγκατάστασης εκεί εκατοντάδων αμερικάνικων-κυρίως- εργοστασίων, ιδιαίτερα μετά την εφαρμογή της ΝΑFTA, τα γνωστά «μακίλας», που αναζητούσαν φτηνά εργατικά χέρια. Μαζί με τους μακιλαδόρες που μαζεύτηκαν από όλο το Μεξικό (το 2000 υπολογίζονταν σε τριακόσιες πενήντα χιλιάδες τουλάχιστον, στην πόλη και τα περίχωρα) στην Ciudad Juarez άνοιξαν και άλλες δουλειές. Νόμιμες αλλά και παράνομες. Τα λιγοστά δολάρια που μοίραζαν τα αμερικάνικα αφεντικά τράβηξαν πολλούς φτωχούς Μεξικανούς, άνδρες και γυναίκες, που ακόμα και εάν δεν έβρισκαν δουλειά στα εργοστάσια, μπορούσαν να προσληφθούν στις εταιρίες φύλαξης, στα μαγαζιά της νύχτας, τα πορνεία αλλά και στις ομάδες διακίνησης ναρκωτικών, λαθρομεταναστών κλπ.

Ακόμα και στην περίοδο της άνθισης, η πόλη έκρυβε στα σπλάχνα της μεγάλη δυστυχία και φτώχεια. Παράγκες για τους ξεριζωμένους από τα Μεξικάνικα πουέμπλος, δίχως νερό, ηλεκτρικό και αποχέτευση που ζούσαν για ένα κομμάτι ψωμί, ιστορίες καθημερινής εκμετάλλευσης, ανύπαρκτες κοινωνικές σχέσεις και μεγάλη εγκληματικότητα. Τα πράγματα έγιναν ανυπόφορα από τότε που τα Αμερικάνικα αφεντικά άρχισαν να φεύγουν για προορισμούς με φθηνότερο εργατικό κόστος. Σήμερα η πόλη έχει πάνω από το 40% των κατοίκων της κάτω από τα όρια της φτώχειας, ενώ ένας στους πέντε εργάτες στα μακίλας είναι άνεργος. Όλα αυτά θα έμεναν στην σιωπή εάν στην πόλη -αυτή η κατάσταση- δεν δημιουργούσε μια παγκόσμια πρωτιά. Η Ciudad Juarez, έγινε παγκόσμια γνωστή τα τελευταία δέκα χρόνια σαν η πόλη των δολοφονημένων γυναικών. Από το 1993 έχουν καταγραφτεί πάνω από 400 δολοφονίες γυναικών, κυρίως νεαρών κοριτσιών, οι περισσότερες από τις οποίες είναι εργάτριες στα εργοστάσια, στα μαγαζιά της νύχτας, πόρνες ή μπλεγμένες στα δίκτυα διακίνησης κοκαΐνης. Αρκετές από αυτές μετανάστριες από την ύπαιθρο, θάβονται χωρίς να τις αναζητήσει κανείς και δεν λείπουν οι περιπτώσεις που δεν εξακριβώνεται ούτε το όνομα τους. Θεωρούνται απόλυτα αναλώσιμο υλικό για κάθε είδους εκμετάλλευση και εύκολος στόχος για τις συμμορίες που εξουσιάζουν τους δρόμους της πόλης. Η τοπική αστυνομία -η οποία είναι και αυτή μπλεγμένη στην παρανομία- κατέγραψε τον φετινό χρόνο 28 δολοφονημένες γυναίκες, απόδειξη πως παρά την κατακραυγή, την ευαισθητοποίηση και τις συλλήψεις των τελευταίων χρόνων, οι δολοφονίες συνεχίζονται. Γιατί σε αυτό το μακάβριο σκηνικό, κυνηγοί και κυνηγημένοι, δημιουργούνται συνεχώς από μια κοινωνική κατάσταση που δημιούργησαν τα αρπακτικά των πολυεθνικών και η περιβόητη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου ΝAFTA, για να βγάλουν γρήγορο και εύκολο κέρδος δίχως να δίνουν δεκάρα τσακιστή για τις επιπτώσεις της δράσης τους στην φτωχή Μεξικάνικη κοινωνία.

* Η νεαρή Αλμα Τσαβίρα Φαρέλ, είναι η πρώτη -επισήμως- δολοφονημένη γυναίκα. Βρέθηκε νεκρή στη συνοικία Campestre Virreyes, στις 23 του Γενάρη του 2003.


