15 Απρ 2006

Μbuji Mayi - Κονγκό. Τα παιδιά του διαβόλου!


Η Mbuji-Mayi (παλιότερα γνωστή με το όνομα Bakwanga) είναι η δεύτερη σε μέγεθος πόλη του Κονγκό, μετά την πρωτεύουσα. Με δυόμισι εκατομμύρια κατοίκους είναι η πρωτεύουσα της επαρχίας Kasai Oriental στα νότιο-κεντρικά της χώρας και σε απόσταση 1200 χιλιόμετρα ανατολικά της Κινσάσα. Η πόλη βρίσκεται στο κέντρο ενός πλούσιου σε διαμάντια, κοβάλτιο και άλλα πολύτιμα ορυκτά, πεδίου αλλά στο εσωτερικό της κρύβει εκτεταμένη αθλιότητα και φτώχεια, αποτελώντας μια τυπική περίπτωση ενός υποσαχάριου αφρικάνικου αστικού κέντρου, χωρίς υποδομές, κατοικίες και υποτυπώδεις κρατικές υπηρεσίες. Ο εμφύλιος σπαραγμός στην μεγάλη αυτή χώρα στο κέντρο της Μαύρης Ηπείρου, που ακολούθησε την κατάρρευση της ληστρικής δικτατορίας του Μομπούτου, δημιούργησε μια χαώδη κατάσταση χωρίς τέλος. Γεωλογικό σκάνδαλο έχει χαρακτηριστεί το μεγαλύτερο τμήμα του πλούσιου υπεδάφους της χώρας, που μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90 ονομαζόταν Ζαΐρ. Εξαιτίας αυτού του «σκανδάλου», η χώρα λεηλατήθηκε για παρά πολλά χρόνια από τους παλιούς και σύγχρονους αποικιοκράτες και ιμπεριαλιστές.

Γι’ αυτό και τα διαμάντια που βγαίνουν στην περιοχή του ποταμού Lubilanji δίπλα στην Mbuji-Mayi, συνεχίζουν να είναι βουτηγμένα στο αίμα. Ομάδες παράνομων αδαμαντωρύχων, οι οποίες αποτελούνται κυρίως από νεαρούς και παιδιά κυνηγιούνται ανηλεώς και πυροβολούνται από τους ένοπλους φύλακες της εταιρίας MIBA, της μεγαλύτερης επιχείρησης εξόρυξης διαμαντιών της χώρας. Η εταιρία που ελέγχεται από το κράτος αλλά συμμετέχουν σε αυτήν και δυτικές πολυεθνικές, όπως η ολλανδική De Beers, προσπαθεί να προστατέψει την πλούσια περιοχή, ασκώντας σκληρή βία στο ντόπιο φτωχό πληθυσμό.

Τα παιδιά είναι τα πιο μεγάλα θύματα στην πόλη, ύστερα από χρόνια συγκρούσεων και κοινωνικής εξαθλίωσης. Οκτώ χιλιάδες από αυτά ζούνε στους δρόμους, χωρίς γονείς και αποτελούν τον μεγαλύτερο αριθμό παιδιών του δρόμου, μετά από αυτόν της πρωτεύουσας. Αποτελούν στόχο για στρατολόγηση από τις ένοπλες πολιτοφυλακές, οργανώνονται σε συμμορίες και η ζωή τους δεν έχει καμιά αξία. Αποκορύφωμα αυτής της κατάστασης είναι η διαδεδομένη αντίληψη πως αυτά τα παιδιά είναι απεσταλμένοι του διαβόλου και φέρνουν τις ασθένειες και την δυστυχία. Την εξωφρενική αυτή δοξασία υποστηρίζουν εκτός από τους πολλούς μάγους παιδιών και οι εκπρόσωποι των χριστιανικών εκκλησιών, γι’ αυτό οργανώνουν μαζικούς εξορκισμούς και διατηρούν παιδικά αναμορφωτήρια, στα οποία οι κακοποιήσεις και η στέρηση φαγητού, είναι η συνηθισμένη τιμωρία για να απομακρυνθούν από τον διάβολο!

Η τελευταία μαζική σφαγή παιδιών καταγράφτηκε επίσημα τον Σεπτέμβρη του 2004, όταν ομάδες εργατών των ορυχείων σε συνεργασία με τις τοπικές αρχές σκότωσαν δεκαπέντε παιδιά, τα οποία κατηγορήθηκαν για κλοπές και βιασμούς. Τα περισσότερα πτώματα ανακαλύφτηκαν πεταγμένα στο ποταμό Lubilanji, ύστερα από ημέρες.

*Η Mbuji-Mayi αποτελεί αγαπημένο προορισμό για τις ανθρωπιστικές αποστολές των μεγάλων δυτικών ΜΚΟ. Μια από αυτές, η αγγλική Save the Children υλοποιεί τριετές πρόγραμμα από το 2003 μαζί με την αμερικάνικη Usaid. Ως συνήθως όμως τα προγράμματα αυτά ελάχιστα επιδρούν στην πραγματική κατάσταση των τοπικών πληθυσμών.

1 Απρ 2006

Ντουμπάι –Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα. Πως κτίζεται το ψηλότερο κτίριο του κόσμου;


Ο Arumugam Venkatesan, ήταν 25 χρόνων όταν στα τέλη του περασμένου χρόνου, βρέθηκε κρεμασμένος στον κοιτώνα μιας ομάδας μεταναστών-εργατών στα περίχωρα του Ντουμπάι. Όπως και χιλιάδες άλλοι συνάδελφοι του, ο Venkatesan, ήρθε από την Ινδία, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη γι αυτόν και την οικογένεια του, στο Ελντοράντο, του Περσικού Κόλπου. Στο σημείωμα που άφησε εξηγούσε πως αυτοκτονεί γιατί αδυνατούσε να ξεπληρώσει το δάνειο που πήρε για να έρθει στο Ντουμπάι και δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της εξαμελούς οικογένειας του στην Ινδία. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία ο αριθμός των ξένων εργατών που αυτοκτόνησαν το 2005, έφτασε τους 84, από 70 που καταγράφτηκαν το 2004.

