20 Ιαν 2007

Μαρόκο- Oujda. Κυνηγημένοι στην έρημο


Η Oujda περιλαμβάνεται απαραίτητα στους τουριστικούς οδηγούς για τους δυτικούς επισκέπτες στο Μαρόκο, οι οποίοι όπως σχεδόν παντού στον κόσμο είναι καλοδεχούμενοι μαζί με το σκληρό συνάλλαγμα που κουβαλούν. Η πόλη που κτίστηκε από μια φυλή Βερβερίνων νομάδων που ονομάζονταν Zenata, έχει ιστορία πάνω από χίλια χρόνια,. Η Oujda μπορεί να μην έχει να δείξει αξιόλογα ιστορικά μνημεία, μιας και για χρόνια κυρίως υπήρξε στρατιωτική συνοριακή βάση, αλλά καυχάται για την ανεκτικότητα της, την,έντονη νυκτερινή ζωή και τους άνετους δρόμους που έφτιαξαν οι Γάλλοι στις δύο περιόδους που την κατείχαν. Σήμερα, με πεντακόσιες χιλιάδες κατοίκους, είναι πρωτεύουσα της Ανατολικής επαρχίας, στα βορειοανατολικά της χώρας, δεκαπέντε μόλις χιλιόμετρα από τα σύνορα με την Αλγερία και περίπου εξήντα χιλιόμετρα από τις Μεσογειακές ακτές, τριγυρισμένη από καταπράσινους λόφους και εύφορα χωράφια.

Σε αντίθεση με τους δυτικούς τουρίστες, η πόλη θεωρείται ένα από τα πιο αφιλόξενα μέρη για τους παρανόμους μετανάστες που προέρχονται από την υποσαχάρια Αφρική. Εμπόδιο στην είσοδο τους στην χώρα και σημείο από όπου οι Μαροκινές αρχές τους απελαύνουν ομαδικά, στέλνοντας τους στην κυριολεξία στον θάνατο. Αφού τους συγκεντρώσουν από τις μεγάλες πόλεις της χώρας η από τους παράνομους δρόμους εισόδου, οι Μαροκινοί, τους αφήνουν αβοήθητους στην έρημο στην γραμμή των συνόρων με την Αλγερία. Δίχως τροφή και νερό, χωρίς χρήματα και κινητά τηλέφωνα, οι δύστυχοι Αφρικανοί, περιφέρονται σαν αγρίμια στην δύσβατη περιοχή, χωρίς δυνατότητα διαφυγής.

Παρά τα εμπόδια και την βία που τους εξασκείτε οι νεαροί κυρίως Αφρικανοί, από την Γκάμπια, την Νιγηρία, την Σιέρα Λεόνε, την Σενεγάλη, την Γουινέα, το Μάλι, την Γκάνα, το Κονγκό και αλλού, επιμένουν να προσπαθούν να φτάσουν στην Oujda.. Γιατί η πόλη είναι σχετικά κοντά στο στόχο που έχουν βάλει ξεκινώντας το απελπισμένο ταξίδι τους. Να φτάσουν στους Ισπανικούς θύλακες της Θέουτα και την Μελίλια και στις ακτές του Γιβραλτάρ, έτσι ώστε να μπουν σε έδαφος μιας ευρωπαϊκής χώρας. Περπατώντας οι περισσότεροι ολόκληρους μήνες, στις παρυφές της ερήμου και κάτω από αντίξοες συνθήκες.

Η ισπανική κυβέρνηση αλλά και στο σύνολό της η Ευρωπαϊκή Ένωση , πιέζει αφόρητα την κυβέρνηση του Μαρόκου να σκληρύνει την στάση της και να εμποδίσει αποτελεσματικά τα κύματα των Αφρικανών που προσπαθούν να μπούνε στους δύο θύλακες. Οι αρχές του Ραμπάτ, δεν ήθελαν και πολύ πίεση για να εξαπολύσουν ένα πογκρόμ βίαιων συλλήψεων και απελάσεων τα τελευταία χρόνια, και να μετατρέψουν την περιοχή των συνόρων σε πεδίο άγριου κυνηγιού των μεταναστών. Οργανώσεις αλληλεγγύης από την Ισπανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες αλλά και ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι, καταγγέλλουν πως οι αρχές της χώρας χρησιμοποιούν ωμή βία για να αποθαρρύνουν τους Αφρικανούς. Περιστατικά άγριων ξυλοδαρμών, βιασμών και εγκατάλειψης γυναικών και παιδιών στην έρημο καταγράφονται συνεχώς. Και όταν ορισμένες από αυτές τις βάρβαρες πρακτικές, γίνονται γνωστές στην Ευρώπη, οι ιθύνοντες με απύθμενη υποκρισία, δηλώνουν πως γι αυτές είναι υπεύθυνες αποκλειστικά οι Μαροκινές αρχές!

* Στις 23 του περασμένου Δεκέμβρη, η αστυνομία στο Ραμπάτ, έκανε μαζικές συλλήψεις Αφρικανών μεταναστών που ζούσαν σε παραπήγματα και στους δρόμους. Πάνω από τριακόσιους από αυτούς τους έστειλαν στην Qujda, με σκοπό το διώξιμο τους από την χώρα. Πλήθος αντιρατσιστικών οργανώσεων και κινήσεων αλληλεγγύης συνεχίζουν να προσπαθούν να εμποδίσουν αυτές τις απελάσεις με δημόσιες καταγγελίες και διαβήματα στους διεθνείς οργανισμούς και την κυβέρνηση του Μαρόκου.

6 Ιαν 2007

Σιαλκότ-Πακιστάν. Η «ηθική» κρίση συνείδησης της ΝΙΚΕ


Η Σιαλκότ είναι μια από τις μεγάλες πόλεις του πακιστανικού Παντζάμπ στα βόρεια της χώρας, πάνω σχεδόν στα σύνορα με την Ινδία. Με παράδοση σιδηρουργίας και βιοτεχνίας από την εποχή της Αγγλικής κυριαρχίας, αποτελεί σήμερα ένα από τα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα του Πακιστάν, ύστερα από την συντονισμένη εμφάνιση των δυτικών πολυεθνικών. Η πόλη που απέχει περίπου εκατό τριάντα χιλιόμετρα από την Λαχώρη, χτισμένη κοντά στον ποταμό Τσενάμπ, γνώρισε ραγδαία ανάπτυξη τις δύο τελευταίες δεκαετίες εξαιτίας κυρίως δύο παραγόντων. Από την έλευση των πολυεθνικών που αναζητώντας φτηνά εργατικά χέρια εγκατέστησαν με την μέθοδο της υπεργολαβίας χιλιάδες επιχειρήσεις στον κλάδο του ιματισμού, της σιδηρουργίας και της αθλητικής βιομηχανίας. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ο πληθυσμός να διογκωθεί απότομα και να φτάσει τα τρία εκατομμύρια, συγκεντρώνοντας ταυτόχρονα και μεγάλο κομμάτι από το προσφυγικό κύμα Αφγανών που κατέκλυσαν το Πακιστάν τα τελευταία χρόνια. Έτσι γύρω από το πολύβουο και βρώμικο κέντρο της Σιαλκότ, χιλιάδες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, δουλεύουν νυχθημερόν για μεγάλες δυτικές φίρμες, σαν την ΑDIDAS, τη ΝIKE και την PUMA.