19 Νοε 2005

ΚΙΜΠΕΡΑ-ΝΑΙΡΟΜΠΙ. ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΠΑΡΑΓΚΟΥΠΟΛΗ


Στο Ναϊρόμπι, μια πρόσφατη καταγραφή υπολόγισε σε εκατόν ενενήντα εννέα! τις παραγκουπόλεις που περιτριγυρίζουν το κέντρο του. Σε ένα πληθυσμό περίπου τρεισήμισι εκατομμυρίων, το 60% μένει σε μεταλλικές παράγκες, λασπόσπιτα και καλύβες από χοντρό ύφασμα. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο εκατοντάδες παραγκουπόλεις, η Κιμπέρα είναι η «βασίλισσα». Είναι με διαφορά η μεγαλύτερη, η πιο παλιά και η πιο ξακουστή, όχι μόνο στην πρωτεύουσα της Κένυα αλλά και σε όλη την Αφρική. Γιατί η Κιμπέρα, είναι η μεγαλύτερη παραγκούπολη στην ανατολική πλευρά της Μαύρης Ηπείρου και η τρίτη στην σειρά σε όλη την έκταση της.

Δέκα χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Ναϊρόμπι, σε μια περιοχή 250 εκταρίων στοιβάζονται στην κυριολεξία περίπου οκτακόσιες χιλιάδες άνθρωποι. Ειδικοί επιστήμονες του ΟΗΕ, ένιωσαν έκπληξη από την πυκνότητα του πληθυσμού και υπολόγισαν πως σε κάθε εκτάριο, κατά μέσο όρο, κατοικούν περίπου τρεις χιλιάδες. Δεκαεπτά χωριά συναποτελούν την παραγκούπολη και χωρίζουν τις διάφορες εθνοτικές και φυλετικές ομάδες που συμβιώνουν, όχι πάντα αρμονικά. Από το 1920, χρονολογείται η πρώτη συγκέντρωση πληθυσμού στην έκταση αυτή. Τότε οι Αγγλοι αποικιοκράτες εγκατέστησαν εκεί αποστρατευμένους Νούβιους στρατιώτες από το Σουδάν, που είχαν πολεμήσει στις τάξεις του βασιλικού στρατού στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ενα δεύτερο κύμα Νούβιων εγκαταστάθηκε και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο αλλά τα τελευταία χρόνια η Κιμπέρα έγινε προορισμός για τους εσωτερικούς μετανάστες που συρρέουν από την ύπαιθρο. Ερευνες για την ροή των εσωτερικών μεταναστευτικών και προσφυγικών κυμάτων, διαπιστώνουν πως η Αφρική για προφανείς λόγους κρατά τα σκήπτρα στους ρυθμούς αύξησης σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο.

Από τους πρώτους κατοίκους της απέκτησε η παραγκούπολη το όνομα της. Στην Νουβιακή γλώσσα Κίμπρα, θα πει δάσος, μιας και πυκνή βλάστηση υπήρχε στην περιοχή που τώρα καλύπτουν οι χιλιάδες παράγκες. Η φτώχεια γεννά όχι λίγες φορές συγκρούσεις στο εσωτερικό της Κιμπέρα, (που από τα διεθνή ΜΜΕ παρουσιάζονται σαν θρησκευτικές η φυλετικές) μια από τις οποίες βασίζεται στο γεγονός πως αρκετοί Νούβιοι μουσουλμάνοι κατέχουν δικαιώματα ιδιοκτησίας στην γη και ζητάνε ενοίκια από τους νεοφερμένους. Σε μια τέτοια σύγκρουση τον Δεκέμβρη του 2001, σκοτώθηκαν δεκαπέντε άνθρωποι, όταν η κυβέρνηση προσπάθησε να στρέψει την απόγνωση των εξαθλιωμένων ενάντια στους μικροϊδιοκτήτες.

Ανεξάρτητα από αυτές τις εσωτερικές αντιθέσεις όλοι οι κάτοικοι της Κιμπέρα ζούνε σε άθλιες συνθήκες. Οκτώ στους δέκα είναι άνεργοι, δύο στους δέκα, κυρίως νέοι, είναι φορείς του ιού ΗΙV/AIDS, και όλοι τους ζούνε σε συνθήκες απόλυτης ένδειας. Οι τυχεροί που καταφέρνουν να βρούνε δουλειά κάνουν εργασίες της κατηγορίας Kali-jua που στα Σουαχίλι σημαίνει την ολοήμερη απασχόληση κάτω από τον καυτό ήλιο. Η άλλη εναλλακτική περίπτωση είναι η πορνεία και η εγκληματικότητα για να κερδηθεί η καθημερινή ζωή. Οπως και οι άλλες παραγκουπόλεις, έτσι και η Κιμπέρα αγνοεί τι σημαίνει αποχετευτικό δίκτυο, τροφοδοσία πόσιμου νερού και ηλεκτρικό. Σε όλη την περιοχή υπάρχουν μόνο δύο κέντρα υγείας και εκείνα φτιαγμένα από δυτικές ΜΚΟ. Οι τελευταίες έχουν μετατρέψει την Κιμπέρα σε αγαπημένο προορισμό τους και πεδίο μελετών και αναλύσεων, που ως συνήθως μένουν στα χαρτιά ενώ ταυτόχρονα αποτελούν άλλοθι για την απραξία της κυβέρνησης της Κένυα. Το καθεστώς στο Ναϊρόμπι, φάντασμα μόνο των πρώτων ηρωικών χρόνων της ανεξαρτησίας, αποτελεί τυπικό δείγμα υποτακτικού στην νέο-αποικιοκρατία και ειδικότερα στις εντολές της Παγκόσμιας Τράπεζας, τα συμφέροντα των Αγγλο-Αμερικάνων και μιας ελίτ που λυμαίνεται τον πλούτο της χώρας.

