31 Μαρ 2007

Svay Pak –Καμπότζη. Τρόμος στα παιδικά πορνεία


Με ένα δολάριο, ένας μοτοσικλετιστής μπορεί να σε πάει από το κέντρο της Πνομ-Πενχ, παρακάμπτοντας το μποτιλιάρισμα, στο Svay Pak, διασχίζοντας στα γρήγορα τα σκονισμένα ένδεκα χιλιόμετρα που το χωρίζουν από τις παρυφές της πρωτεύουσας με κατεύθυνση τον βορρά. Το Svay Pak είναι ένα σύγχρονο μνημείο της τουριστικής βιτρίνας της χώρας, κάτι σαν το Angor Wat, αλλά από την ανάποδη. Το Angor Wat σηματοδοτεί την μεγάλη πολιτιστική άνθιση πριν χίλια χρόνια και το Svay Pak την σημερινή αθλιότητα και βαρβαρότητα. Στο μικρό χωριό με τις φτωχικές ξύλινες κατοικίες, μέχρι τον Μάρτιο του 2003, λειτουργούσαν δεκάδες πορνεία με μικρά κορίτσια και αγόρια και μια επίσκεψη σε αυτό ήταν απαραίτητη για κάθε δυτικό σεξο-τουρίστα που σεβόταν τον άθλιο εαυτό του. Στα εκατό περίπου μέτρα μόνο του κεντρικού δρόμου, από την αριστερή πλευρά υπήρχαν δεκαοκτώ πορνεία ενώ την δεξιά πλευρά καταλάμβαναν τα μπαρ-καραόκε και τα ρεστοράν για να είναι πλήρης η αναψυχή των δυτικών. Τότε η κυβέρνηση με την εξαχρειωμένη αστυνομία, ύστερα από την διεθνή κατακραυγή, προχώρησε σε μια επιχείρηση δημοσίων σχέσεων και έκλεισε πενήντα από αυτά τα πορνεία, στέλνοντας σε ιδρύματα τα μικρά παιδιά και στις φυλακές μερικούς προαγωγούς. Σε λίγο διάστημα φυσικά, όπως ήταν αναμενόμενο, τα πορνεία ξανά-λειτούργησαν σε διαφορετικές πλευρές του χωριού ενώ άλλα μετακόμισαν στην πρωτεύουσα. Στην τελευταία η πορνεία έχει εξελιχτεί σε μια μεγάλη και προσοδοφόρα βιομηχανία και οι καχύποπτοι όχι άδικα θεωρούν πως το αστυνομικό κυνηγητό στο Svay Pak, ωφελεί τα δυνατά κυκλώματα σωματεμπορίας στην Πνομ-Πενχ στα οποία συμμετέχουν ενεργά πολλοί δυτικοί.

Όπως έγραφε η κινέζικη εφημερίδα «Σαγκάη Σταρ», η Καμπότζη έχει γίνει η Μέκκα της παιδεραστίας και η πορνεία έχει αυξηθεί κατακόρυφα τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Υπολογίζονται σε πάνω από εκατό χιλιάδες οι νέοι και οι νέες πόρνες, το ένα τρίτο από τους οποίους είναι ανήλικα παιδιά ακόμη και κάτω από την ηλικία των δέκα ετών. Η πρωτεύουσα συγκεντρώνει το ένα τέταρτο της πορνείας, στους δρόμους και τα σπίτια της οποίας βιάζονται στην ουσία καθημερινά, έναντι ελάχιστων δολαρίων πάνω από οκτώ χιλιάδες παιδιά. Επίσημες κυβερνητικές στατιστικές δεν υπάρχουν και τα στοιχεία βασίζονται σε εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών και ΜΚΟ, που δραστηριοποιούνται στην χώρα. Όλοι συνομολογούν πως η πορνεία επεκτάθηκε από την εποχή που τα Ηνωμένα Έθνη έστειλαν στην Καμπότζη πάνω από είκοσι χιλιάδες στρατιώτες και αστυνομικούς στα πλαίσια της πολυεθνούς δύναμης που συνεστήθη από το 1991 για να επιβάλει την «σταθερότητα». Αργότερα τη σκυτάλη πήραν τα δυτικά τουριστικά πρακτορεία, οι προαγωγοί και οι διεφθαρμένοι κυβερνητικοί υπάλληλοι, που την μετέτρεψαν σταδιακά στον ελκυστικότερο τόπο σεξο-τουρισμού για τους άθλιους δυτικούς τουρίστες από την Βόρεια Ευρώπη, την Βόρεια Αμερική, την Ιαπωνία και την Αυστραλία, ύστερα μάλιστα από τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στην γειτονική Ταϊλάνδη. Ομάδες παιδιών από το Βιετνάμ κυρίως αλλά και την Καμποτζιανή ενδοχώρα, απάγονται και οδηγούνται βίαια στα πορνεία. Σε αυτά βασιλεύει η αθλιότητα, οι συνεχείς κακοποιήσεις, οι εξαφανίσεις και ο «πάγος», ένα φτηνό χημικό ναρκωτικό, που βυθίζει τα παιδιά σε έναν διαρκή λήθαργο.