Πάνω από ενάμισι εκατομμύριο ξένοι εργάτες από την ινδική υποήπειρο, τις Φιλιππίνες και την Ινδονησία βρίσκονται στα Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα, αποτελώντας το 75% του εργατικού δυναμικού. Σύμφωνα με τα στοιχεία των ξένων πρεσβειών, στο Εμιράτο βρίσκονται 300 χιλιάδες Μπαγκλαντέζοι, 160 χιλιάδες από την Σρι Λάνκα και 800 χιλιάδες Ινδοί, αρκετοί παράνομοι, που αποτελούν την ανθρώπινη ύλη για την κερδοφορία των τεχνικών εταιριών και των πετρέλαιο-βιομηχανιών. Στην σκιά της εντυπωσιακής και σπάταλης οικοδόμησης φιλόδοξων κτιρίων και άλλων τεχνικών έργων, όπως του πρώτου ξενοδοχείου επτά αστέρων στον κόσμο, του ψηλότερου πύργου και της πίστας για σκι στην έρημο!, κρύβονται ανθρώπινες τραγωδίες, απίστευτη εκμετάλλευση και καταπίεση. Ο πύργος «Burj Dubai» -λόγου χάρη-προορίζεται να γίνει το ψηλότερο κτίριο του κόσμου. Ξεκίνησε να κτίζεται το 2004 με σκοπό να ολοκληρωθεί στα τέλη του 2008. Με 800 μέτρα, πιθανολογούμενο ύψος, 189 ορόφους, 30 χιλιάδες κατοικίες, εννιά ξενοδοχεία και μια τεχνητή λίμνη, θα κοστίσει 8 δις δολάρια, αποτελώντας την ισλαμική αρχιτεκτονική απάντηση στην Δύση.

Οι εργάτες όμως (και ο πύργος δεν αποτελεί εξαίρεση) ζούνε σε στρατόπεδα μέσα στην έρημο, σε απόσταση δύο και τριών ωρών από τον τόπο της εργασίας τους, σε κοιτώνες οκτώ η δώδεκα ατόμων, με ομαδικά λουτρά για εικοσιπέντε τουλάχιστον ανθρώπους. Οι συνθήκες κάτω από τις ψηλές θερμοκρασίες είναι αφόρητα άθλιες. Δώδεκα και δεκατέσσερις ώρες δουλειάς καθημερινά είναι η συνηθισμένη κατάσταση με μεροκάματα που για τους ειδικευμένους φτάνουν τα 7,6 δολάρια και τους ανειδίκευτους το πολύ τα 4 δολάρια. Ανεπίσημα οι αμοιβές είναι πολλές φορές χαμηλότερες ενώ δεν λείπουν οι καθυστερήσεις στις πληρωμές και άλλες αυθαιρεσίες. Για 200

χιλιάδες επιχειρήσεις το Εμιράτο διαθέτει μόνο 80 επιθεωρητές εργασίας!

Τον Σεπτέμβρη του 2005, 800 εργάτες διαδήλωσαν για πρώτη φορά θαρραλέα στους δρόμους του Ντουμπάι, ζητώντας καλύτερες αμοιβές και συνθήκες εργασίας. Από τότε οκτώ απεργίες καταγράφτηκαν στην περιοχή, ένδειξη μιας μαζικής εργατικής αφύπνισης. Σαν απάντηση το καθεστώς και οι εταιρίες ενέτειναν τα μέτρα καταπίεσης και άρχισαν το κυνηγητό των παράνομων εργατών, με προφανή σκοπό τον εκβιασμό. Αλλά όπως συνήθως γίνεται αυτό έφερε αντίθετα αποτελέσματα.

* Στις 22 του Μάρτη, 2500 εργάτες που δούλευαν στον πύργο «Burj Dubai» ξεσηκώθηκαν και κήρυξαν μια άγρια απεργία με αίτημα την αύξηση των μισθών και το σταμάτημα της κακομεταχείρισης από τους εργοδηγούς. Το πρώτο βράδυ της απεργίας απέκλεισαν τις προσβάσεις στο εργοστάσιο και επιτέθηκαν στα γραφεία της εργοδοσίας, σπάζοντας βιτρίνες και αυτοκίνητα και πυρπολώντας τα γραφεία της εργοδοσίας. Η νοτιοκορεάτικη Samsung Corporation και ο τοπικός υπεργολάβος της Naboodah Laing ORourke, ανακοίνωσαν ζημιές ύψους 1 εκ. δολαρίων και σταμάτησαν τις εργασίες για να ηρεμήσουν τα πνεύματα.

18 Μαρ 2006

Rocinha –Ρίο ντε Τζανέιρο. Είμαι η Φαβέλα! *


Η Rocinha δεν είναι άδικα η πιο φημισμένη φαβέλα στην Βραζιλία. Αποτελεί την μεγαλύτερη σε πληθυσμό παραγκούπολη της Λατινικής Αμερικής, με πληθυσμό που ανεπίσημα πλησιάζει τις διακόσιες χιλιάδες ψυχές. Ανάμεσα στο Sao Conrado και την Gavea, στις πλαγιές του Dois Irmaos η φαβέλα άρχισε να στήνεται από την δεκαετία του 1930, συγκεντρώνοντας μαύρους Βραζιλιάνους, κυρίως από την περιφέρεια του Ρίο και την Μπαχία. Στην έκταση μιας παλιάς φαζέντα με το χαϊδευτικό όνομα «μικρό χωράφι» η Rocinha, όπως και οι υπόλοιπες φαβέλες της πόλης γνώρισαν την πληθυσμιακή έκρηξη στις δεκαετίες του ’60 και ’70, ύστερα από την μεγάλη αγροτική έξοδο. Το Ρίο, που το 30% του πληθυσμού του ζει στις 752, πρόσφατα καταμετρημένες, φαβέλες, είναι η πατρίδα της ονομασίας. Από μια κοινότητα στις πλαγιές ενός λόφου με το όνομα Μόρος ντε Φαβέλα, που δημιούργησαν το 1890 ελευθερωμένοι σκλάβοι, οι βραζιλιάνικες παραγκουπόλεις πήραν το όνομα τους.

Οι φαβέλες στο Ρίο επεκτείνονται συνεχώς σαν αποτέλεσμα της φτώχειας και των κοινωνικών ανισοτήτων. Ο πληθυσμός τους έχει ρυθμούς αύξησης γύρω στο 7,5% ετησίως σε αντίθεση με τον συνολικό πληθυσμό της πόλης που αυξάνει με μέσο ετήσιο ρυθμό 2,7%. Το 2000 αυτή η σχέση ήταν τετραπλάσια. Δηλαδή στον ένα καινούργιο κάτοικο του Ρίο, τέσσερις Καριόκας έβρισκαν στέγη στις φαβέλες. Αυτό δείχνει πως συμβαίνει μια εσωτερική μετακίνηση του πληθυσμού προς πιο φτωχές περιοχές και συνθήκες. Γεγονός καθόλου παράξενο. Η Βραζιλία κατέχει μια από τις πρώτες θέσεις διεθνώς στην κλίμακα των κοινωνικών ανισοτήτων. Το πλουσιότερο 10% των Βραζιλιάνων συγκεντρώνει το μισό και παραπάνω του εθνικού εισοδήματος, ενώ το φτωχότερο 20% του πληθυσμού επιβιώνει με το 2,5% του εισοδήματος που παράγει η χώρα.