* Με χρηματοδότηση από το ίδρυμα Ροκφέλερ και την Διεθνή Τράπεζα η Στατιστική Υπηρεσία της Κένυα και το Υπουργείο Σχεδιασμού και Εθνικής Ανάπτυξης, εκπόνησε ένα διετές πρόγραμμα καταγραφής της φτώχειας σε εθνικό επίπεδο. Το δύσκολο ερώτημα που τέθηκε ήταν που είναι οι φτωχοί. Τα αποτελέσματα που καταγράφονται σε ένα τόμο και παρουσιάστηκαν στο πολυτελές ξενοδοχείο Στάνλεϋ στο Ναϊρόμπι, ήταν εκπληκτικά. Οι φτωχοί είναι παντού!! Και στην περιοχή της ακτογραμμής, και στην ενδοχώρα αλλά και στις πόλεις. Από τότε η κυβέρνηση συνεχίζει να μελετά τα στοιχεία…

5 Νοε 2005

Τζακάρτα-Ινδονησία. Τα εργοστάσια του ιδρώτα


Η εταιρεία κατασκευής παπουτσιών «PT Tong Yang», βρίσκεται στην βόρεια πλευρά της Τζακάρτα. Η Τοng Yang, είναι πολύ γνωστή όχι μόνο στην πρωτεύουσα της Ινδονησίας αλλά και έξω από τα σύνορα της χώρας, γιατί αποτελεί έναν από τους μεγάλους πάρτνερς της αμερικάνικης πολυεθνικής Ρήμποκ. Σε μια έκταση σαράντα χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων οκτώμισι χιλιάδες εργαζόμενοι, οι περισσότεροι γυναίκες, κατασκευάζουν αθλητικά παπούτσια για λογαριασμό της Ρήμποκ. Η εταιρία είναι η μια από τις δύο επιχειρήσεις στην Ινδονησία που δουλεύει για την αμερικάνικη φίρμα με εκατό εκατομμύρια ετήσιο τζίρο και μια από τις πολλές εκατοντάδες στους κλάδους της ένδυσης, της υφαντουργίας και της πληροφορικής που παράγουν κύρια για τις αμερικάνικες πολυεθνικές.

Η Tong Yang βρέθηκε πριν λίγα χρόνια στο επίκεντρο συντονισμένων καταγγελιών για τις άθλιες και εξοντωτικές συνθήκες εργασίας που υπήρχαν στις μονάδες παραγωγής. Η Ρήμποκ αναγκάστηκε να δώσει μερικές χιλιάδες δολάρια για να γίνουν βελτιώσεις και πίεσε τα αφεντικά να πάρουν ορισμένα μέτρα. Ολα αυτά, φυσικά για να αποφευχθούν οι ανταγωνιστικές καταγγελίες που στις ΗΠΑ αλλά και στην Δυτική Ευρώπη, χρησιμοποιούνται ανάμεσα στις εταιρίες για να κερδηθούν μερίδια στην αγορά. Στην πραγματικότητα όμως οι βελτιώσεις αφορούν την βιτρίνα και τον περιορισμό μόνο ακραίων καταστάσεων. Γιατί η Ρήμποκ, όπως και οι υπόλοιπες πολυεθνικές θέλουν να υπάρχουν και να λειτουργούν αυτά τα μεγάλα εργοστάσια ιδρώτα, συνώνυμα της καταναγκαστικής και φθηνής εργασίας, αληθινά κάτεργα και κολαστήρια.

Διαφορετικά δεν θα μπορούν να αγοράζουν ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια που στις αμερικάνικες αλυσίδες λιανικού εμπορίου πωλείται εξήντα και εβδομήντα δολάρια, στο 1/6 της τελικής τιμής. Δέκα και δώδεκα δολάρια το ζευγάρι αγοράζει η Ρήμποκ το ζευγάρι από τα Ινδονησιακά κάτεργα, από τα οποία μόνο το 10% αντιστοιχεί στην εργατική αμοιβή.