Η πόλη έγινε γνωστή σαν η παγκόσμια πρωτεύουσα για τις μπάλες ποδοσφαίρου αφού υπολογίζεται πως πάνω από δέκα εκατομμύρια από αυτές, που χρησιμοποιούνται στα γήπεδα της Δύσης, ράβονται με τα χέρια στις δύο χιλιάδες μονάδες της Σιαλκότ απασχολώντας πάνω από σαράντα χιλιάδες ανθρώπους. Χρειάζονται τρεις περίπου ώρες για τους έμπειρους ράφτες, να ενώσουν με κερωμένη κλωστή τα τριάντα-δύο δερμάτινα κομμάτια μιας μπάλας. Έτσι καθημερινά η ατομική παραγωγή δύσκολα ξεπερνά τις τρεις με τέσσερις μπάλες, για την καθεμιά από τις οποίες η αμοιβή, δεν ξεπερνά το ισόποσο των εξήντα αμερικάνικων σεντς σε πακιστανικές ρουπίες. Για τα δεδομένα όμως της χώρας, που το κατά κεφαλήν ετήσιο εισόδημα δεν ξεπερνά τα επτακόσια δολάρια, αυτοί οι ράφτες, με ένα μέσο μηνιαίο μισθό περίπου τα ογδόντα δολάρια, θεωρούνται καλοπληρωμένοι.

Λίγο η υποκριτική δυτική ευαισθησία, ειδικά την περίοδο των αγώνων των δύο τελευταίων Παγκόσμιων πρωταθλημάτων ποδοσφαίρου, λίγο ο σκληρός ανταγωνισμός μεταξύ των πολυεθνικών που έχει επεκταθεί και στην σφαίρα της «ηθικής» καθώς και το πλήθος των καταγγελιών που έφτασαν στα δυτικά ΜΜΕ για την χρησιμοποίηση παιδικών χεριών στις μονάδες ραφής της Σιαλκότ, εστίασαν την προσοχή των διεθνών δυτικών οργανισμών στο εκτεταμένο φαινόμενο της παιδικής εργασίας. Στο πακιστανικό Παντζάμπ και κυρίως στην Σιαλκότ, δυο εκατομμύρια παιδιά ηλικίας ανάμεσα στα πέντε και στα δεκατέσσερα δουλεύουν σκληρά κυρίως στους υπεργολάβους των πολυεθνικών. Σχεδόν δηλαδή το μισό της συνολικής παιδικής απασχόλησης σε όλη την χώρα που υπολογίζεται σε τέσσερα εκατομμύρια παιδιά. Η συμφωνία της Ατλάντα, τον Φλεβάρη του 1997 ανάμεσα την Γιούνισεφ, την FIFA, την Διεθνή Οργάνωση Εργασίας και το Εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο της Σιαλκότ σε συνεργασία με διεθνείς ΜΚΟ, καθώς και άλλες πρωτοβουλίες επικέντρωσαν το δυτικό υποκριτικό ενδιαφέρον στα παιδιά της πόλης και ειδικά σε αυτά που ράβουν τις μπάλες. Στόχος -όπως διακηρύχτηκε- ο συνδυασμός της εργασίας με την εκπαίδευση και η σταδιακή αντικατάσταση των παιδιών με ενήλικους.

Όπως και πολλές άλλες αντίστοιχες «ηθικές» εκστρατείες των Δυτικών, τα παιδιά στην Σιαλκότ ξεχάστηκαν μέχρι τον περασμένο Νοέμβρη. Τότε με μια λακωνική δήλωση η ΝΙΚΕ ανακοίνωσε την απόφασή της να μην ανανεώσει τα συμβόλαια παραγωγής με την μεγάλη μονάδα «Saga Sports». Η Saga ράβει για λογαριασμό της αμερικάνικης πολυεθνικής τις περισσότερες δερμάτινες μπάλες στην Σιαλκότ και η NIKE την κατηγορεί πως δεν συμμορφώθηκε με τους «ηθικούς» όρους της. Ενημέρωσε μάλιστα πως θα κατευθύνει από εδώ και πέρα τις παραγγελίες της στην Ταϊλάνδη και στην Κίνα. Ελάχιστοι όμως πείστηκαν από τη δικαιολογία που προβλήθηκε και μάλιστα πολύ καθυστερημένα. Όλοι οι παρατηρητές την συνδύασαν με το κόστος παραγωγής αλλά κυρίως με τους γεωπολιτικούς κινδύνους που διαβλέπει η εταιρία σε μια περιοχή που ραγδαία αποσταθεροποιείται. Πίσω της η ΝΙΚΕ θα αφήσει μερικές χιλιάδες ανέργους και απελπισμένους αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία για τα σχέδια της.

* Λίγοι γνωρίζουν στη Δύση πως η Σιαλκότ, με την σιδηρουργική παράδοσή της όταν σε αυτήν κατασκευάζονταν τα φημισμένα μαχαίρια και τα ξίφη για όλη την Ινδική υποήπειρο, αποτελεί επίσης ένα από τα μεγάλα κέντρα παραγωγής μικρών χειρουργικών εργαλείων όπως νυστέρια και λαβίδες. Και σε αυτές τις μονάδες τα παιδικά χέρια είναι πολύ χρήσιμα στην επιμετάλλωση, την λείανση και τη διαλογή των προϊόντων.

16 Δεκ 2006

Νέα Υόρκη-ΗΠΑ. Πεινασμένοι… στο Μανχάταν!


Το ραντεβού είναι ήδη κλεισμένο. Στις 23 του Δεκέμβρη από τις 10 το πρωί ως τις 12.30 το βράδυ στην 49η οδό, δυτικά , ανάμεσα στις λεωφόρους Μπρόντγουεη και Όγδοη, όχι μακριά από το Σέντραλ Παρκ και κοντά στο σχολείο Μάντελ, το «Πρόγραμμα του Δρόμου» μια φιλανθρωπική εθελοντική οργάνωση θα μοιράζει σακούλες με φαγητό και ζεστή σούπα στους Νεοϋορκέζους που έχουν ανάγκη. Ένα από τα πολλά σημεία που έχουν ήδη ανακοινωθεί ενόψει των γιορτών σε διάφορα σημεία της πόλης και των πέντε δήμων που την συγκροτούν.

Μια είδηση από την καπιταλιστική μητρόπολη στα μέσα του περασμένου Νοέμβρη πέρασε σε μερικά μόνο μονόστηλα, παρά το γεγονός πως ήταν έξοχα συγκλονιστική. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση της «Συμμαχίας της Νέας Υόρκης για την Καταπολέμηση της Πείνας», στην αμερικάνικη μεγαλούπολη ένας στους έξι κατοίκους της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνος του τις βασικές διατροφικές ανάγκες του και καταφεύγει συστηματικά στα φιλανθρωπικά συσσίτια και στις καντίνες που μοιράζουν σούπα. Η έκθεση πυροδότησε μια αρκετά μεγάλη συζήτηση μέσα από τις αμερικάνικες εφημερίδες και επανέφερε στο προσκήνιο το διογκούμενο κύμα φτώχειας και πείνας που αντιμετωπίζει η πόλη αλλά και ευρύτερα όλη η χώρα. Ενόψει μάλιστα των γιορτών των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς , ένα καθοδηγούμενο υποκριτικό αίσθημα φιλανθρωπίας έδωσε την δυνατότητα για προβολή σε αρκετές προσωπικότητες και οργανώσεις που έσπευσαν να αναγγείλουν πρωτοβουλίες βοήθειας στους πεινασμένους.