Η Rocinha, όπως και οι άλλες φαβέλες έχουν υψηλά ποσοστά εγκληματικότητας. Ληστείες, δολοφονίες, απαγωγές και εμπόριο ναρκωτικών είναι οι κύριες προσοδοφόρες δραστηριότητες των συμμοριών, που αποτελούν καταφύγιο και μοναδική λύση για την απόκληρη νεολαία. Οι Amigos dos Amigos, η Red Command και η Third Command είναι από τις πιο φημισμένες και ιστορικές συμμορίες. Οι συγκρούσεις με την αστυνομία και τον στρατό είναι συχνό φαινόμενο, όταν οι τελευταίοι επιχειρούν να μπούνε στα στενά δρομάκια. Τις πιο πολλές φορές οι εισβολές καταλήγουν σε τυφλές σφαγές νεαρών φαβελάντος, μιας και η αστυνομία στην Βραζιλία φημίζεται για τη σκληρότητά της. Στις αρχές του μήνα η κυβέρνηση Λούλα έστειλε 1500 στρατιώτες σε φαβέλες του Ρίο, με τανκς και ελικόπτερα, επιβάλλοντας στην ουσία στρατιωτικό νόμο για εννέα ημέρες, ξεσηκώνοντας τις διαμαρτυρίες δημοκρατικών οργανώσεων και της Διεθνούς Αμνηστίας για την άγρια καταστολή που συνόδευσε την εισβολή.

* Ο τίτλος του Αθέατου Κόσμου, είναι δανεισμένος από το δημοφιλές τραγούδι –σάμπα “Eu Sou Favela”, των Νoca da Portela και Sergio Mosca, που γράφτηκε το 1994 και υπερασπίζεται ορθά κοφτά πως οι φαβέλες δεν είναι αποτέλεσμα αυτό-περιθωριοποίησης αλλά κεντρικό κοινωνικό και ταξικό πρόβλημα.

11 Μαρ 2006

Aurora- Koλοράντο. Ο ήρωας που ήρθε από το κρύο!


Από ένα μικρό χωριό με το όνομα Φλέτσερ, στα 1870, η σημερινή Αurora, είναι μια μεγάλη πόλη με 290 χιλιάδες κατοίκους, δίπλα και ανατολικά του Ντένβερ. Το δεύτερο όνομά της το πήρε στις αρχές της δεκαετίας του 1890, στα χρόνια του ασημένιου πανικού και το 1907 το δημοτικό συμβούλιο το υιοθέτησε επίσημα. Η τρίτη μεγαλύτερη πόλη του Κολοράντο, σήμερα, γνωστή και σαν η Πύλη των Βράχων, στα όρια της κομητειών Ανταμς και Αραπάχο, οφείλει την ραγδαία ανάπτυξή της στην πολεμική βιομηχανία και στις αεροπορικές εγκατάστασεις του στρατού, παρουσία που χρονολογείται από την περίοδο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Παρά την ανάπτυξη όμως και τις δουλειές στα εργοστάσια, το 7% των οικογενειών και το 9% του πληθυσμού ζει κάτω από το επίσημο αμερικάνικο όριο της φτώχειας, που εντοπίζεται ιδιαίτερα στην κοινότητα των Λατίνος και των Αφροαμερικάνων (20% και 13,5% των κατοίκων της πόλης).

Ο Ντιμίτρι Μουσκάτ ήταν δώδεκα χρόνων, όταν η οικογένειά του μετανάστευσε στις ΗΠΑ από την Ρωσία το 1997 και εγκαταστάθηκε στην πόλη. Στα δεκαεπτά του ο Ντιμίτρι κατατάχθηκε στον αμερικάνικο στρατό και ανήκε στην δύναμη της τρίτης μηχανοκίνητης ταξιαρχίας από το Φορτ Κάρσον. Την δεύτερη φορά που στάλθηκε στο Ιράκ, σκοτώθηκε κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες στις 24 του περασμένου Φλεβάρη. Ηταν μόλις εικοσιένα χρονών και ο τρίτος στρατιώτης από την Aurora, που έχανε την ζωή του στην μακρινή χώρα. Πάνω από τριάντα απώλειες μετράει μέχρι τώρα το Κολοράντο, περιοχή που δεν έχει πληρώσει μέχρι τώρα βαρύ φόρο αίματος συγκριτικά με άλλες περιοχές των ΗΠΑ. Ο Ντιμίτρι ήταν πυροβολητής σε τανκ, τραυματίστηκε στη Σαμάρα και εξέπνευσε λίγο αργότερα σε νοσοκομείο στο Μπαλάντ. Η οικογένεια του, ακόμη περιμένει αναλυτικότερες πληροφορίες για τις συνθήκες του θανάτου του, που δεν περιέχονταν στην λακωνική ανακοίνωση του Υπουργείου Αμυνας.

Ο Ντιμίτρι δεν είχε πάρει την αμερικάνικη υπηκοότητα. Ηταν ένας από τους πολλούς μετανάστες από την Ανατολική Ευρώπη και την Λατινική Αμερική που κατατάσσονται στον στρατό με την προσδοκία μιας καλύτερης ζωής και την αναγνώρισή τους σαν Αμερικάνων πολιτών. «Εβλεπε την νέα χώρα του σαν μια άλλη Ντισνεϋλαντ» δήλωσε ο πατέρας του ενώ η μητέρα του έκλαιγε όταν άκουγε τους επικήδειους από τον στρατιωτικό ιερέα και τους αξιωματικούς μπροστά στο φέρετρο στο παρεκκλήσι του νεκροταφείου Fairmount.

«Πάλευε για την ελευθερία όλων μας» !!! κραύγασε ο στρατιωτικός ιερέας αλλά δεν βρέθηκε κανείς να του φέρει αντίρρηση. Ενας νεαρός από την Ρωσία στην αυγή του 21ου αιώνα από μια πόλη με το συμβολικό και φορτισμένο όνομα Αυγή, σκοτώθηκε για την ελευθερία των ΗΠΑ να δυναστεύουν τον κόσμο στο μακρινό Ιράκ. Και πέρασε στην Ιστορία με ένα μονόστηλο σε μερικές εφημερίδες και μια ξένη σημαία παρέα, χωρίς να ξέρει το πώς και το γιατί.