Ακόμα και αυτός ο επίσημος κατώτατος μισθός του ενάμισι έως δύο δολαρίων την ημέρα δεν δίνεται στους εργάτες σε αυτά τα εργοστάσια του ιδρώτα. Για οκτάωρο και υπερωρίες ούτε λόγος. Δεκατέσσερις και δεκαέξι ώρες την ημέρα μέσα σε άθλια κτίρια, με αναθυμιάσεις και μεγάλες θερμοκρασίες, κυρίως γυναίκες αντιμετωπίζουν την βαναυσότητα, την εξοντωτική εντατικοποίηση, τις ποινές και την καταπίεση. Σύμφωνα με πολλές εκθέσεις και μελέτες οι περισσότερες παρότι νέες αντιμετωπίζουν αναιμία, απώλεια ακοής, βρογχίτιδες, και εμμηνορροϊκές διαταραχές. Σε αρκετές περιπτώσεις, μιας και προέρχονται από την επαρχία, κοιμούνται σε κοιτώνες στρατιωτικού τύπου κατά ομάδες δέκα ή δώδεκα γυναικών, σε άθλιες συνθήκες, χωρίς πόσιμο νερό, αποχέτευση και ηλεκτρικό. Αδειες ή αποζημιώσεις για τα ατυχήματα είναι σχεδόν άγνωστα πράγματα.

Η Ινδονησία πέρασε τις τελευταίες δεκαετίες μέσα από ένα σκοτεινό τούνελ που επέβαλλε το σκληρό στρατιωτικό καθεστώς, αφού πρώτα τσάκισε ένα ισχυρό αριστερό κίνημα. Τα τελευταία χρόνια όμως η αφύπνιση μεγαλώνει συνεχώς. Εκατοντάδες απεργίες έχουν καταγραφτεί, συνδικάτα έχουν ιδρυθεί και αγώνες ξεσπάνε όλο και πιο συχνά παρά την συνεχιζόμενη τρομοκρατία, τις διώξεις και τις δολοφονίες συνδικαλιστών.

* takut dan malu“ είναι μια διαδεδομένη έκφραση στα εργοστάσια ιδρώτα στην ινδονησιακή γλώσσα. Υποδεικνύει πώς πρέπει να είναι ο εργαζόμενος σε αυτά. Τρομοκρατημένος και με σκυμμένο το κεφάλι. Για τα αφεντικά και τις μεγάλες δυτικές πολυεθνικές αποτελεί προϋπόθεση για να πηγαίνουν καλά τα πράγματα και να μην χρειαστεί να μετακομίσουν…

22 Οκτ 2005

ΘΕΟΥΤΑ ΚΑΙ ΜΕΛΙΓΙΑ. ΔΟΛΟΦΟΝΙΕΣ ΑΠΕΛΠΙΣΜΕΝΩΝ ΑΦΡΙΚΑΝΩΝ


Με οδηγό την απελπισία εκατοντάδες μετανάστες από την Δυτική Αφρική προσπάθησαν το τελευταίο διάστημα να εισβάλλουν στους ισπανικούς αποικιοκρατικούς θύλακες της Θέουτα και της Μελίγια, στα παράλια του Μαρόκου. Βρέθηκαν έτσι ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά των Ισπανών και Μαροκινών στρατιωτών με αποτέλεσμα -σύμφωνα με τα στοιχεία των Μαροκινών και Ισπανικών αρχών- πέντε να χάσουν την ζωή τους στην Θέουτα και έξι στην Μελίγια. Αρκετές δεκάδες ήταν οι τραυματίες και εκατοντάδες οι συλληφθέντες, που οι Μαροκινοί τους έστειλαν πίσω αφήνοντάς τους στην έρημο. Τα τραγικά γεγονότα ξεσήκωσαν θύελλα διαμαρτυριών στην Ισπανία, την Γαλλία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες αναγκάζοντας την Ισπανική και Μαροκινή κυβέρνηση να διατάξει έρευνα για τις συνθήκες των θανάτων, ενώ Ραμπάτ και Μαδρίτη ρίχνουν ο ένας στον άλλο το μπαλάκι των ευθυνών.

Οι θύλακες της Μελίγια και της Θέουτα, αποικιοκρατική ισπανική κληρονομιά στην Βόρειο-δυτική Αφρική, με πληθυσμό περίπου 75 χιλιάδες ο κάθε ένας, αποτελούν στόχο για τους απελπισμένους Αφρικανούς από χώρες όπως η Νιγηρία, το Μάλι, η Σενεγάλη, η Γκάνα κλπ για να μπούνε στον υποτιθέμενο Ευρωπαϊκό παράδεισο. Με ένα φράχτη τριών μέτρων που, μετά τα γεγονότα, θα υψωθεί στα έξι μέτρα, με φυλάκια, περιπολίες επιτήρησης και νεκρές ζώνες οι Ισπανοί προσπαθούν εδώ και χρόνια να εμποδίσουν αυτό το συνεχές ανθρώπινο κύμα. Σε συνεργασία με τις Μαροκινές αρχές εξαπολύουν -συχνά-εκστρατείες επαναπροώθησης, πυροβολούν στο ψαχνό και κυνηγούν ανηλεώς τους νεαρούς Αφρικανούς.