Το ίδιο άθλιοι όμως με τους δυτικούς σεξο-τουρίστες είναι και οι δυτικοί αναλυτές και διάφορες ΜΚΟ που επιμένουν πως για το φαινόμενο ευθύνεται κυρίως η κληρονομιά των «κόκκινων δαιμόνων», που κατέστρεψαν κοινωνικά και οικονομικά την χώρα όταν πήραν την εξουσία. Το ότι πέρασαν τριάντα χρόνια από τότε και το γεγονός πως την πορνεία την επέβαλλαν κυρίως οι ξένοι όχι μόνο στην Καμπότζη αλλά και σε άλλες χώρες της Ινδοκίνας αποτελεί για αυτούς ασήμαντη λεπτομέρεια.

* Ο «Αθέατός Κόσμος» ένιωσε ικανοποίηση από το γεγονός πως στο 9ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ στην Θεσσαλονίκη ορισμένα από τα παλιότερα θέματά του υποκίνησαν και άλλους ανθρώπους να μιλήσουν κινηματογραφικά για αυτά. Λόγου χάρη το El Ejido του Μαροκινού Ρχαλίπμ και τα Φαντάσματα της Cite Soleil του Δανού Λετ.

17 Μαρ 2007

Daechuri- Νότια Κορέα. Αντίσταση στους ορυζώνες



Το Daechuri ήταν ένα από τα μικρά χωριά καλλιεργητών ρυζιού, που βρίσκονται έξω από την πόλη Pyeongtaek στην επαρχία Gyeonggi στο βορειοδυτικό μέρος της Νότιας Κορέας. Η περιοχή, εβδομήντα περίπου χιλιόμετρα νότια της Σεούλ, είναι πεδινή με λιγοστούς μικρούς λόφους, κατοικείται από τα προϊστορικά χρόνια και ποτίζεται γενναιόδωρα από τον Ansong, που ρέει από τα ανατολικά προς τα δυτικά και εκβάλει στον κόλπο Ασάν στην Κίτρινη Θάλασσα. Στα παλιά έλη του ποταμού, μετά τον πόλεμο, οργανώθηκε η καλλιέργεια του ρυζιού και στο Daechuri, που στα κορεατικά σημαίνει το χωριό των μεγάλων συγκομιδών, κατοικούσαν ειρηνικά -όποτε το επέτρεπαν οι πολεμικές συγκρούσεις και οι ξένες εισβολές- εκατοντάδες οικογένειες μικρών αγροτών.

Από τα τέλη του 19ο αιώνα, στην διάρκεια του σινο-ιαπωνικού πολέμου, η στρατηγική θέση της περιοχής την έκανε σημείο εγκατάστασης στρατιωτικών και ναυτικών βάσεων. Αυτές χτίστηκαν συνήθως με την καταναγκαστική εργασία των αγροτών, οι οποίοι συχνά επιστρατεύονταν από τους εισβολείς. Στην αρχή ήταν οι Γιαπωνέζοι και μεταπολεμικά οι Αμερικάνοι. Οι τελευταίοι μεγάλωσαν τις εγκαταστάσεις και επέκτειναν τους αεροδιάδρομους την περίοδο του Κορεατικού πολέμου.