* Η οικογένεια του Ντιμίτρι δεν κατηγόρησε κανέναν ανοικτά, πέρα από μερικά μισόλογα για το πόσο κακός είναι ο πόλεμος. Δεν πρέπει να είναι άσχετο με το γεγονός πως όλοι τους δεν είναι Αμερικάνοι πολίτες και τώρα ελπίζουν να γίνουν πιο εύκολα αφού διαθέτουν πλέον έναν δικό τους Αμερικάνο ήρωα. Στην χώρα της ελευθερίας όλα έχουν ένα αντίτιμο…


25 Φεβ 2006

Shinkolobwe, Κατάνγκα. Το ορυχείο του θανάτου

 

Το εγκαταλειμμένο ορυχείο στο Shinkolobwe,η αλλιώς ορυχείο Kasolo,  έχει μεγάλη ιστορία και είναι συνδεμένο με γεγονότα παγκόσμιας σημασίας. Δίπλα στην ομώνυμη πόλη που συγκεντρώνει περίπου δεκαπέντε χιλιάδες ψυχές, τριανταπέντε χιλιόμετρα από την μεγάλη πόλη Likasi, η περιοχή βρίσκεται στην επαρχία της Κατάνγκα στο νότιο-ανατολικό  Κονγκό, κοντά στα σύνορα με την Ζάμπια. Το ορυχείο ανακαλύφθηκε το 1915 και από το 1921, άρχισε να λειτουργεί υπό την ιδιοκτησία μιας βελγικής εταιρίας. Το Κονγκό ήταν από το 1879 Βελγικό αποικιοκρατικό έδαφος  και  το ορυχείο στενά δεμένo με την ιστορία λεηλασίας της περιοχής, που είχε πλούσιο υπέδαφος. Για τον χαλκό , τον χρυσό, τον λευκόχρυσο, τα διαμάντια,  το κοβάλτιο , το ουράνιο και άλλα στρατηγικά μέταλλα, αλλά και την στρατηγική θέση της στο κέντρο της Μαύρης Ηπείρου,  η χώρα δεινοπάθησε και μετά το 1960, που  επιχείρησε   να κατακτήσει  την ανεξαρτησία της. Το αποσχιστικό κίνημα στην Κατάνγκα, που εκδηλώθηκε ταυτόχρονα σχεδόν με την ανεξαρτησία, υποκινήθηκε από τους Βέλγους και τους Αμερικάνους , κατέληξε στην δολοφονία του Πατρίς Λουμπούμπα το 1961, στην επέμβαση του ΟΗΕ και στην μακρόχρονη δικτατορία του Μομπούτο που εγκατέστησε ένα νέο-αποικιακό δυτικόφιλο καθεστώς τρόμου. Από τότε το δράμα του Κονγκό συνεχίζεται , με πραξικοπήματα, εμφύλιες συρράξεις και μεγάλη δυστυχία.
Το ορυχείο , που από τα σπλάχνα του , βγήκε το ουράνιο για τα εργαστήρια Κιουρί και τα σχάσιμα υλικά για το πρόγραμμα Μανχάταν και τις δύο ατομικές βόμβες στην Χιροσίμα και το Ναγκασάκι έκλεισε το 1960 και σφραγίστηκαν οι είσοδοι στις στοές. Παρά τις αμερικάνικες πιέσεις όμως, το ορυχείο άρχισε να λειτουργεί  τα τελευταία χρόνια της εξουσίας του Μομπούτο και σήμερα –παρότι εγκαταλειμμένο επίσημα- συγκεντρώνει χιλιάδες αυτοαπασχολούμενους εργάτες ορυχείων που δουλεύουν σε άθλιες και επικίνδυνες συνθήκες. Σκάβουν  με τα χέρια τους η με μικρά εργαλεία , μέσα στις στοές , για να βγάλουν στην επιφάνεια το μετάλλευμα που παραμένει πλούσιο σε κοβάλτιο αλλά και σε ορισμένα σημεία και σε ουράνιο. Προστασία καμία από την ραδιενέργεια , η οποία έχει μολύνει όλη την περιοχή, τον υδροφόρο ορίζοντα και τον αέρα σε μια μεγάλη έκταση μέχρι το Likasi. Όχι λίγες φορές οι στοές καταρρέουν θάβοντας τους άτυχους εργάτες. Τον Ιούλιο του 2004, τριάντα από αυτούς σκοτώθηκαν σε μια τέτοια κατάρρευση. Με μέσο προσδόκιμο όριο ζωής στην περιοχή τα τριανταπέντε χρόνια , είναι σχετικά δύσκολο να διαπιστωθεί σε ποιο ποσοστό η ραδιενέργεια επιδρά στους θανάτους , που προέρχονται κυρίως από την φυματίωση και το Aids. Παρ΄ όλα αυτά το κοβάλτιο είναι περιζήτητο στις διεθνείς αγορές και η τιμή του αυξάνει συνεχώς. Γι αυτό και στο ορυχείο συρρέουν κάθε μέρα πάνω από δέκα χιλιάδες εργάτες , πολλοί από αυτούς μικρά παιδιά , για να κερδίσουν χίλια φράγκα Κονγκό, ισότιμα με τρία αμερικάνικα δολάρια. Ζούνε σε καλύβες σε άθλιες συνθήκες και ρισκάρουν καθημερινά με τον κίνδυνο του  καρκίνου . Με 120 δολάρια κατά κεφαλήν ετήσιο εισόδημα στη  Δημοκρατία του Κονγκό ,οι εργάτες στο ορυχείο δεν είναι παράξενο που θεωρούνται προνομιούχοι!

*  Οι Αμερικανοί δεν έπαψαν να προσπαθούν να ελέγξουν την περιοχή και να σταματήσουν την εξόρυξη. Μέσω του ΟΗΕ ,  τα τελευταία χρόνια πιέζουν την κυβέρνηση στην Κινσάσα να πάρει μέτρα , γιατί φοβούνται πως το ουράνιο μέσω της Ζάμπια, πηγαίνει σε ανεπιθύμητα χέρια.

11 Φεβ 2006

Αϊτή - Πόλη του Ήλιου, Πορτ-ο-Πρενς. Εξαθλίωση και αντίσταση


Η cite Soleil, κάθε άλλο παρά πόλη του Ήλιου, μπορεί να χαρακτηριστεί. Σε μια έκταση εικοσιεπτά τετραγωνικών μιλίων, η μεγαλύτερη παραγκούπολη του Πορτ-ο-πρενς, βρίσκεται στα βόρεια της Αϊτινής πρωτεύουσας, δίπλα στην θάλασσα. Περισσότεροι από πεντακόσιες χιλιάδες άνθρωποι στοιβάζονται στις ξύλινες η πάνινες καλύβες σε συνθήκες απίστευτης εξαθλίωσης. Με ανοιχτούς υπονόμους, χωρίς δρόμους και τις περισσότερες φορές χωρίς ηλεκτρικό, η πόλη του Ήλιου, είναι το αληθινό πρόσωπο της σημερινής Αϊτής. Εννιά στους δέκα κατοίκους είναι άνεργοι, επτά στα δέκα παιδιά σχολικής ηλικίας δεν πάνε σχολείο και η φυματίωση, το Αids και οι διάρροιες σκοτώνουν καθημερινά δεκάδες ανθρώπους. Σαν να μην έφταναν αυτά, η παραγκούπολη είναι το μόνιμο μεγάλο θύμα κάθε τυφώνα της Καραϊβικής που περνά από το νησί. Μόλις το 2004 ο τυφώνας Τζέην άφησε πίσω του τρεις χιλιάδες νεκρούς και τεράστιες καταστροφές και τον περυσινό Ιούλιο ο Ντένις ξαναπλημμύρισε την πόλη.