Τα αναλυτικά στοιχεία είναι αποκαλυπτικά για το μέγεθος του προβλήματος. Ένα εκατομμύριο , εκατό χιλιάδες Νεοϋορκέζοι , κατέφυγαν για φαγητό στα συσσίτια με κουπόνια μέσα στην φετινή χρονιά, σε ένα συνολικό πληθυσμό περίπου οκτώμισι εκατομμυρίων. Η αύξηση σε σχέση με το 2005, υπολογίζεται σε 11%. Από την περίοδο 2000-2003 , στην οποία το συνολικό ποσοστό αυτών που αντιμετώπιζαν πρόβλημα διατροφής ήταν 14% του πληθυσμού, το 2005 το ποσοστό ανέβηκε στο 15,4%. Στα 1200 περίπου σημεία στην πόλη που μοιράζεται φαγητό με κουπόνια προστρέχουν κυρίως άνεργοι για πάνω από δύο χρόνια, ηλικιωμένοι, ανύπαντρες μητέρες και φυσικά παιδιά. Πολλοί από αυτούς συγκεντρώνονται τις περισσότερες ημέρες του χρόνου, σχεδόν σε καθημερινή βάση. Η πλειοψηφία τους είναι γυναίκες ( 64%). Λευκοί είναι το 35% , μαύροι το 34% και Λατίνοι το 24,5%.

Η Νέα Υόρκη αποτελεί ένα από τα κορυφαία αμερικάνικα υποδείγματα έκρηξης των εισοδηματικών ανισοτήτων που δημιούργησε η ακραία νέο-φιλελεύθερη πολιτική των τελευταίων δεκαετιών. Πάνω από το 30% των κατοίκων της , δηλαδή περίπου 2,6 εκατομμύρια ζούνε κάτω από το επίσημο εθνικό επίπεδο φτώχειας ( 1460 δολάρια τον μήνα για τετραμελείς οικογένειες και 1180 δολάρια για τριμελείς). Η μακροχρόνια ανεργία είναι αρκετά πάνω από τον εθνικό μέσο όρο, τα φτηνά σπίτια λιγοστεύουν με ραγδαίους ρυθμούς ( τα τελευταία χρόνια χάθηκαν πάνω από πεντακόσιες χιλιάδες φτηνές κατοικίες) , οι άστεγοι έχουν πολλαπλασιαστεί και οι υπηρεσίες υγείας , ασφάλισης και κοινωνικής προστασίας έχουν ακριβύνει κατακόρυφα. Ένας στους πέντε ηλικιωμένους, ( ποσοστό πάνω από το 18%) ζει σε κατάσταση ένδειας , ποσοστό διπλάσιο από τον εθνικό μέσο όρο( 9%) και εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά μεγαλώνουν σε συνθήκες αθλιότητας στα γκέτο. Όταν λοιπόν θα φωταγωγηθεί η πόλη για να υποδεχτεί την νέα χρονιά και οι εικόνες της βιτρίνας της, κάνουν τον γύρο του πλανήτη, μην ξεχάσετε να κάνετε μια ευχή για τους πεινασμένους …της Νέας Υόρκης!

* Για τους απαιτητικούς αναγνώστες του «Αθέατου Κόσμου», υπάρχει μια πρόσφατη κοινή αναλυτική έκθεση για την Πείνα στις ΗΠΑ το 2006, από την Food Bank for the New York City και την City Harvest, στην οποία παρουσιάζεται με αριθμούς η κατάσταση στην αμερικάνικη μεγαλούπολη και στους πέντε δήμους της. Το Μπρονξ και το Κουήνς προηγούνται σαφώς αλλά δεν υπάρχει περιοχή της πόλης που να μην έχει πλέον συσσίτια.

2 Δεκ 2006

Σόφια –Φακουλτέτα. Η τριτοκοσμική παραγκούπολη… στην Ευρ.Ενωση


Δεν γνωρίζουμε ποια ήταν ακριβώς η αφορμή για να πάρει το προσωνύμιο «Καμπότζη», αλλά στα σίγουρα η παραπομπή σε τριτοκοσμική κατάσταση ταιριάζει απόλυτα στον μεγάλο μαχαλά-παραγκούπολη στην Φακουλτέτα της Σόφιας. Εκεί από την δεκαετία του τριάντα περίπου, άρχισαν να συγκεντρώνονται οικογένειες Ρομά. Στα μεταπολεμικά χρόνια η κυβερνητική πολιτική που απαιτούσε μόνιμη εγκατάσταση οδήγησε στην επέκταση της παραγκούπολης που έφτασε να συγκεντρώνει πλέον πάνω από τριανταπέντε χιλιάδες ψυχές, παρά το γεγονός πως ποτέ δεν υπήρξε μια προσπάθεια για βελτίωση των συνθηκών στέγασης και για κατασκευή υποδομών. Η κατάσταση χειροτέρευσε ραγδαία στα χρόνια της λεγόμενης μετάβασης, μετά το 1990, όταν στα παλιά προβλήματα προστέθηκε η ανεργία και η απότομη πτώση του -ήδη χαμηλού- βιοτικού επιπέδου.

Τώρα η Φακουλτέτα έχει γίνει το συνώνυμο της χειρότερης παραγκούπολης στην Ευρώπη και συναγωνίζεται σε αθλιότητα τα ασιατικά σλαμς και τις λατινοαμερικάνικες φαβέλες. Το γεγονός πως όλες οι κατασκευές είναι παράνομες, δεν επιτρέπει καμία σχεδόν βελτίωση, οι δρόμοι και το αποχετευτικό δίκτυο είναι ανύπαρκτα και το ηλεκτρικό υπάρχει σε ένα μικρό ποσοστό των κατασκευών. Κατά μέσο όρο δέκα άτομα ζούνε σε έκταση σαράντα τετραγωνικών μέτρων και για τις αρρώστιες σαν την φυματίωση, την ηπατίτιδα κ.λπ. που θερίζουν, υπάρχει μόνο μια μικρή κλινική, και αυτή με την υποστήριξη μιας διεθνούς ΜΚΟ. Το μεγάλο πρόβλημα όμως είναι η ανεργία. Από τους δέκα χιλιάδες περίπου ενήλικες που θεωρούνται ενεργός πληθυσμός μόνο πεντακόσιοι δουλεύουν με νόμιμες συμβάσεις.

Η Φακουλτέτα είναι η χειρότερη αλλά όχι η μοναδική αστική συγκέντρωση Ρομά στην Βουλγαρία. Το Στολιπίνοβο στο Πλόντιβ και η Ναντέζντα στο Σλίβεν δεν απέχουν πολύ σε αθλιότητα. Στην βαλκανική χώρα, σύμφωνα με την απογραφή του 2001, ζούνε 371 χιλιάδες Ρομά η ποσοστό 4,7% του συνολικού πληθυσμού. Αλλες, μη κρατικές εκτιμήσεις, τους ανεβάζουν σε επτακόσιες με εννιακόσιες χιλιάδες ή ποσοστό 10% του πληθυσμού. Ο δήμος της Σόφιας εκτιμά σε 125 χιλιάδες τους Ρομά που κατοικούν στα όρια της ευθύνης του. Οπως και στις υπόλοιπες χώρες της λεγόμενης μετάβασης στην Ανατολική Ευρώπη, οι Ρομά, σαν μειονεκτική κοινωνικά ομάδα, από τα χρόνια του «ανύπαρκτου», αντιμετωπίζουν σκληρότερα τη συνολική κοινωνική και οικονομική οπισθοδρόμηση. Ερευνες για λογαριασμό διεθνών Οργανισμών και ΜΚΟ για τους Ρομά στην Βουλγαρία, υπολογίζουν σε 90% το ποσοστό της ανεργίας ανάμεσά τους, σε 85% το ποσοστό των επίσημα φτωχών και σε 1% αυτούς που έχουν την τύχη να ζούνε πάνω από την ηλικία των εβδομήντα χρόνων!