Σήμερα η περιοχή συγκεντρώνει δύο τεράστιες αμερικάνικες βάσεις. Την αεροπορική στο Οσάν και το στρατόπεδο Humphreys. Από το 1952 η επέκταση των βάσεων έγινε με αναγκαστικές απαλλοτριώσεις και βίαιες μετακινήσεις αγροτών από τα χωριά τους, εξέλιξη που συνεχίζεται ως τα σήμερα. Στα πλαίσια της τελευταίας συμφωνίας του καθεστώτος της Σεούλ με τους Αμερικάνους, το στρατόπεδο Humphreys, θα επεκταθεί μέχρι το 2011 από 1200 στρέμματα σε 3600, για να στεγάσει στρατιώτες που θα μετακινηθούν από άλλα σημεία της χώρας. Η επέκταση περιλαμβάνει ορυζώνες και τα χωριά Daechuri και το διπλανό Doduri, που θα πρέπει να μετακινηθούν.

Από την ημέρα που έγιναν γνωστά τα σχέδια, πριν τέσσερα χρόνια, το Daechuri έγινε επίκεντρο μιας αληθινής εποποιίας αντίστασης με πρωταγωνιστές τους 1500 περίπου κατοίκους, οι περισσότεροι μεγάλης ηλικίας. Τον Φλεβάρη του 2006, μάλιστα, αφότου πάρθηκε η τελική απόφαση για την υπεράσπιση με κάθε μέσο του χωριού, όλοι οι κάτοικοι έκαψαν τις ταυτότητές τους και ανακήρυξαν το χωριό ανεξάρτητη περιοχή. Δίκαια το κορεατικό περιοδικό “Hankyoreh 21” τους ανακήρυξε σαν ανθρώπους της περυσινής χρονιάς. Γιατί για όλο σχεδόν το 2006, ύστερα από την απόρριψη των δικαστικών προσφυγών, οι αγρότες έγιναν σημείο αναφοράς για όλο το αντι-αμερικάνικο και αντιπολεμικό κίνημα της χώρας. Οχυρωμένοι στα σπίτια και τα χαντάκια των ορυζώνων αντιμετώπισαν τις αστυνομικές δυνάμεις και τη στρατιωτική αστυνομία όχι λίγες φορές και οι ημέρες αντίστασης στο Daechuri, έγιναν παγκόσμια γνωστές, συγκέντρωσαν την αλληλεγγύη τοπικά και διεθνώς και συγκίνησαν χιλιάδες ανθρώπους από όλο τον κόσμο.



Ειδικά τον περασμένο Μάρτιο και Αύγουστο 13000 πάνοπλοι αστυνομικοί και 3000 στρατιώτες εισέβαλλαν με μπουλντόζες στο Daechuri, γκρέμισαν δημόσια κτίρια, σπίτια και το σχολείο, έριξαν τσιμέντο στα αρδευτικά χαντάκια των ορυζώνων, μάτωσαν εκατοντάδες υπερασπιστές και έσυραν στα κρατητήρια και τις φυλακές πολλούς από αυτούς. Οι αγρότες και αλληλέγγυοι νέοι από όλη την χώρα τους αντιμετώπισαν ηρωικά πρώτα με τα αγροτικά μηχανήματα και εργαλεία και ύστερα με γυμνά χέρια για ολόκληρες ημέρες. Οι φωτογραφίες και η περιγραφή των συγκρούσεων ειδικά στους ορυζώνες δείχνουν το πείσμα και την αποφασιστικότητα των κατοίκων και πραγματικά εντυπωσιάζουν.

Παρά την διεθνή κατακραυγή και την πανεθνική κινητοποίηση αλληλεγγύης, τις διαδηλώσεις στην Σεούλ και άλλες πόλεις, η μάχη ήταν άνιση. Οι τελευταίες 59 οικογένειες των δύο χωριών που επέμεναν να μένουν στα χαλάσματα των σπιτιών τους, πιεσμένες από την δεινή οικονομική θέση και την απαγόρευση να πάνε στα ρυζοχώραφα, αποφάσισαν στις αρχές του φετινού Φλεβάρη ύστερα από δώδεκα κύκλους συνομιλιών με την κυβέρνηση να δεχτούν την προτεινόμενη συμφωνία. Έτσι θα λάβουν οικονομική ενίσχυση και θα μετακινηθούν σε άλλη περιοχή που θα τους παραχωρηθεί για καλλιέργεια και στέγαση. Η προθεσμία αποχώρησης ορίστηκε η 31 του Μάρτη 2007. Η κυβέρνηση μίλησε με θράσος για συμφωνία, αλλά όλοι στην χώρα ξέρουν πως αυτή ήταν μια βίαια υπαγόρευση. Ακόμη και έτσι όμως ο αγώνας στο Daechuri, δεν πήγε χαμένος. Αποτελεί πλέον πανεθνικό σύμβολο και θα εμπνέει για πολλά χρόνια μετά, το μεγάλο κίνημα στην χώρα για ανεξαρτησία και επανένωση.