Η παραγκούπολη ζει σε καθεστώς αναρχίας, με τις συμμορίες να στρατολογούν παιδιά από τους δρόμους. Τα παιδιά είναι ένα από τα πιο αναλώσιμα είδη στην Αϊτή. Υπολογίζεται πως δεκάδες χιλιάδες ζούνε χωρίς γονείς σε ένα πληθυσμό που είναι σε σημαντικό βαθμό νεανικός. Με προσδόκιμο όριο ζωής τα 52 χρόνια, σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια Αϊτινοί είναι κάτω από τα δεκαοκτώ σε ένα σύνολο 8,4 εκατομμυρίων. Οι συμμορίες είναι το μοναδικό καταφύγιο για τροφή και υποστήριξη για τα εγκαταλειμμένα παιδιά και σε σημαντικό βαθμό υποκαθιστούν το ανύπαρκτο κρατικό και κοινωνικό δίκτυο προστασίας. Ύστερα μάλιστα από την στρατιωτική επέμβαση των Αμερικάνων και του ΟΗΕ, η παραγκούπολη έγινε κέντρο της αντίστασης, ορμητήριο των ένοπλων ομάδων που κτυπάνε τους κυανόκρανους και αρκετές φορές αντιμετώπισε την δολοφονική μανία τους, όταν αποφασίζουν να πραγματοποιήσουν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις.

Η Αιτή, χώρα πρώην σκλάβων, που κατέκτησε την ανεξαρτησία της πολύ νωρίς και ίδρυσε μια από τις πρώτες δημοκρατίες, δεινοπάθησε κάτω από την ισχυρή επιρροή του Βορειοαμερικάνου γείτονα. Αφού πέρασε μερικές μαύρες δεκαετίες κάτω από την σκληρή δικτατορία της οικογένειας Ντυβαλιέ από τις αρχές του 90, ζει μια περίοδο πολιτικής αστάθειας εξαιτίας κυρίως της επεμβατικής πολιτικής των ΗΠΑ. Με 390 δολάρια, περίπου, κατά κεφαλή εισόδημα και με το 65% των Αϊτινών να ζούνε κάτω από το όριο της φτώχειας, με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα, η χώρα είναι μια από τις πιο φτωχές στο ημισφαίριο. Αποκορύφωμα της δυστυχίας η τελευταία επέμβαση των ΗΠΑ, μέσω του ΟΗΕ, τον Ιούνιο του 2004, λίγους μήνες ύστερα από την ανατροπή του εκλεγμένου προέδρου Αριστίντ. Από τότε στα παλιά προβλήματα των Αϊτινών προστέθηκαν και αυτά της στρατιωτικής κατοχής. Εννιά χιλιάδες περίπου στρατιώτες και αστυνομικοί, με πολιτικό διοικητή Χιλιανό και στρατιωτικό Βραζιλιάνο, ασκούνε καθημερινή βία ενάντια στην πλειοψηφία του πληθυσμού που απαιτεί την επιστροφή του εξόριστου εκλεγμένου Προέδρου. Το οξύμωρο είναι πως στην δύναμη του ΟΗΕ περιλαμβάνονται και στρατιωτικοί από χώρες σαν το Νεπάλ, την Σιέρα Λεόνε και το Περού, που στρατολογήθηκαν από τους Αμερικάνους για να μάθουν στους Αϊτινούς τι σημαίνει σταθερότητα και δημοκρατία!!

* Στις εκλογές για νέο Πρόεδρο που έγιναν στις 7 του φετινού Φλεβάρη, η πόλη του Ήλιου περικυκλώθηκε από τους ΟΗέδες και οι κάτοικοι της εμποδίστηκαν να πάρουν μέρος στην ψηφοφορία. Γιατί η παραγκούπολη θεωρείται προπύργιο του κόμματος Λαβαλάς του Αριστίντ και της αντίστασης στην ξένη επέμβαση. Μέχρι την στιγμή που γράφτηκε ο «Αθέατος Κόσμος» δεν είχαν γίνει γνωστά τα αποτελέσματα των εκλογών.

28 Ιαν 2006

Μπουένος Αιρες-Πλατεία Μαΐου. Το τέλος μιας ιστορικής διαδήλωσης


Όταν έγινε το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Αργεντινή, το ημερολόγιο έγραφε 24 Μαρτίου 1976. Επικεφαλής της στρατιωτικής χούντας ο στρατηγός Jorge Rafael Videla, επέβαλλε ένα απίστευτο καθεστώς τρόμου. Στα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι την κατάρρευση του καθεστώτος το 1983, συντηρητικοί υπολογισμοί ανεβάζουν σε δεκαπέντε χιλιάδες τους δολοφονημένους, σε τριάντα χιλιάδες τους αγνοούμενους , σε ογδόντα χιλιάδες αυτούς που φυλακίστηκαν και πάνω από ενάμισι εκατομμύριο τους Αργεντίνους που αναγκάστηκαν να πάρουν τον δρόμο της εξορίας . Συνηθισμένος τρόπος για να μην μένουν ίχνη των δολοφονημένων Αργεντίνων ήταν το πέταγμα από αεροπλάνο. Πολλοί ντεσαπαρασίδος είχαν αυτό το τραγικο τελος.

Τον Νοεμβρη του 1976, μερικούς μήνες μετά το πραξικόπημα- οκτώ γυναίκες που είχαν άνδρες η γιους αγνοούμενους με επικεφαλής μια γενναία γυναίκα, την Azucena Villaflor de Vincenti, ξεκίνησαν έναν αγώνα για την αποκάλυψη της αλήθειας. Η Αzucena , γεννημένη στις 7 Απριλίου του 1924 , από μια φτωχή εργατική οικογένεια άρχισε να δουλεύει στα δεκαέξι της και μαζί με τον άνδρα της ήταν ενεργός εργατικό στέλεχος. Ένα από τα τέσσερα παιδιά της ο Νέστωρ, συνελήφθηκε από τον στρατό και εξαφανίστηκε. Αυτό ήταν που παρακίνησε την Αzucena να μπει επικεφαλής στην ομάδα των γυναικών και στις 30 Απρίλη του 1977, δεκατέσσερις γυναίκες, να κάνουν την πρώτη διαδήλωση στην κεντρική πλατεία του Μπουένος Αιρες , την Πλατεία του Μαΐου, μπροστά στο Προεδρικό Μέγαρο, την Casa Rosada. Έτσι γεννήθηκε το κίνημα των Μητέρων της Πλατείας του Μάη που έμελλε να γίνει παγκόσμια γνωστό και να συνεγείρει τους Αργεντινούς. Η Αzucena κυνηγήθηκε και τελικά μαζί με άλλες μητέρες συνελήφθη το βράδυ της 10ης Δεκέμβρη του 1977, ημέρα που κυκλοφόρησε η πρώτη παράνομη εφημερίδα για τους εξαφανισμένους και δολοφονήθηκε μερικές ημέρες αργότερα σε βάση του στρατού την περίφημη ESMA. Πρόσφατα ύστερα από έρευνες επιστημονικών επιτροπών βρέθηκαν υπολείμματα του σκελετού της, και εντοιχίστηκαν σε μνημείο στην Πλατεία του Μαΐου. Οι ερευνητές έχουν βάσιμες υποψίες πως η Αzucena πετάχτηκε από αεροπλάνο.