Τα κύματα αυτά, όμως, των χιλιάδων Αφρικανών δεν σταματούν. Παρακινημένοι από την φτώχεια στην χώρα τους είναι έτοιμοι να παίξουν κορώνα-γράμματα την ζωή τους στα άγρια νερά του Γιβραλτάρ ή στην έρημο για να περάσουν στην Ισπανία και ο συρμάτινος φράκτης στην Θέουτα και την Μελίγια δεν μπορεί να τους σταματήσει. Για τις δολοφονίες και την κακομεταχείριση και την πολιτική της Ισπανικής κυβέρνησης, και στην Ελλάδα, έγιναν διαβήματα διαμαρτυρίας. Το «Δίκτυο Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών» οργάνωσε διαμαρτυρία έξω από το Ισπανικό Ινστιτούτο «Θερβάντες» στην Αθήνα στις 18/10 και ανακοινώσεις έβγαλαν Αντιρατσιστικές Κινήσεις και Πρωτοβουλίες.


15 Οκτ 2005

Μπαλουρμάθ-Ντάκα Η είσοδος στον Τέταρτο Κόσμο.


Η περιοχή με τις τρώγλες στο Μπαλουρμάθ βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο της Ντάκα. Για τους δυτικούς δημοσιογράφους και ερευνητές είναι μια καλή και ξεκούραστη  λύση η επίσκεψη στο Μπαλουρμάθ παρά το τρέξιμο σε άλλες πιο απομακρυσμένες περιοχές της πόλης  εκεί που  βρίσκονται οι μεγάλες παραγκουπόλεις και οι απέραντες εκτάσεις με τις τρώγλες. Έτσι η τρώγλο-συνοικία , που δεν είναι από τις χειρότερες στην Ντάκα, με πέντε χιλιάδες περίπου ανθρώπινες ψυχές, αποτελεί το δείγμα μιας πραγματικότητας, την έκταση της οποίας  δύσκολα μπορεί να συλλάβει ο νους του δυτικού επισκέπτη.
Για να μπεις στο Μπαλουρμάθ ο καλύτερος τρόπος είναι μια γέφυρα από μπαμπού, που ενώνει τις πλευρές μιας μεγάλης τάφρου που την περιβάλλει, πλάτους επτά μέτρων. Η τάφρος είναι ταυτόχρονα  αποχέτευση  αλλά και η προστασία από τις συχνές πλημμύρες. Γεμάτη ακαθαρσίες, σκουπίδια και πλαστικές σακκούλες , αναδίνει μια βαριά ανυπόφορη μυρωδιά που σκεπάζει όλη την περιοχή. Το Μπαλουρμάθ είναι η είσοδος στην κόλαση της Ντάκα, στην πόλη που με διαφορά συγκεντρώνει τον μεγαλύτερο και αθλιότερο αριθμό από ανθρώπινες τρώγλες σε όλο τον πλανήτη.
Η Ντάκα μεγαλώνει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, πιο γοργά από κάθε άλλη αστική συγκέντρωση στον Τρίτο Κόσμο. Από 3,5 εκατομμύρια που ήταν το 1981, έφτασε στα 6,95 το 1991, πέρασε τα 9 εκατομμύρια το 2001 και οι υπηρεσίες του ΟΗΕ υπολογίζουν πως θα φτάσει στα 16 εκατομμύρια το 2010 και θα πλησιάσει –εάν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση-τα  25 εκατομμύρια το 2025! Διπλασιάζεται, δηλαδή, σχεδόν κάθε ένδεκα χρόνια από ένα απελπισμένο κύμα εσωτερικής μετανάστευσης που παρασύρει μυριάδες ανθρώπους από την ύπαιθρο στις μεγάλες παραλιακές πόλεις του Μπαγκλαντές με σκοπό την αναζήτηση δουλειάς. Ήδη πάνω από το 60% του πληθυσμού της πρωτεύουσας έιναι εσωτερικοί μετανάστες που καταλήγουν στις τρωγλοσυνοικίες . Όσο μεγαλώνει η πόλη άλλο τόσο μεγαλώνουν και τα απέραντα σλάμς στις παρυφές της. Ένας στους τρεις κατοίκους της Ντάκα ζει στα τρεις χιλιάδες σλάμς όπως αυτό του Μπαλουρμάθ , αγκαλιασμένος με την τις ασθένειες, χωρίς ηλεκτρικό, νερό και αποχέτευση. Όχι λίγες φορές μεγάλες φωτιές καίνε τις τρώγλες που είναι από πλαστικό, ξύλο και τσουβάλια  μαζί με τους ανθρώπους .Άλλες φορές τα ίδια τραγικά αποτελέσματα φέρνουν οι πλημμύρες. Ούτε λόγος φυσικά για ιατρική η άλλη κοινωνική υποστήριξη, εκπαίδευση κλπ. Αυτά είναι πολυτέλειες και το πιο επείγον πρόβλημα είναι αυτό του πόσιμου νερού.
Στο Μπαγκλαντές συμβαίνει και αυτό το απίστευτο εκ πρώτης όψης. Ενώ είναι μια χώρα γεμάτη ποτάμια, λειτουργώντας σαν λεκάνη απορροής των μεγάλων ορεινών ορεινών όγκων στον βορρά και πνίγεται από πλημμύρες, μουσώνες και συνεχείς βροχές  υπάρχουν εκατομμύρια άνθρωποι που δεν έχουν πρόσβαση σε πόσιμο νερό. Η πραγματική  δυστυχία της χώρας όμως είναι πως, από την αρχή της υποτιθέμενης ανεξαρτησίας της, την κυβερνά μια μαφιόζικη ελίτ , χωρίς ίχνος ενδιαφέροντος για το μέλλον του λαού της. Άλλοτε με στρατιωτικά μέσα και άλλοτε με κοινοβουλευτικό μανδύα το Μπαγκλαντές παράγει φτώχεια, φθηνούς εργάτες- μετανάστες και τρομακτική απελπισία. Στο Μπαλουρμάθ, όπως και στα υπόλοιπα σλαμς, οι έρευνες των διεθνών οργανισμών δείχνουν πως η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων, που κατέληξε εκεί αναγκαστικά ύστερα από την ερημοποίηση της υπαίθρου και την καταστροφή της αγροτικής παραγωγής, το μετάνιωσε σκληρά. Οκτώ στους δέκα , σε μια μελέτη που έγινε το 2002, δήλωναν πως θέλουν αλλά δεν μπορούν πια να γυρίσουν πίσω στα χωριά τους. Όχι μόνο δεν βρήκαν δουλειά και βελτίωση της ζωής τους αλλά παγιδεύτηκαν σε μια απίστευτη αθλιότητα.