* Η εποποιία στο Daechuri αδικείται από τον περιορισμένο χώρο που διαθέτει ο «Αθέατος Κόσμος». Για τους απαιτητικούς αναγνώστες της στήλης συνιστούμε δύο ηλεκτρονικές διευθύνσεις για περισσότερη ενημέρωση και πλούσιο φωτογραφικό υλικό: www.saveptfarmers.org και http://kalaniosullivan.com/OsanAB/USFKCampHumphreys.html

3 Μαρ 2007

Moss Side- Μάντσεστερ. Σύγχρονοι …Ολιβερ Τουίστ


Από μια ελώδη και αφιλόξενη περιοχή με χαμηλή βλάστηση, όπως πρωτοαναφέρεται στο κτηματολόγιο του 1086 (Domes Day Book), το Moss Side για αιώνες ήταν ένα μικρό χωριό, δύο-τριών εκατοντάδων κατοίκων ως τις αρχές της βιομηχανικής επανάστασης. Νότια του Μάντσεστερ, περίπου τρία χιλιόμετρα μακριά, ενσωματώθηκε σε αυτό το 1904, και γνώρισε την μεγάλη ακμή του όταν στις αρχές του αιώνα έφτασε να συγκεντρώνει πάνω από είκοσι επτά χιλιάδες κατοίκους, που απασχολούνταν κυρίως στα εργοστάσια βαμβακιού και υφασμάτων. Αυτήν την περίοδο χτίστηκαν τα περισσότερα σπίτια και κτίρια και ανέβηκε κατακόρυφα η αξία της γης. Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1960, το Μoss Side υποδέχθηκε πολλούς μετανάστες από την Αφρική και την Καραϊβική μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970 που άρχισε να παρακμάζει εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και της μεγάλης ανεργίας. Από τότε η περιοχή έγινε μια από τις πιο γνωστές «μαύρες κοινωνικές τρύπες» στον χάρτη της βορειοδυτικής Αγγλίας. Το καλοκαίρι του 1981, για τρεις τουλάχιστον ημέρες, το Moss Side, πήρε φωτιά, στην κυριολεξία, από την εξέγερση των νεαρών μαύρων, παράλληλα με τις μεγάλες ταραχές στο Μπρίξτον. Στις 8 του Ιούλη του 1981, περίπου 1500 νέοι επιτέθηκαν στο αστυνομικό τμήμα οργισμένοι από τη σκληρή καταστολή της κυβέρνησης. Τα επόμενα χρόνια η απόγνωση έδωσε τη θέση της στην μεγάλη εγκληματικότητα για τους άνεργους νέους. Δημιουργήθηκαν μεγάλες συμμορίες με επίκεντρο την διακίνηση ναρκωτικών όπως η συμμορία Gooch, η Pepperhill (από το ομώνυμο μπαρ) και η διάδοχός της η Doddington και το Moss Side πήρε το προσωνύμιο Gunchester και Βρετανικό Μπρονξ.