Το κίνημα των Μητέρων συνεχίστηκε , δυνάμωσε και πήρε μεγάλες διαστάσεις ύστερα από την πτώση της χούντας. Οι διάδοχες κυβερνήσεις φρόντισαν να ψηφίσουν νόμους για την ατιμωρησία των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν. Η κυβέρνηση Αλφονσιν ψήφισε τον νόμο Punto Final το 1986 και τον νόμο Obediencia Debida το 1987 που έδιναν άσυλο στους στρατιωτικούς. Απέναντι σε αυτές τις αποφάσεις το κίνημα των Μητέρων διαδήλωνε κάθε Πέμπτη στην Πλατεία , ανέπτυξε ένα πλούσιο δίκτυο οργανώσεων σε όλη την χώρα , συμμετείχε σε διεθνείς δράσεις και πρωτοβουλίες και πήρε βραβείο από την Ουνέσκο το 1999.

Τα τελευταία χρόνια το κίνημα των Μητέρων , με επικεφαλής την Hebe de Βοnafini, ενίσχυσε και διεύρυνε την δράση του και πήρε περισσότερο αριστερές και ριζοσπαστικές θέσεις , ειδικά ύστερα από την διάσπαση του 1986. Τελευταία το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ως αντισυνταγματικούς τους νόμους που προστάτευαν τους στρατιωτικούς της χούντας, γεγονός που σε συνάρτηση με ορισμένες άλλες εξελίξεις που έφερε η Προεδρία Κιρχνερ συνέτεινε στην απόφαση για τον τερματισμό της εκστρατείας.

* Την Τετάρτη 25 του Γενάρη πραγματοποιήθηκε στην Πλατεία του Μαΐου η τελευταία διαδήλωση ύστερα από μια από συνεχή κινητοποίηση εικοσιπέντε χρόνων. Οι δηλώσεις της Βοnafini,όπως την μετέδωσαν τα διεθνή ΜΜΕ απέχουν αρκετά από τις παλιές ριζοσπαστικές θέσεις της. Παρ΄όλα αυτά το κίνημα των Μητέρων του Μάη θα αποτελεί για τις επόμενες γενιές στην Αργεντινή ένα παράδειγμα γενναιότητας και αντίστασης .

14 Ιαν 2006

Μολδαβία. Παράδεισος για τους δουλεμπόρους γυναικών


Η περιπέτεια της Ελενας δεν έχει καμία πρωτοτυπία. Είναι μια από τις πολλές ανάλογες που μπορεί κανείς να γνωρίσει αναζητώντας στοιχεία για το παράνομο δουλεμπόριο γυναικών από την Μολδαβία και την μετατροπή τους σε σκλάβες των κυκλωμάτων αναγκαστικής πορνείας. Η Ελενα -που δεν είναι το αληθινό της όνομα- ζούσε σε συνθήκες απόλυτης ένδειας σε χωριό της Μολδαβικής υπαίθρου, μαζί με την άνεργη μητέρα της, τον αλκοολικό πατέρα της και τις δύο αδερφές της. Αναζητώντας τρόπο να ξεφύγει πείστηκε από μια φίλη της να ταξιδέψει στην Βοσνία για αναζήτηση δουλειάς. Με παράνομα ταξιδιωτικά έγγραφα, πέρασε στην Ρουμανία και από εκεί έφτασε στο Σεράγεβο τον Απρίλη του 2002. Εγκαταστημένη σε ένα σπίτι με δεκαπέντε ακόμη γυναίκες από την Ρουμανία, την Βουλγαρία και την Ουγγαρία, αναγκάστηκε ύστερα από πιέσεις και ξυλοδαρμούς να μετατραπεί σε πόρνη με πιο συχνή πελατεία Νατοϊκούς στρατιωτικούς της Sfor και τοπικούς αστυνομικούς και αξιωματούχους της Βοσνίας. Από τα τριάντα ευρώ που πλήρωνε ο κάθε πελάτης για μία ώρα, η Ελενα δεν έπαιρνε τίποτε παρά μόνο το έξοδα για το καθημερινό φαγητό. Το μπαρ που δούλευε, ύστερα από ένα χρόνο έκλεισε και η Ελενα κατάφερε να αποδράσει, σπεύδοντας για βοήθεια σε μια υπηρεσία του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης. Η Ελενα επέστρεψε στην Μολδαβία με περισσότερα προβλήματα από όσα είχε όταν έφυγε και συνεχίζει ακόμη να ψάχνει τρόπο να ξαναφύγει, με νόμιμα έγγραφα αυτήν την φορά για ένα πιο ασφαλή προορισμό και μια αξιοπρεπή εργασία.

Η Ελενα είναι μια από τις πενήντα έως εξήντα γυναίκες που εγκαταλείπουν με διάφορους παράνομους ή μισό-νόμιμους τρόπους την Μολδαβία, κατά μέσο όρο, καθημερινά. Υπολογίζονται σε εξακόσιες χιλιάδες έως και ένα εκατομμύριο οι μετανάστες Μολδαβικής καταγωγής που βρίσκονται στο εξωτερικό, κυρίως σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης, την Τουρκία και την Μέση Ανατολή. Από αυτούς οι περισσότερες είναι νεαρές γυναίκες ενώ περιπτώσεις συμμετοχής στο παράνομο δουλεμπόριο του σεξ έχουν καταγραφτεί και στην Βόρεια Αμερική, στην ανατολική Ασία και στην Αυστραλία. Η Μολδαβία με πληθυσμό κάτι παραπάνω από τέσσερα εκατομμύρια ψυχές είναι βυθισμένη στην φτώχεια. Πάνω από το 60% των Μολδαβών ζούνε κάτω από το όριο της φτώχειας που είναι τα 120 λέι (11,5 δολάρια) ενώ στην ύπαιθρο το 84% των κατοίκων αρκούνται σε ημερήσιο εισόδημα ισότιμο με ένα δολάριο. Στα λεγόμενα χρόνια της μετάβασης το κατά κεφαλή ΑΕΠ έπεσε κατά 25% φτάνοντας το 2000 στα 350 δολάρια.

Με το νεαρότερο πληθυσμό σε Ευρωπαϊκό έδαφος (το 30% είναι κάτω από 18 ετών), σε συνθήκες οικονομικού μαρασμού και διάλυσης των κοινωνικών δομών δεν είναι καθόλου παράξενο που η Μολδαβία αποτελεί προνομιακό χώρο δράσης για τα κυκλώματα του παράνομου ανθρώπινου δουλεμπορίου είτε για τα δίκτυα της πορνείας είτε για τα δίκτυα εμπορίας ανθρώπινων οργάνων. Οπως και για τις άλλες κοινωνίες του πρώην ανύπαρκτου η μετάβαση στον καπιταλισμό έφερε περισσότερη δυστυχία και απόγνωση.