* Την Κυριακή στις 16 του φετινού  Οκτώβρη τα καθεστωτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης , ανακοίνωναν την ειδική συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου. Η πρωθυπουργός Καλέντα  Ζία αποφάσισε να κηρύξει τον πόλεμο ενάντια στην φτώχεια με στόχο –όπως είπε-να πιάσει η χώρα τους στόχους της Χιλιετίας που έθεσε ο ΟΗΕ, μέσα σε δέκα χρόνια. Μαύρο χιούμορ, σε μαύρες συνθήκες.

8 Οκτ 2005

Παγιάτας-Μανίλα. Το βουνό που καπνίζει


Το Λουπάνγκ Παγκάνο, όπως ονομάζεται η γη της Επαγγελίας στα Φιλιππινέζικα, βρίσκεται στην περιφέρεια της πόλης Κεζόν, στα βορειοανατολικά της Μανίλα. Η Κεζόν, στην πραγματικότητα είναι δορυφορική πόλη της μητροπολιτικής πρωτεύουσας των Φιλιππίνων, μια πόλη-τέρας, με πάνω από δέκα εκατομμύρια κατοίκους, η δεύτερη σε μέγεθος στη ΝΑ Ασία, μετά την Τζακάρτα. Περίπου το 12% από τα 81,4 εκατομμύρια των Φιλιππινέζων κατοικούν στην Μανίλα, οι περισσότεροι σε συνθήκες απίστευτης φτώχειας, ανάμεσα σε μικρές νησίδες πλούσιων περιοχών, συνθέτοντας μια εικόνα μεγάλων ανισοτήτων. Το Λουπάνγκ Παγκάνο, φιλοξενεί την μεγαλύτερη χωματερή της Μανίλα, η οποία είναι φημισμένη για την πολυάνθρωπη κοινότητα των κατοίκων της.

Η χωματερή Παγιάτας, δέχεται κάθε μέρα πάνω από το 25% των σκουπιδιών της πρωτεύουσας, που υπολογίζονται σε πέντε χιλιάδες τόνους συνολικά. Η Παγιάτας, είναι ένα από τα πολλά «βουνά που καπνίζουν» νυχθημερόν στην περιφέρεια αλλά και στο κέντρο της πόλης. Τα βουνά αυτά είναι το σήμα κατατεθέν της ανθρώπινης εξαθλίωσης στις Φιλιππίνες. Δεκάδες χιλιάδες κόσμου ζούνε μέσα και γύρω από αυτά, γεννιούνται και πεθαίνουν συντροφιά με τα σκουπίδια. Δεν είναι Φιλιππινέζικη ιδιομορφία αυτό. Σύμφωνα με υπολογισμούς της Παγκόσμιας Τράπεζας, το 2% του πληθυσμού στις λεγόμενες αναπτυσσόμενες χώρες, ζούνε από τα σκουπίδια!!