Οι Ρομά γενικά στην Ανατολική Ευρώπη αλλά και αυτοί στην Βουλγαρία έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια αγαπημένο θέμα για αρκετές δυτικές ΜΚΟ. Πολλές είναι οι έρευνες και οι μελέτες που υποκινούνται από δυτικά ιδρύματα και Πανεπιστήμια με αντικείμενο την κοινωνική τους κατάσταση. Ακόμη και η Παγκόσμια Τράπεζα σχεδίασε προγράμματα υποστήριξης μέσω της ενίσχυσης της μικρό-επιχειρηματικότητας. Υπέρ-δραστήριος σε ανάλογες πρωτοβουλίες είναι ο γνωστός χρηματιστής Σόρος με το «αγαθοεργό» ίδρυμα του. Ως συνήθως όμως, εκεί που μαζεύονται οι παρηγορητές του πόνου, οι κραυγές του πονεμένων αυξάνονται παρά περιορίζονται.

* Οι Ρομά στη Σόφια έχουν να αντιμετωπίσουν εκτός των άλλων και την πολιτική των κυβερνήσεων και του Δήμου, που επιδιώκουν την έξωσή τους και την καταστροφή των κατοικιών τους στο όνομα των οικιστικών αναπλάσεων. Τον περασμένο Ιούνη ο Δήμος της Σόφιας αποφάσισε να γκρεμίσει εξήντα παράγκες στην Μπατάλοβα-Βοδενίτσα και μόνο ύστερα από τις μαζικές αντιδράσεις αναγκάστηκε να αναβάλλει την υλοποίηση της απόφασης.

17 Νοε 2006

Αμπιτζάν –Ακτή Ελεφαντοστού. Σκουπιδοτενεκές για τις πολυεθνικές


Το Σαββατόβραδο στις 19 του Αυγούστου μια βαριά και αποπνικτική μυρωδιά τύλιξε αρκετές λαϊκές συνοικίες του Αμπιτζάν που βρίσκονται κοντά στο εμπορικό λιμάνι. Αυτόπτες μάρτυρες εκείνη τη νύχτα δήλωσαν μετά, πως δεν είχαν αντιμετωπίσει μέχρι εκείνη τη στιγμή στην ζωή τους, τέτοια άσχημη αίσθηση. Έτσι δεν ήταν δύσκολο να συνδυάσουν το γεγονός με όσα συνέβησαν τις επόμενες ημέρες στην πόλη. Πάνω από σαράντα-πέντε χιλιάδες άνθρωποι έσπευσαν για βοήθεια στα τοπικά νοσοκομεία και δέκα περίπου από αυτούς έχασαν την ζωή τους. Όλοι σχεδόν είχαν τα ίδια συμπτώματα. Ναυτίες, πονοκεφάλους, εντερικές διαταραχές, σοβαρές δυσκολίες στην αναπνοή και συνεχείς ρινορραγίες. Ισχυρές ενδείξεις μαζικής δηλητηρίασης που ακόμα και σε μια χώρα, όπου η ανθρώπινη ζωή από τους συνεχείς εμφύλιους και την φτώχεια έχει σχετική αξία, προκάλεσε ισχυρό σοκ. Η δηλητηρίαση προήλθε κυρίως από το νερό και τα ψάρια, που μολύνθηκαν σχεδόν ακαριαία. Από τότε μέχρι και σήμερα οι άνθρωποι στην πόλη αναγκάζονται να σκοτώνουν μαζικά τα ζώα τους, να μην ψαρεύουν και να διψούν στην κυριολεξία για να αποφύγουν το δηλητήριο.

Η καταστροφή ήταν τέτοια που ήταν δύσκολο να κρυφτεί ο ένοχος. Ένα δεξαμενόπλοιο με το όνομα «Probo Koala», με σημαία Παναμά και διαχειρίστρια μια εταιρία στην Αθήνα, ναυλωμένο από την ολλανδική εταιρία Trafigura Beheer BV, είχε καταπλεύσει στο λιμάνι τις προηγούμενες ώρες. Όπως αναγκάστηκε να ομολογήσει η εταιρία, αφού κουβάλησε μερικές χιλιάδες κυβικά μέτρα βενζίνης από την Εσθονία στην Νιγηρία, έφτασε στο Αμπιτζάν για να αδειάσει πεντακόσιους τόνους απόβλητα σε συνεργασία με έναν ντόπιο εργολάβο. Στην πραγματικότητα να πετάξει στην θάλασσα επικίνδυνες χημικές ενώσεις, που εντοπίστηκαν ύστερα από την μαζική δηλητηρίαση, όπως το καυστικό νάτριο, το υδρόθειο και άλλες οργανοχλωριομένες ενώσεις. Η θάλασσα όπως ήταν αναμενόμενο μόλυνε γρήγορα την ακτή, το τριτοκοσμικό υδρευτικό δίκτυο καθώς και τα υπόγεια νερά.

Η Trafigura, δεν είναι μια άγνωστη εταιρία. Από το 1993, είναι δραστήρια στην μεταφορά και την εμπορία βαριών μετάλλων και ενέργειας, με πενήντα πέντε γραφεία αντιπροσώπευσης σε τριάντα-έξι χώρες. Ο όμιλος, που έχει τα κεντρικά του στην Λουκέρνη της Ελβετίας, είναι ολλανδικών συμφερόντων και αποτελείται από μια πλειάδα επιχειρήσεων, μερικές από τις οποίες έχουν μπλεχτεί σε σκάνδαλα γύρω από το περίφημο πρόγραμμα του ΟΗΕ «πετρέλαιο για τρόφιμα» στο Ιράκ, την περίοδο του εμπάργκο. Ορισμένα μάλιστα ΜΜΕ, με αφορμή την μαζική δηλητηρίαση θυμήθηκαν πως η εταιρεία έχει κατηγορηθεί και για δωροδοκία προς τον γιο του Κόφι Αναν, η Γκρινπίς επίσης κατήγγειλε πως ένα άλλο σκάφος ναυλωμένο από την Trafigura, το Probo Emu, είχε μολύνει παλιότερα τις Ισπανικές ακτές

Στην πραγματικότητα η Trafigura έκανε, ίσως με κάποια δόση υπερβολής και ατζαμοσύνης, αυτό που κάνουν μόνιμα όλες οι πολυεθνικές που σέβονται τον εαυτό τους και τους μετόχους τους. Για να αποφύγει το κόστος ενός καθαρισμού σε λιμάνι της Νιγηρίας και πολύ περισσότερο της Ευρώπης (πληροφορίες επιμένουν πως το τάνκερ έφυγε από το λιμάνι του Άμστερνταμ εξαιτίας της υψηλής τιμής επεξεργασίας των αποβλήτων που ζητήθηκε εκεί), άδειασε τα δηλητήριά του σε έναν από τους αγαπημένους δυτικούς προορισμούς. Την φτωχή Αφρική, που στην πλειοψηφία της κυβερνάται από διεφθαρμένες ελίτ και διοικήσεις που είναι πρόθυμες για ένα φιλοδώρημα να δολοφονήσουν τους υπηκόους τους, ανίσχυρες και άβουλες απέναντι στην ισχύ των δυτικών εταιρειών η κρατών.