* Για τους πιο απαιτητικούς αναγνώστες η σχετικά πρόσφατη έκθεση του “Center for the Prevention of Trafficking in Women” που δημοσιεύτηκε στο Τσιτσινάου το 2003, παρουσιάζει αναλυτικά την περιπέτεια των Μολδαβών γυναικών τα τελευταία δέκα χρόνια.

17 Δεκ 2005

Σαν Κουέντιν- Καλιφόρνια. Ο βάρβαρος Κόναν εξόντωσε την τίγρη της Βεγγάλης….

 

Περίπου τριανταπέντε λεπτά της ώρας ζωή, χάρισαν οι δήμιοι στον  Στάνλει- Τούκι-Γουίλιαμς. Η εκτέλεση της θανατικής καταδίκης του έγινε –σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση- στις 00.36 τοπική ώρα της 13 του Δεκέμβρη, με ένεση, στις φυλακές Σαν Κουέντιν της Δυτικής  Καλιφόρνια, ύστερα από την οριστική άρνηση του κυβερνήτη Αρνολντ Σβαρτζενέγκερ, να του δώσει χάρη και σε πείσμα του μεγάλου κύματος κατακραυγής που ξεσήκωσε –μέσα και έξω από τις ΗΠΑ-η αναγγελία της εκτέλεσης.
Ο  Τούκι ήταν  από τους πιο διάσημους, από τους εκατοντάδες  θανατοποινίτες  στις αμερικάνικες φυλακές. Συνιδρυτής της φημισμένης και σκληρής συμμορίας Γκριπς, πιάστηκε  για τέσσερις φόνους σε ηλικία 25 ετών και καταδικάστηκε το 1981 σε θάνατο. Από τότε και παρά τις δικαστικές αναιρέσεις και περιπέτειες η ποινή δεν άλλαξε και ύστερα από δυόμισι δεκαετίες από την πρώτη ετυμηγορία των ενόρκων –που ήταν όλοι τους λευκοί- ο Τούκι, σε ηλικία 51 ετών,  πλήρωσε με την ζωή του την νεανική δράση του, παρότι ο ίδιος αλλά και αρκετά στοιχεία επέμειναν πως ήταν αθώος.  Η εκτέλεση του Τούκι ξεσήκωσε στις ΗΠΑ νέα  θύελλα συζητήσεων για την θανατική ποινή και ειδικά στις περιπτώσεις των μεταμεληθέντων. Ο ίδιος , ύστερα από χρόνια στην απομόνωση, στα μέσα της δεκαετίας του 90, αποκήρυξε τις συμμορίες και την βία στους δρόμους , έγραψε με την βοήθεια μιας δημοσιογράφου εννιά βιβλία για παιδιά με στόχο την αποτροπή της συμμετοχής τους σε συμμορίες, βραβεύτηκε από ιδρύματα και βιβλιοθήκες και προτάθηκε πέντε φορές για το Νόμπελ Ειρήνης. Οι δικαστές που απέρριψαν την αίτηση για μετατροπή της ποινής, εκτίμησαν πως η συμπεριφορά του ήταν προσχηματική και ένας μάλιστα από αυτούς διακήρυξε πως ο Τούκι –όπως η άγρια τίγρης της Βεγγάλης- δεν μπορεί να εξημερωθεί και πως θα ξανακάνει τα ίδια εάν βρεθεί στο φυσικό περιβάλλον του! Δήλωση που δημιούργησε σάλο για τον φανερό ρατσισμό της.
Ο  Τούκι είχε την ατυχία να είναι  Αφρο-αμερικανός. Γιατι οι μαύροι Αμερικάνοι  ενώ είναι περίπου το 12% του συνολικού πληθυσμού συμμετέχουν με 42% στον συνολικό αριθμό των καταδικασθέντων σε θάνατο , από δικαστήρια που έχουν κυρίως λευκούς ενόρκους. Οι τελευταίοι –σύμφωνα με  έρευνες- στέλνουν τρεις φορές πιο συχνά μαύρους και τέσσερις φορές πιο συχνά Λατίνος  στον θάνατο  από ότι λευκούς. Αλλά και τότε, οι λευκοί συνήθως την γλιτώνουν μιας και μπορούν να πληρώσουν πιο εύκολα τις δικαστικές δαπάνες για αναιρέσεις και εφέσεις. Ο Τούκι επίσης είχε την ατυχία να αποτελεί σύμβολο του λούμπεν αφροαμερικάνικου  συμμοριτισμού των πόλεων. Υστερα από την δεκαετία του 60 που οι «Μαύροι Πάνθηρες» είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν την νεολαία των γκέτο σε πολιτικό κίνημα , η ήττα τους ξανάφερε στο προσκήνιο τις άγριες συμμορίες. Μια από αυτές οι Γκριπς ( που ιδρύθηκαν το 1971) στο νότιο και κεντρικό Λος Άντζελες , στρατολόγησε χιλιάδες νέους στην βία των δρόμων και επεκτάθηκε σε όλη την Ανατολική ακτή αλλά και στην Δυτική. Αργότερα φυσικά η κοκαΐνη άλλαξε πολλά δεδομένα και μετασχημάτισε αρκετές συμμορίες σε πιο επαγγελματική βάση.  Η εκτέλεση του δεν αποσκοπούσε σε τίποτε άλλο, παρά σε ένα ισχυρό σοκ φρονηματισμού προς την απόκληρη νεολαία , τα γκέτο και τις κοινότητες των μαύρων και των Λατίνος, που βιώνουν την κόλαση της φτώχειας και της καταπίεσης.
«Είμαι πολύ περήφανος που δεν ζω σε αυτήν την χώρα» έγραφε ένας Πορτογάλος νεαρός στα δεκάδες blogs, που κατακλύστηκαν από οργισμένες αντιδράσεις μόλις ανακοινώθηκε η εκτέλεση του Τούκι. Και πράγματι το πιο συγκλονιστικό, είναι το γεγονός –ασύλληπτο σε ανθρώπινο νου-να εκτελείται ένας άνθρωπος για μια πράξη που έκανε νεαρός, 25 χρόνια μετά, σε μια χώρα που θέλει να εξάγει μάλιστα  δημοκρατία και πολιτικές σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων!

* Ο «Αθέατος κόσμος» δεν υποκινείται συνήθως από την επικαιρότητα. Αυτήν την φορά παραβίασε τις αρχές του και δεν άλλαξε γνώμη ούτε όταν η εκπομπή  «Φάκελοι» στο Μega στις 13/12  παρουσίασαν την περιπέτεια του Τούκι, αποφεύγοντας όμως να την συνδέσουν με την σημερινή κοινωνική και  πολιτική  κατάσταση στις ΗΠΑ. Αυτή ακριβώς την μεγάλη οπισθοδρόμηση θέλει να καταδείξει και ο τίτλος του κειμένου. Την επιστροφή στην βαρβαρότητα….