Στην Παγιάτας οι τοπικές αρχές υπολογίζουν πως κατοικούν εξήντα χιλιάδες άνθρωποι, αν και ανεξάρτητες οργανώσεις εκτιμούν πως ο αριθμός φτάνει τις τριακόσιες χιλιάδες. Ζούνε σε τρώγλες και παράγκες, φτιαγμένες από τα υλικά της χωματερής δίχως ηλεκτρικό, νερό και αποχέτευση. Από αυτούς, το 70% δουλεύουν αποκλειστικά ή περιστασιακά στην χωματερή, κερδίζοντας κατά μέσο όρο 4 δολάρια την ημέρα. Υπολογίζεται πως το ένα τρίτο του εισοδήματος της παραγκούπολης προέρχεται από τα σκουπίδια, το εμπόριο των ανακυκλώσιμων υλικών και την ιδιοχρησιμοποίηση. Η παιδική εργασία, οι αρρώστιες και η ποικιλόμορφη εκμετάλλευση είναι καθημερινές καταστάσεις στην χωματερή. Δεν λείπουν και οι καταστροφές από τις μετακινήσεις των στοιβαγμένων σκουπιδιών που προκαλούν οι βροχές και η διάβρωση του εδάφους. Η πιο μεγάλη κατολίσθηση καταγράφτηκε το πρωινό της 10ης Ιουλίου του 2000, με αποτέλεσμα πάνω από 200 νεκρούς που θάφτηκαν κάτω από τα σκουπίδια γεγονός που συγκλόνισε όλη την χώρα.

Οι Φιλιππίνες, είναι μια τυπική περίπτωση Τριτοκοσμικής κατάστασης, αποτέλεσμα της αποικιοκρατικής και ιμπεριαλιστικής λεηλασίας και της μαφιόζικης εκμεταλλευτικής πολιτικής της ντόπιας ελίτ. Σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές το 40% των Φιλιππινέζων ζούνε σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα. Το 90% των κρατικών εσόδων πηγαίνει κάθε χρόνο για την μισθοδοσία της κρατικής γραφειοκρατίας και την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, με αποτέλεσμα να μένουν ψίχουλα για την κοινωνική πολιτική. Οι Φιλιππίνες βρίσκονται σε μια παγίδα υπανάπτυξης και φτώχειας από την αρχή της περιόδου της λεγόμενης ανεξαρτησίας τους, η ταξική πόλωση είναι απίστευτη και τα «βουνά που καπνίζουν» αποτελούν μια από τις συμβολικότερες εικόνες αυτής της κατάστασης.

* Οι προηγούμενες κυβερνήσεις Ράμος και Εστράντα, με την συνδρομή της Παγκόσμιας Τράπεζας και ορισμένων ΜΚΟ, είχαν υποσχεθεί να στεγάσουν σε ανθρώπινες φτηνές κατοικίες τους κατοίκους στα βουνά που καπνίζουν. Οπως ήταν αναμενόμενο δεν έγινε σχεδόν τίποτε και τα χρήματα -όπως κατήγγειλε πέρυσι το καλοκαίρι σε μια έρευνα της η εφημερίδα «Μanila Times»- λεηλατήθηκαν από τους εργολάβους και τους κρατικούς υπαλλήλους.

24 Σεπ 2005

Νότια Πολωνία- Chorzow Σκοτώνουν τους ανθρακωρύχους … πριν γεράσουν


Στο Chorzow είναι αρκετά συνηθισμένο στις γιορτές να συναντήσει ο επισκέπτης την μπάντα των ανθρακωρύχων να παρελαύνει στους κεντρικούς δρόμους ανάμεσα στα νεογοτθικά κτίρια. Η πόλη είναι ιστορικά, στενά δεμένη με τα ανθρακωρυχεία μιας και βρίσκεται στην περιοχή της Σιλεσίας, στη νότια Πολωνία δέκα χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Κατοβίτσε, στο κέντρο σχεδόν του ανθρακοφόρου πεδίου. Η πρώτη κοινότητα ιδρύθηκε το 1257 και από το 1934 το Chorzow, συνένωσε τα γύρω χωριά ανθρακωρύχων στον ομώνυμο δήμο. Στην περιοχή το 1791 οι Γερμανοί άνοιξαν την πρώτη στοά με το όνομα König πού έμελλε να είναι η αρχή για την δημιουργία των μεγαλύτερων Πολωνικών ανθρακωρυχείων. Από τότε η πόλη άρχισε να μεγαλώνει και μέχρι την δεκαετία του 1970 ξεπέρασε τους 150.000 κατοίκους. Οι ανθρακωρύχοι ήταν από τα πιο καλοπληρωμένα τμήματα της εργατικής τάξης. Από το 1980 όμως άρχισε η αντίστροφη πορεία. Το Chorzow έχασε το ένα τρίτο του πληθυσμού του, η φτώχεια αγκάλιασε όλες τις γειτονιές και σχεδόν κάθε σπίτι έχει και έναν άνεργο ανθρακωρύχο.