* Μόλις πέρασε το πρώτο σοκ χιλιάδες κάτοικοι του Αμπιτζάν ξέσπασαν στους δρόμους με μαζικές διαδηλώσεις, επιθέσεις σε κυβερνητικά κτίρια και συγκρούσεις με την αστυνομία. Στις αρχές του Σεπτέμβρη η κυβέρνηση αναγκάστηκε, για να κατευνάσει τα πνεύματα, να παραιτηθεί αντικαθιστώντας ορισμένους από τους υπουργούς που θεωρήθηκαν άμεσα υπεύθυνοι. Η υπόθεση ακόμα ερευνάται, το πλοίο εντοπίστηκε και ερευνήθηκε στην Βόρεια Θάλασσα και δύο στελέχη της Trafigura μαζί με ντόπιους δημόσιους υπαλλήλους περιμένουν να δικαστούν.

4 Νοε 2006

Δέλτα Guangdong, Κίνα. Παγίδα για τους εσωτερικούς μετανάστες


O Zhu Jiang ή αλλιώς ο ποταμός των μαργαριταριών, είναι το τρίτο σε μήκος ποτάμι στην Κίνα, ύστερα από τον Κίτρινο και τον Γιανκτσέ. Χύνεται στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας,ανάμεσα στο Χονγκ-Κόνγκ και το Μακάο, δημιουργώντας το ομώνυμο Δέλτα, στην ευρύτερη περιοχή του οποίου έχει δημιουργηθεί ένα από τα ισχυρότερα κέντρα οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. Η επαρχία Guangdong, (Καντόνα) με επίκεντρο την πρωτεύουσα Guangzhou αλλά και άλλες αστικές συγκεντρώσεις όπως η Shenzhen, η Dongguan, η Zhongshan και η Shunde γύρω από το Δέλτα, που ονομάζονται και μικρές τίγρεις, αποτελούν πλέον ορισμένες από τις πιο ισχυρές οικονομικές ατμομηχανές της Κίνας, με απίστευτες συγκεντρώσεις βιομηχανιών και ραγδαία ανοικοδόμηση. Την δεκαετία του Ενενήντα η περιοχή σημείωσε μια μέση ετήσια αύξηση 14% και παράγει ήδη πάνω από το 40% του συνολικού εξωτερικού εμπορίου της χώρας.

Όπως συμβαίνει παντού στις πλούσιες εκβολές των ποταμών στον κόσμο, έτσι και στο Δέλτα της Guangdong, οι συγκεντρώσεις αποδημητικών πουλιών είναι μεγάλες. Το ίδιο μεγάλη είναι όμως είναι και η συρροή των περιπλανώμενων εργαζόμενων, εκατομμύρια από τους οποίους φεύγουν καθημερινά από την ύπαιθρο και τις φτωχές περιοχές κατά μήκος του Κίτρινου Ποταμού και εγκαθίστανται στην περιοχή αναζητώντας εργασία. Μέχρι το 2000, σύμφωνα με τις επίσημες κρατικές στατιστικές, πάνω από δέκα εκατομμύρια εσωτερικοί μετανάστες από την ύπαιθρο έφτασαν στην περιοχή και το κύμα συνεχίζει αμείωτο. Τώρα υπολογισμοί τους ανεβάζουν σε 19 εκατομμύρια. Σε αντίθεση με το τι συμβαίνει στο Πεκίνο ή τη Σαγκάη, στο Δέλτα οι μετανάστες είναι στην μεγάλη πλειοψηφία τους γυναίκες, με ηλικίες ανάμεσα στα δεκαοκτώ και τα είκοσι πέντε, με αποτέλεσμα να είναι πιο ευάλωτες στην εργοδοτική εκμετάλλευση. Οι περισσότερες δουλεύουν δέκα και δώδεκα ώρες την ημέρα χωρίς Κυριακές και αργίες, σε συνθήκες εξοντωτικές και ανθυγιεινές, χωρίς μέτρα προστασίας με τετρακόσια έως πεντακόσια γιουάν τον μήνα (δηλαδή πενήντα με εβδομήντα δολάρια), σε θέσεις ανειδίκευτων στις βιομηχανίες παιγνιδιών, ρούχων και παπουτσιών. Στο χέρι παίρνουν λιγότερα μιας και οι εργοδότες κρατάνε ένα σεβαστό ποσό για την διαβίωση στους κοιτώνες-κλουβιά και για ένα πιάτο άθλιο φαγητό. Τα περιστατικά των κακοποιήσεων, των αυθαιρεσιών και των απολύσεων με την παραμικρή αντίδραση είναι συνηθισμένα από τους προσωπάρχες.

Αυτή τη στιγμή υπολογίζεται πως διακόσια εκατομμύρια εσωτερικοί μετανάστες εργάζονται στις μεγάλες πόλεις της χώρας. Το 68% έως και το 80% των εργαζόμενων στις κατασκευές προέρχονται από αυτήν την κατηγορία και ανάλογα ψηλά ποσοστά υπάρχουν στον τομέα της ελαφριάς βιομηχανίας. Οι αμοιβές των περισσότερων δεν ξεπερνάνε τα οκτακόσια γιουάν τον μήνα και οι ώρες δουλειάς είναι πάνω από τις 49 που είναι το ανώτατο νόμιμο όριο. Οι εργαζόμενοι αυτοί δεν έχουν ίχνος κοινωνικής προστασίας, συντάξεις και ασφάλιση, πρόσβαση στην εκπαίδευση και την υγειονομική περίθαλψη, επιδόματα, άδειες κ.λπ., ακόμα και αυτά που προβλέπουν οι νόμοι της χώρας. Αναγκάζονται να πληρώνουν για όλα με την δικαιολογία πως δεν αποτελούν μόνιμο μέρος του αστικού πληθυσμού. Έτσι για παράδειγμα οι στατιστικές δείχνουν πως τα μισά από τα παιδιά αυτών των μεταναστών δεν πάνε σχολείο και τα υπόλοιπα πρέπει να πληρώσουν υπέρογκα ποσά για να φοιτήσουν.

Χρησιμοποιώντας το σύστημα Houku, δηλαδή τους περιορισμούς στην μετεγκατάσταση που η επαναστατική Κίνα επέβαλλε ανάμεσα στην ύπαιθρο και τις πόλεις σαν μέτρο προστασίας της αγροτικής παραγωγής και ισόρροπης ανάπτυξης, το σημερινό καθεστώς του Πεκίνου και η ελίτ που βρίσκεται πίσω από αυτό, ανακάλυψε έναν έμμεσο τρόπο για να δημιουργήσει και να διατηρεί μια τεράστια μάζα φτηνών εργατικών χεριών, χωρίς δικαιώματα στις πόλεις. Εύκολη λεία για τις πολυεθνικές και τους ντόπιους συνεργάτες και συνεταίρους τους, που πλουτίζουν από το αίμα και τον ιδρώτα εκατομμυρίων ανθρώπων.

* Σχετικά με το προηγούμενο θέμα του «Αθέατου Κόσμου», πληροφορηθήκαμε πως το δικαστήριο του Ζαρού ανέβαλε και πάλι την δίκη του Γουέντερσον Φρανσίσκο Ντος Σάντος, με προφανή στόχο την παράταση της ομηρίας του. Αμέσως μετά ο δικηγόρος του κατήγγειλε πως, ύστερα από μια νέα εξέγερση στο Ουρσο Μπράνκο, οι αρχές της φυλακής επέβαλλαν σκληρές σωματικές τιμωρίες στους φυλακισμένους. Ο Ρούσο βρέθηκε αλυσοδεμένος και γεμάτος εγκαύματα από την αναγκαστική παραμονή του κάτω από τον ήλιο για ημέρες, ολόγυμνος.