Τώρα η πόλη, που ανήκει στο μητροπολιτικό Μάντσεστερ, με μεγάλη αφρό-καραϊβική κοινότητα (32%) και Ασιάτες (10%) βρίσκεται στην κορυφή της αθλιότητας και πολύ ψηλά στην κλίμακα των κοινωνικών προβλημάτων που δημιούργησε ο Θατσερισμός και ο ύστερος διάδοχος του, ο Μπλερισμός, σε όλη την χώρα. Η ανεργία είναι τριπλάσια από τον εθνικό μέσο όρο (8,3%) και διπλάσια από αυτήν στο Μάντσεστερ και ο μέσος όρος ζωής είναι από τους χαμηλότερους πανεθνικά. Τα παιδιά στο Moss Side, είναι από τους μεγάλους χαμένους. Σύμφωνα με στοιχεία πρόσφατων ερευνών, πάνω από το 62% των παιδιών ζούνε κάτω από το επίσημο όριο της φτώχειας (2150 παιδιά το 2004), η παιδική θνησιμότητα είναι από τις μεγαλύτερες στην ηλικία των πρώτων δώδεκα μηνών και είναι συνηθισμένο φαινόμενο η γέννηση ελλειποβαρών νεογνών. Η πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης είναι από τις χειρότερες στην Βρετανία και η πόλη μαζί με το Μάντσεστερ έρχεται δεύτερη στην χώρα σε συνταγογράφηση αντικαταθλιπτικών χαπιών. Ταυτόχρονα συνεχίζουν να καταγράφονται μεγάλα ποσοστά εγκληματικότητας και πρόσφατα το Moss Side θρήνησε μαζικά την άγρια δολοφονία του δεκαπεντάχρονου Jessie James στις 9 του περασμένου Σεπτέμβρη από πυροβολισμό στον δρόμο.

Το Μoss Side δεν είναι η μοναδική περίπτωση τριτοκοσμικής παιδικής φτώχειας στην Βρετανία. Πριν λίγες εβδομάδες η Γιούνισεφ στην έβδομη περιοδική έκθεσή της για την κατάσταση των παιδιών στις αναπτυγμένες χώρες, που δημοσιεύτηκε στην Φλωρεντία, περιέγραφε με μελανά χρώματα την κατάσταση στην χώρα. Η Βρετανία μαζί με τις ΗΠΑ είναι πιο ψηλά ακόμη και από χώρες σαν την Τσεχία, την Πολωνία και την Ελλάδα στα επίπεδα της παιδικής φτώχειας και πολύ πίσω στην παροχή ασφαλών συνθηκών ζωής για τους νέους!

* Στα πλαίσια της «εβδομάδας ειρήνης» που οργάνωσαν σε συνεργασία ορισμένες ΜΚΟ και η αστυνομία στο Μoss Side, από την Κυριακή 25 του Φλεβάρη, για να καταπολεμήσουν τη βία και την οπλοφορία στους δρόμους, την πόλη επισκέφτηκε ο πρωθυπουργός Μπλέρ και ο αρχηγός των Τόρις, Κάμερον. Περίσσεψαν οι υποκριτικές δηλώσεις και οι υποσχέσεις σαν και εκείνη που είχε κάνει ο Μπλερ, πριν μερικά χρόνια πως έως το 2010 θα μειωθεί στο μισό η παιδική φτώχεια και έως το 2020 θα εξαφανιστεί! (Για να είναι ταιριαστή η παρουσίαση της κοινωνικής επιστροφής στο παρελθόν, η φωτογραφία είναι από το Μοss Side, όπως ήταν στις αρχές του εικοστού αιώνα)

17 Φεβ 2007

Θάλασσα Οχότσκ- Σαχαλίνη. Μεθυσμένοι ψαράδες


Με έκταση εβδομήντα οκτώ χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα η Σαχαλίνη, μια στενόμακρη λωρίδα γης, μήκους εννιακοσίων πενήντα χιλιομέτρων, απλώνεται παράλληλα με την ακτή στο ανατολικό άκρο της Ρωσίας, ανάμεσα στο νησί Χοκάιντο και στις εκβολές του Αμούρ στα νοτιοδυτικά της Οχοτσκικής θάλασσας. Το ποτάμι έδωσε έμμεσα το όνομα στο νησί, στην γλώσσα Μαντσού, απόδειξη πως η Σαχαλίνη για τους ντόπιους πληθυσμούς αποτέλεσε φυσική προεξοχή του Αμούρ. Διαμέσου της κοιλάδας του οι νομαδικοί πληθυσμοί κινήθηκαν προς αυτό περνώντας το στενό Tatar. Τόπος εξορίας φυλακισμένων στην τσαρική Ρωσία (Ο Τσέχοφ συγκλονίστηκε από τα βάσανά τους όταν επισκέφτηκε το νησί το 1890) υπήρξε διαχρονικό μήλο της έριδος ανάμεσα στους Ρώσους, τους Κινέζους και τους Γιαπωνέζους ως το τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Από τότε αποτελεί ρωσικό ομπλάστ μαζί με τις Κουρίλες με πρωτεύουσα την Γιούζνο-Σακχαλίνσκ, στην οποία κατοικούν σήμερα πάνω από διακόσιες χιλιάδες ψυχές.