Τετρακόσιες χιλιάδες υπολογίζονταν οι εργάτες στις στοές πριν το 1990 σε ολόκληρη την χώρα. Κάθε χρόνο η παραγωγή κάρβουνου έφτανε στα 200 εκατομμύρια τόνους. Υστερα από δεκαπέντε χρόνια οι αριθμοί έπεσαν κατακόρυφα. Σύμφωνα με τις κρατικές στατιστικές στην Πολωνία υπάρχουν ακόμη 130 χιλιάδες ανθρακωρύχοι και η παραγωγή μόλις και φτάνει στα 100 εκατομμύρια τόνους. Και σαν να μην έφτανε αυτό η κυβέρνηση με οδηγίες και οικονομική υποστήριξη της Παγκόσμιας Τράπεζας εφαρμόζει ένα πρόγραμμα μείωσης της παραγωγής με κλείσιμο ορυχείων, απολύσεις που βαφτίστηκαν πρόωρες συνταξιοδοτήσεις και ιδιωτικοποιήσεις. Σύμφωνα με το πρόγραμμα της λεγόμενης αναδιάρθρωσης που αφορά την περίοδο 2003-2006, σχεδιάζεται να φύγουν από την δουλειά 28 χιλιάδες ανθρακωρύχοι και να μειωθεί κατά 14 εκατομμύρια τόνους η παραγωγή. Το εκπληκτικό είναι πως αυτό γίνεται σε μια χρονική συγκυρία που η τιμή του κάρβουνου και η ζήτηση είναι ανεβασμένες διεθνώς και όλοι οι ειδικοί προβλέπουν και άλλη άνοδο τα επόμενα χρόνια.

Διακόσιες πενήντα χιλιάδες θέσεις εργασίας χάθηκαν στην Πολωνία στην δεκαπενταετή περίοδο της λεγόμενης μετάβασης μόνο στα ορυχεία άνθρακα. Τον Οκτώβριο του 2004 τα επίσημα στοιχεία υπολόγιζαν στο 19% την ανεργία σε πανεθνικό επίπεδο αλλά στις περιοχές των ορυχείων τα ποσοστά είναι τουλάχιστον διπλάσια. Από αυτούς τους ανέργους οι περισσότεροι έχασαν εδώ και καιρό το δικαίωμα του επιδόματος και οι λίγοι ακόμη τυχεροί παίρνουν ψίχουλα στα λεγόμενα προγράμματα επανακατάρτισης. Ετσι το Chorzow αργοπεθαίνει όπως και οι υπόλοιπες πόλεις του κάρβουνου στην περιοχή του Κατοβίτσε και σε όλη την Σιλεσία.

Οι ανθρακωρύχοι όλα αυτά τα χρόνια και ιδιαίτερα μετά το 2000 προσπάθησαν να αντισταθούν. Δέκα χιλιάδες εξαγριωμένοι εργάτες συγκρούστηκαν μπροστά στο κοινοβούλιο στην Βαρσοβία, με την αστυνομία, τον Σεπτέμβρη του 2003. Φέτος, τον περασμένο Ιούλιο, οκτώ χιλιάδες διαδήλωσαν στο κέντρο της πρωτεύουσας. Απεργίες και καταλήψεις γίνονται πολύ συχνά στα ορυχεία γύρω από το Chorzow. Πρόσφατα μεγάλη απεργία ξέσπασε στο ορυχείο KWK Polska Wirek δίπλα στην πόλη. Η περιοχή, άλλωστε, έχει μεγάλη παράδοση εργατικών αγώνων. Υπήρξε ένα από τα λίκνα του εργατικού Αυγούστου του 1980, τότε που ιδρύθηκε η «Αλληλεγγύη». Εικοσιπέντε χρόνια μετά, εκείνοι οι αγώνες, παρότι προδομένοι από την συνδικαλιστική και πολιτική δεξιά και καθολική ηγεσία, στοιχειώνουν στους δρόμους του Chorzow.

* Τον φετινό Ιούλιο το Chorzow κέρδισε για λίγο την προσοχή των διεθνών ΜΜΕ. Επιλέχτηκε να φιλοξενήσει την συναυλία των U2, που οργάνωση η διεθνής καμπάνια «Κάντε την φτώχεια ιστορία» ενόψει της συνόδου των G-8 στη Σκοτία. Περίπου 70 χιλιάδες νέοι συγκεντρώθηκαν για να ακούσουν το συγκρότημα του Μπόνο να ζητάει ελεημοσύνη για την φτωχή Αφρική. Για λίγο ίσως κατάφεραν να ξεχάσουν πως ο Τρίτος Κόσμος έχει μεταφερθεί και στην χώρα τους.