21 Οκτ 2006

Βόρεια Ροντόνια-Βραζιλία Η ιστορία του Ρούσο και του γερο-κόκορα


Ο Wenderson Francisco dos Santos είναι ένας από τους πολλούς ηγέτες αγροτικών ριζοσπαστικών οργανώσεων στην Βραζιλία, που δεν θα γινόταν γνωστός σε όλη την χώρα και έξω από αυτήν αν δεν ερχόταν αντιμέτωπος με την ισχύ των τσιφλικάδων και με τα δικαστήρια που σχεδόν πάντα βρίσκονται με το μέρος τους. Ο Wenderson, γνωστός και σαν Ρούσο (αγροίκος στα βραζιλιάνικα), έφτασε στην Ροντόνια στις αρχές του ενενήντα. Ο πατέρας του, ο κυρ-Οντιέλ, ήρθε από το Μπέλο Οριζόντε, καταδιωγμένος από την εξαθλίωση που επικρατεί στην Κοιλάδα Ζεκουιτνχόνχα, μια από τις φτωχότερες περιοχές στην πολιτεία Μίνας Ζεράις. Κατάφερε ύστερα από κόπους να αγοράσει ένα χωράφι και να φυτέψει καφέ, αλλά μετά την μεγάλη κρίση στις τιμές, στα τέλη του ενενήντα αναγκάστηκε να πουλήσει το χωράφι για να επιβιώσει. Ξανάγινε εργάτης γης, μαζί με τους νεαρούς γιους του. Ζώντας τα βάσανα του πατέρα τους και άλλων φτωχών αγροτών οι γιοι του κυρ-Οντιέλ εντάχθηκαν στον Σύνδεσμο Φτωχών Αγροτών της Ροντόνια, μιας οργάνωσης που γεννήθηκε ύστερα από την μεγάλη σφαγή των εξεγερμένων αγροτών το 1995, στην φάρμα Σάντα-Ελίνα στην νότια Ροντόνια, από την αστυνομία. Ο Ruco, έγινε γνωστός στην βόρεια Ροντόνια, στην περιοχή του Cujubim, ύστερα από το 2002, όταν οι υποσχέσεις του Λούλα έδωσαν ελπίδες στους αγρότες για μια καλύτερη ζωή και ξέσπασαν αγώνες για την αναδιανομή της γης.

Το 2003, στο διάστημα που ενισχύθηκαν οι αγώνες και οι συγκρούσεις με τους τσιφλικάδες και τις συμμορίες τους, στο Ζαρού του Σερινγκάλ, διακόσια χιλιόμετρα από το Cujubim, βρέθηκε νεκρός ένας guaxeba, όπως αποκαλούν οι αγρότες τους πληρωμένους πιστολέρος των γαιοκτημόνων. Ο σκοτωμένος ήταν στην υπηρεσία του Αντόνιο Μαρτίνς ντος Σάντος (του ονομαζόμενου και «γερο-κόκορα»), ενός βίαιου τσιφλικά που οι συμμορίες του σκορπούν τον τρόμο στα χωριά και τους δρόμους της βόρεια Ροντόνια. Ψευδομάρτυρες στην υπηρεσία του «γερο-κόκορα», αναγνώρισαν σαν δολοφόνους τον Ρούσο και δύο συντρόφους του. Από τότε ο νεαρός αγωνιστής σέρνεται στις φυλακές, αφού στην πορεία οι αρχές ανακάλυψαν και άλλα παλιά «παραπτώματά» του για να τον κρατούν στην ουσία όμηρο των τσιφλικάδων στη σύγκρουση τους με τους φτωχούς ακτήμονες. Από τις φυλακή του Ζαρού μέσα στην οποία ο Ρούσο παρά τρίχα γλίτωσε την ζωή του από τους δολοφόνους του «γερο-κόκορα», χάρις στην αλληλεγγύη των υπόλοιπων κρατούμενων, στάλθηκε σιδηροδέσμιος στο διαβόητο κολαστήριο του Ούρσο Μπράνκο στο Πόρτο Βέλιο (φυλακή που διαδέχθηκε το Καραντιρού, σαν η πιο σκληρή της χώρας). Ο Ρούσο δοκίμασε όλα αυτά τα χρόνια σκληρά σωματικά και ψυχικά βασανιστήρια με πιο χαρακτηριστικό την περίπτωση της κηδείας του πατέρα του. Ο κυρ-Οντιέλ πέθανε από τις κακουχίες και μόνο ύστερα από τις επίμονες εκκλήσεις οργανώσεων αλληλεγγύης οι αρχές επέτρεψαν στον Ρούσο να πάει στην κηδεία του. Η σκηνή της συνοδείας οκτώ αστυνομικών που μετέφεραν τον Ρούσο την τελευταία στιγμή της ταφής προκάλεσε συγκίνηση και οργή.

Ο Ρούσο στην βόρεια Ροντόνια αλλά και σε άλλα μέρη της χώρας έχει γίνει ένα από τα σύμβολα του αγώνα ενάντια στους τσιφλικάδες και το καθεστώς που τους υποστηρίζει. Ενός αγώνα δύσκολου αλλά και πιο πεισματικού ύστερα από την προκλητική αποστασία της κυβέρνησης Λούλα, που παρά τις υποσχέσεις ακολουθεί πιστά τα χνάρια των προκατόχων της.

* Στις 14 του Σεπτέμβρη, ο Ρούσο παρουσιάστηκε μπροστά στους ενόρκους του δικαστηρίου στο Πόρτο Βέλιο. Δεκάδες συνδικάτα, εργατικές, αγροτικές και λαϊκές οργανώσεις από όλη την Βραζιλία εκδήλωσαν την αλληλεγγύη τους. Στην ανοικτή επιστολή που διακινείται και υπέγραψαν και οργανώσεις λαϊκής αντίστασης από το εξωτερικό, μέσω της έκκλησης της οργάνωσης Liga Operária, τονίζεται πως στο εδώλιο μαζί με τον κατηγορούμενο θα καθίσει και η στρατιά των εκατομμυρίων φτωχών Βραζιλιάνων, ιδίως αυτών που κατοικούν στην Ροντόνια. Ο «Αθέατος Κόσμος», δεν μπόρεσε να μάθει ακόμη για την εξέλιξη της περιπέτειας του Ρούσο.

14 Οκτ 2006

Ικίτος –Περού. Arankartuktaram!*


Το Ικίτος είναι η μεγαλύτερη παραποτάμια πόλη στον κόσμο , με πρόσβαση μόνο από τον αέρα και το νερό. Χίλια χιλιόμετρα βορειοανατολικά  της  Λίμα, η πόλη των τριακοσίων πενήντα χιλιάδων κατοίκων περίπου, βρίσκεται στην μέση  του Περουβιάνικου Αμαζόνιου  τροπικού δάσους  κοντά στα σύνορα με την Κολομβία και την Βραζιλία . Πρωτεύουσα  της  Λορέτο, της μεγαλύτερης σε έκταση επαρχίας της χώρας στα βόρεια, το Ικίτος, γνωστό στα χρόνια της Ισπανικής κυριαρχίας και σαν πόλη της Κανέλας,  αποτελεί πόλο έλξης για τους απαιτητικούς τουρίστες και  βασικό λιμάνι της χώρας στον Αμαζόνιο