3 Δεκ 2005

Ciudad Juarez-Μεξικό. Η πόλη των δολοφονημένων γυναικών


H Ciudad Juarez έχει πάρει το όνομα της από τον εκλεγμένο Μεξικανό Πρόεδρο Μπενίτο Χουάρεζ, μετά τον θάνατό του το 1872. Πιο μπροστά η περιοχή ήταν γνωστή σαν Εl Paso del Norte (To Πέρασμα του Βορρά), που από ένα μικρό χωριό έφτασε να γίνει στα χρόνια του πολέμου με την Γαλλία- για ένα διάστημα- η έδρα της Μεξικάνικης κυβέρνησης. Από το 1668 που ο Φραγκισκανός μοναχός Γκαρσία ανακάλυψε ένα θεόσταλτο μήνυμα της Παναγίας της Γουαδελούπης, αυτή θεωρείται προστάτης των ανθρώπων που ζούνε εδώ, τιμάται με κατάνυξη και ο χώρος της αποκάλυψης είναι ιερός ακριβώς δίπλα στον επιβλητικό καθεδρικό ναό, στο κέντρο της πόλης. Στην πόλη υπάρχουν πολλά μνημεία που θυμίζουν την πολυτάραχη ιστορία της χώρας μιας και η Ciudad Juarez βρίσκεται στην περιοχή που ήταν ένα από τα μεγαλύτερα επίκεντρα της Μεξικάνικης επανάστασης για ανεξαρτησία.

Τριακόσια εβδομήντα περίπου χιλιόμετρα βόρεια της Τσιχουάουα, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας, πάνω σχεδόν στον εθνικό αυτοκινητόδρομο 45, η πόλη βρίσκεται πολύ κοντά στην συνοριακή γραμμή με τις ΗΠΑ, απέναντι από το Νέο Μεξικό και το Ελ Πάσο. Αυτή η γεωγραφική θέση της ήταν η αιτία που η πόλη γνώρισε μια πληθυσμιακή έκρηξη τις τελευταίες δεκαετίες. Από τετρακόσιες χιλιάδες ψυχές το 1970 έφτασε σήμερα τα δύο εκατομμύρια εξαιτίας της εγκατάστασης εκεί εκατοντάδων αμερικάνικων-κυρίως- εργοστασίων, ιδιαίτερα μετά την εφαρμογή της ΝΑFTA, τα γνωστά «μακίλας», που αναζητούσαν φτηνά εργατικά χέρια. Μαζί με τους μακιλαδόρες που μαζεύτηκαν από όλο το Μεξικό (το 2000 υπολογίζονταν σε τριακόσιες πενήντα χιλιάδες τουλάχιστον, στην πόλη και τα περίχωρα) στην Ciudad Juarez άνοιξαν και άλλες δουλειές. Νόμιμες αλλά και παράνομες. Τα λιγοστά δολάρια που μοίραζαν τα αμερικάνικα αφεντικά τράβηξαν πολλούς φτωχούς Μεξικανούς, άνδρες και γυναίκες, που ακόμα και εάν δεν έβρισκαν δουλειά στα εργοστάσια, μπορούσαν να προσληφθούν στις εταιρίες φύλαξης, στα μαγαζιά της νύχτας, τα πορνεία αλλά και στις ομάδες διακίνησης ναρκωτικών, λαθρομεταναστών κλπ.

Ακόμα και στην περίοδο της άνθισης, η πόλη έκρυβε στα σπλάχνα της μεγάλη δυστυχία και φτώχεια. Παράγκες για τους ξεριζωμένους από τα Μεξικάνικα πουέμπλος, δίχως νερό, ηλεκτρικό και αποχέτευση που ζούσαν για ένα κομμάτι ψωμί, ιστορίες καθημερινής εκμετάλλευσης, ανύπαρκτες κοινωνικές σχέσεις και μεγάλη εγκληματικότητα. Τα πράγματα έγιναν ανυπόφορα από τότε που τα Αμερικάνικα αφεντικά άρχισαν να φεύγουν για προορισμούς με φθηνότερο εργατικό κόστος. Σήμερα η πόλη έχει πάνω από το 40% των κατοίκων της κάτω από τα όρια της φτώχειας, ενώ ένας στους πέντε εργάτες στα μακίλας είναι άνεργος. Όλα αυτά θα έμεναν στην σιωπή εάν στην πόλη -αυτή η κατάσταση- δεν δημιουργούσε μια παγκόσμια πρωτιά. Η Ciudad Juarez, έγινε παγκόσμια γνωστή τα τελευταία δέκα χρόνια σαν η πόλη των δολοφονημένων γυναικών. Από το 1993 έχουν καταγραφτεί πάνω από 400 δολοφονίες γυναικών, κυρίως νεαρών κοριτσιών, οι περισσότερες από τις οποίες είναι εργάτριες στα εργοστάσια, στα μαγαζιά της νύχτας, πόρνες ή μπλεγμένες στα δίκτυα διακίνησης κοκαΐνης. Αρκετές από αυτές μετανάστριες από την ύπαιθρο, θάβονται χωρίς να τις αναζητήσει κανείς και δεν λείπουν οι περιπτώσεις που δεν εξακριβώνεται ούτε το όνομα τους. Θεωρούνται απόλυτα αναλώσιμο υλικό για κάθε είδους εκμετάλλευση και εύκολος στόχος για τις συμμορίες που εξουσιάζουν τους δρόμους της πόλης. Η τοπική αστυνομία -η οποία είναι και αυτή μπλεγμένη στην παρανομία- κατέγραψε τον φετινό χρόνο 28 δολοφονημένες γυναίκες, απόδειξη πως παρά την κατακραυγή, την ευαισθητοποίηση και τις συλλήψεις των τελευταίων χρόνων, οι δολοφονίες συνεχίζονται. Γιατί σε αυτό το μακάβριο σκηνικό, κυνηγοί και κυνηγημένοι, δημιουργούνται συνεχώς από μια κοινωνική κατάσταση που δημιούργησαν τα αρπακτικά των πολυεθνικών και η περιβόητη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου ΝAFTA, για να βγάλουν γρήγορο και εύκολο κέρδος δίχως να δίνουν δεκάρα τσακιστή για τις επιπτώσεις της δράσης τους στην φτωχή Μεξικάνικη κοινωνία.

* Η νεαρή Αλμα Τσαβίρα Φαρέλ, είναι η πρώτη -επισήμως- δολοφονημένη γυναίκα. Βρέθηκε νεκρή στη συνοικία Campestre Virreyes, στις 23 του Γενάρη του 2003.