Το Ικίτος είναι κοντά στις λεκάνες των ποταμών Παστάζα, Κοριέντες και Τιγκρε,  που εδώ και τριανταπέντε χρόνια, οι πολυεθνικές σε συνεργασία με το καθεστώς στην Λίμα ανακάλυψαν κοιτάσματα πετρελαίου. Στην δεκαετία του εβδομήντα η αμερικάνικη Οξιντένταλ άρχισε τις γεωτρήσεις και στην συνέχεια ακολούθησε η Αργεντινέζικη Πλασπετρόλ, σε κοινοπραξία με την κυβέρνηση . Το 2002, μέρος των μετοχών της κοινοπραξίας αγόρασαν οι Κινέζοι.  Παρά το δύσβατο της περιοχής , ο πυρετός του μαύρου χρυσού , οδήγησε τα γεωτρύπανα και τις εγκαταστάσεις σε πολλά σημεία του απέραντου δάσους, το οποίο είναι προαιώνια κατοικία   πολλών ιθαγενικών φυλών. Από τους πιο άτυχους οι Ατσούα , μια φυλή όχι πάνω οκτώ χιλιάδες ψυχές , που ζούνε σε τριανταένα κοινότητες στα βόρεια της Λορέτο.
Η εξόρυξη –που γίνεται με χωρίς σοβαρά μέτρα και τεχνολογίες προστασίας-μολύνει τα νερά και το έδαφος της περιοχής.  Για ένα βαρέλι πετρέλαιο , εννιά βαρέλια μολυσμένο νερό  παράγονται και διασκορπίζονται ανεξέλεγκτα. Στο ποταμό Κοριέντες , μια πρόσφατη μελέτη ανακάλυψε υψηλά επίπεδα μόλυνσης στους Ατσούα.  Σε δείγμα 199 ιθαγενών που εξετάστηκαν, ανάμεσα τους και 74 παιδιά, τα επίπεδα καδμίου και μολύβδου στο αίμα   ήταν πολύ πάνω από το αποδεκτό όριο , σε καθολικό σχεδόν ποσοστό. Υπολογίζεται πως οι μισοί περίπου Ατσούα έχουν μολυνθεί μέσω της τροφικής αλυσίδας , ειδικά από τα ψάρια των λιμνών και των ποταμών, μιας και τα απόβλητα των γεωτρήσεων χύνονται κατά χιλιάδες τόνους στα νερά.  Αποτέλεσμα η αύξηση του καρκίνου, των νεφρικών και πνευμονικών παθήσεων, οι συχνές νευρικές διαταραχές και η αποδυνάμωση του ανοσοποιητικού συστήματος σε ασυνήθιστα πολλούς ιθαγενείς.

Τελευταία οι Ατσούα σε συνεργασία με άλλες φυλές της περιοχής, ξεσηκώθηκαν. Η Ομοσπονδία των Αυτόχθονων του Κορριέντες ύστερα  από μαζικές συνελεύσεις και συζητήσεις στις κοινότητες, αποφάσισε να πάει στην Λίμα και να απευθυνθεί στην κυβέρνηση και τα ΜΜΕ. Απαίτησαν να σταματήσει η επέκταση των γεωτρήσεων ,  η έλευση και άλλων εταιριών  και  ζήτησαν να παρθούν   μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος .
Η εταιρία , δεσμεύτηκε χαλαρά , να λύσει το πρόβλημα μέχρι το 2009 , πράγμα που έδωσε την ευκαιρία στην κυβέρνηση να προχωρήσει σε καθησυχαστικές δηλώσεις και υποσχέσεις.,  Με το 60% της εθνικής κατανάλωσης πετρελαίου, όμως ,   να προέρχεται από την περιοχή  , η αλήθεια είναι,   πως οι Ατσούα  τα έχουν βάλει με θεούς και δαίμονες..  Και ο αγώνας τους , ενόσω παραμένει αποκομμένος και καθοδηγούμενος από φιλεύσπλαχνες δυτικές ΜΚΟ, δεν θα μπορεί να φέρει ουσιαστικά αποτελέσματα.

*  Κεντρικό σύνθημα της εκστρατείας των ιθαγενών.  Στην γλώσσα των Ατσούα  σημαίνει, Απαιτούμε Σεβασμό!

7 Οκτ 2006

Πάντοβα-Ιταλία. Μεταλλικό τείχος για τους μετανάστες!


Τα έξι παλιά πενταόροφα πράσινα κτίρια, γνωστά και σαν βίλα Σερενίσιμα, στο κτήμα Ανιέλι στα περίχωρα της Πάντοβα, μπροστά από τον ομώνυμο δρόμο, έχουν γίνει τον τελευταίο καιρό τα σύμβολα της αντι-μεταναστευτικής υστερίας που επικρατεί στην πόλη. Με επικεφαλής τον κεντροαριστερό δήμαρχο Φλάβιο Ζανονάτο, το δημοτικό συμβούλιο σε συνεργασία με την τοπική αστυνομία αποφάσισε να πάρει σκληρά μέτρα για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, που σχεδόν αποκλειστικά χρεώνεται στους ξένους και θεωρείται πως διαχέεται στην πόλη από τους παράνομους μετανάστες που βρήκαν καταφύγιο στα άθλια κτίρια. Η Σερενίσιμα, θεωρείται από τους τοπικούς άρχοντες συνώνυμο του νεουορκέζικου Μπρονξ και γιαυτό αποφάσισαν να την μετατρέψουν και επίσημα σε γκέτο. Έτσι, τον περασμένο Αύγουστο, άρχισαν να τοποθετούν ένα μεταλλικό τείχος, ύψος τριών μέτρων στην περίμετρο της και εγκατέστησαν έναν αστυνομικό σταθμό ελέγχου για την είσοδο και την έξοδο από το κτήμα. Το μεταλλικό τείχος, που από ορισμένες ευρωπαϊκές εφημερίδες και τοπικές αντιρατσιστικές οργανώσεις, παρομοιάστηκε με το τείχος του Βερολίνου και του Ισραήλ στην Παλαιστίνη θα περικύκλωνε όλο το κτήμα αν δεν προκαλούσε αντιδράσεις. Αλλά και τα εκατό μέτρα μήκος που πρόλαβαν να φτιαχτούν αρκούν για να «φυλακίσουν» τους δύστυχους ανθρώπους που κατέφυγαν στην περιοχή για ένα μεροκάματο.

Πάνω από επτακόσιες ανθρώπινες ψυχές στοιβάζονταν στα κτίρια πριν ξεκινήσει το πρόγραμμα εκκαθάρισης του Δήμου, που οδήγησε και σε βίαιες μαζικές απελάσεις όσων ήταν παράνομοι. Οι πιο πολλοί Νιγηριανοί και Μαροκινοί, πληρώνουν μέχρι και εξακόσια ευρώ ενοίκιο για εικοσιπέντε η τριάντα τετραγωνικά δωμάτια, σε άθλιες συνθήκες και παρ’όλα αυτά θεωρούνται παρείσακτοι που πρέπει να φύγουν μόλις τελειώσουν οι ανάγκες της τοπικής οικονομίας. Στην Πάντοβα που ο συνολικός πληθυσμός της πόλης ανέρχεται σήμερα σε κάτι παραπάνω από διακόσιες χιλιάδες οι νόμιμοι μετανάστες από χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι περίπου είκοσι χιλιάδες. Άλλοι τριάντα χιλιάδες ζούνε στα περίχωρα σε ένα συνολικό πληθυσμό ενός εκατομμυρίου. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι Μολδαβοί, Ρουμάνοι και Αλβανοί που δουλεύουν στις βαριές κατασκευαστικές και βιομηχανικές δουλειές. Χιλιάδες ακόμη ζούνε στις σκιές αναζητώντας τρόπους νομιμοποίησης. Παρά το αναμφισβήτητο γεγονός πως προσφέρουν σημαντική βοήθεια στην τοπική οικονομία και υπερκέρδη στα αφεντικά, πολλοί στην πόλη θέλουν να τους κρατάνε στο σκοτάδι μόλις τελειώνει η ημέρα.

Η Πάντοβα αποτελεί τυπική περίπτωση του γενικού κλίματος που επικρατεί στην Βόρεια Ιταλία στην οποία συγκεντρώνεται ο μεγάλος αριθμός των ξένων μεταναστών και προσφύγων που βρίσκεται στην γειτονική χώρα. Η ξενοφοβία υποκινείται συστηματικά, έχει ενισχύσει ρατσιστικά πολιτικά ρεύματα με επικεφαλής της Λέγκα και έχει αγκαλιάσει και τους υπόλοιπους πολιτικούς αστικούς σχηματισμούς. Μπορεί οι Μπερλουσκόνι και Φίνι να πέρασαν στην αντιπολίτευση αλλά οι αντι-μεταναστευτικοί νόμοι που επέβαλλαν, ζούνε και βασιλεύουν μαζί με μια γενική αντιδραστική ατμόσφαιρα που ολοένα και βαραίνει.

* Μια απλή περιήγηση στην ηλεκτρονική σελίδα του Δήμου της Πάντοβας πιστοποιεί καθαρά το υστερικό κλίμα που επικρατεί στις τοπικές αρχές της πόλης. Οι ετήσιες δημογραφικές στατιστικές παρακολουθούν στενά και λεπτομερειακά την πληθυσμιακή αύξηση των μεταναστών, τον ρυθμό γεννήσεων και τις μεταβολές των αριθμών ανά γειτονιά. Ένα αδικαιολόγητο αίσθημα περικύκλωσης και ανασφάλειας τροφοδοτείται συστηματικά με στόχο την συναίνεση των ντόπιων στα ρατσιστικά μέτρα.

9 Σεπ 2006

Mandanpura –Μουμπάι. Κόλαση στα Κεντηματάδικα zari.

 

Η τέχνη zari, χάνεται βαθιά πίσω στους αιώνες , όταν οι πιστοί έπρεπε να κεντήσουν με ασυνήθιστο τρόπο για τους κοινούς θνητούς τα ρούχα των θεών. Στο Μάντια Πραντές , στο Σουράτ και στο Μπιχάρ , υπάρχουν περιοχές που ανέπτυξαν ιδιαίτερη και πολύπλοκη τεχνοτροπία , δημιουργώντας σχολές που ακόμη επιδρούν στα σύγχρονα σχέδια και τεχνικές. Το κέντημα των υφασμάτων με χρυσές και ασημένιες κλωστές και το στόλισμα τους με πέρλες, χάντρες , τεχνητά μαργαριτάρια πούλιες, άστρα και άλλα διακοσμητικά, η κατασκευή περίπλοκων γεωμετρικών σχεδίων και διάφορων παραστάσεων, όλα αυτά συνιστούν την παλιά διαδεδομένη ινδική τέχνη zari. Όχι μόνο στα γυναικεία σάρια αλλά και σε άλλα υφάσματα που χρησιμοποιούνται για στρωσίδια , σε χαλιά η ακόμη σε τσάντες και πορτοφόλια τα κεντήματα zari, αποτελούν πόλο έλξης για τους ξένους και ντόπιους αγοραστές στις μεγάλες πόλεις. Αποτελούν επίσης σημαντικό τμήμα της εξαγωγικής βιομηχανίας υφασμάτων της χώρας και πιστοποιητικό αυθεντικής καταγωγής με σημαντική προστιθέμενη αξία.



Η σημασία και η αξία των κεντημάτων zari εκτός των άλλων συνίσταται και στο ότι αυτά συνεχίζουν να γίνονται με τα χέρια , όπως φυσικά και άλλα πράγματα στην χώρα με το τεράστιο διαθέσιμο φτηνό εργατικό δυναμικό. Ειδικά όμως στις μικρές βιοτεχνίες κεντημάτων zari τα χέρια που περνούν τις κλωστές και τις πούλιες πρέπει να είναι ευκίνητα, τα δάκτυλα μικρά και φυσικά πολύ φθηνά για τις ατέλειωτες ώρες που χρειάζονται να φτιαχτούν τα δύσκολα σχέδια. Γι αυτό στα μικρά υπόγεια και στους κλειστούς χώρους στις περιοχές που βρίσκονται τα κεντηματάδικα , ειδικά στο Μουμπάι , στο Δελχί και στο Τσενάι, οι εργάτες είναι στην μεγάλη πλειοψηφία τους, μικρά παιδιά.



Στην παραγκούπολη της Mandanpura ,συγκεντρώνονται τα περισσότερα από τα χιλιάδες κεντηματάδικα στο Μουμπάι. Πάνω από εικοσιπέντε χιλιάδες παιδιά , σε ηλικίες ανάμεσα στα έξι και τα δεκατέσσερα, υπολογίζεται πως βρίσκονται φυλακισμένα σε μικρά δωμάτια και υπόγεια , δουλεύοντας για πενήντα ρουπίες την μήνα από τα χαράματα ως τα μεσάνυχτα, μέχρι και είκοσι ώρες την ημέρα. Μόνο την Κυριακή, που και αυτή είναι εργάσιμη, τα αγόρια , εάν επιτρέψει το αφεντικό , παίρνουν την άδεια να βγούνε για μια βόλτα. Το 90% των παιδιών στις βιοτεχνίες zari, είναι μετανάστες από τις φτωχές περιοχές της χώρας , ειδικά από το Μπιχάρ και το Ουταρ Πραντές. Στέλνονται με την συγκατάθεση των γονιών τους , για να μάθουν την τέχνη και για να ξεφύγουν από την φτώχεια! Αρκετά όμως , έχουν στην πραγματικότητα απαχθεί και φυλακιστεί. Αντικείμενα σωματικών και σεξουαλικών κακοποιήσεων και βάναυσων ποινών, ζούνε κλειδωμένα κάτω από καταπακτές , με δύο μικρά γεύματα την ημέρα και δύο φλιτζάνια τσάι. Το εκπληκτικό είναι πως μια από τις βασικές δικαιολογίες γι αυτήν την σκληρή παιδική εκμετάλλευση μέσω της εσωτερικής μετανάστευσης από τις φτωχές περιοχές της Ινδίας είναι η αποφυγή της στράτευσης των παιδιών στις ναξαλίτικες αντάρτικες αριστερές οργανώσεις που για την Ινδική ελίτ είναι «τρομοκράτες»!

 

 

*Με αφορμή την κατακραυγή που ξεσηκώθηκε στα τοπικά ΜΜΕ στο Μουμπάι, από τον βίαιο θάνατο δύο παιδιών σε κεντηματάδικα, η τοπική αστυνομία αναγκάστηκε, στα τέλη του 2005, να εξαπολύσει μια επιχείρηση ανακάλυψης παιδιών που ζούνε σε αυτές τις συνθήκες. Σε μια επίδειξη αποφασιστικότητας συγκέντρωσε 400 παιδιά που τα έστειλε πίσω στις οικογένειες τους . Από τότε , όπως ήταν αναμενόμενο άλλωστε, οι έλεγχοι πάλι ατόνησαν και τα χιλιάδες παιδιά συνεχίζουν να κεντούν μέσα στα ανθρώπινα κολαστήρια.