Παλιότερα οι ανάγκες και η προσφορά εργασίας στην αλιεία και αργότερα στην εξόρυξη πετρελαίου έφερε στο νησί, που για τους περισσότερους μήνες του χρόνου είναι σκεπασμένο με χιόνια και πάγους, πολλούς, κυρίως Ρώσους μετανάστες. Σήμερα από τους επτακόσιες χιλιάδες κατοίκους το 83% είναι Ρώσοι, με δεύτερη μεγαλύτερη κοινότητα τους Κορεάτες (5,5%). Πριν από αυτούς για αιώνες η Σαχαλίνη ήταν αραιοκατοικημένη από αυτόχθονες φυλές ψαράδων και κυνηγών, οι οποίες, ακόμη και σήμερα, διατηρούν τον τρόπο ζωής και τις κοινότητές τους κυρίως στο βόρειο τμήμα του νησιού. Οι Ainu, οι Nivks, οι Oroks και οι Evenks είναι οι κυριότερες ιθαγενικές ομάδες σήμερα με πληθυσμούς από λίγες χιλιάδες έως μερικές εκατοντάδες.

Η κύρια ασχολία τους είναι το ψάρεμα του σολομού αλλά και γαρίδων και καβουριών που αγοράζονται από τους Γιαπωνέζους. Αρκετοί από αυτούς συνεχίζουν να χρησιμοποιούν παραδοσιακούς τρόπους, ιδιαίτερα την περίοδο του μακρύ χειμώνα, κάνοντας τρύπες στους πάγους για να ρίξουν τα δίχτυα και τα αγκίστρια. Οχι λίγες φορές κινδυνεύουν όταν μεγάλα κομμάτια πάγου σπάνε στις ακτές και παρασύρονται στα ανοιχτά. Η Σαχαλίνη στην σοβιετική περίοδο κάλυπτε το 7% των αναγκών της χώρας σε ψάρια και ανέπτυξε μια σημαντική βιομηχανία επεξεργασίας, η οποία όμως διαλύθηκε ύστερα από το κύμα των ιδιωτικοποιήσεων. Ακόμη και σήμερα όμως το ένα τρίτο των κατοίκων ζούνε φτωχικά από το ψάρεμα. Τώρα οι ψαράδες κινδυνεύουν με αφανισμό, ιδιαίτερα από τότε που η Μόσχα αποφάσισε σε συνεργασία με δυτικές πολυεθνικές να αναπτύξει τα πετρελαιοφόρα πεδία στην βορειοανατολική άκρη. Δυο μεγάλοι αγωγοί που κουβαλούν το πετρέλαιο από τον βορρά στα λιμάνια του νότου (το πρόγραμμα Σαχαλίνη 1 και 2) απειλούν με καταστροφή όχι μόνο τους ψαρότοπους αλλά και σημαντικά τμήματα του φυσικού περιβάλλοντος.

Το πετρέλαιο και η μυρωδιά του κέρδους έφεραν μαζί με τις πολυεθνικές και τους ρώσους μάνατζερ ένα κύμα επενδύσεων σε κατασκευές, ξενοδοχεία, καζίνο, και διάφορες υπηρεσίες. Από πίσω τους και αρκετές δυτικές ΜΚΟ που ενεπλάκησαν στον ανταγωνισμό των εταιριών και χρησιμοποιήθηκαν ακόμη και από τον Πούτιν για να αρπάξει η Γκαζπρόμ ποσοστά από την Shell. Αυτά όμως όχι μόνο δεν άλλαξαν την ζωή των αυτοχθόνων ψαράδων αλλά την έκαναν πιο δύσκολη.

* Το Σάββατο 3 του Φλεβάρη 442 ψαράδες σώθηκαν ύστερα από μια τεράστια επιχείρηση διάσωσης, όταν αποκόπηκε ένα μεγάλο τμήμα πάγου 25 τετραγωνικών χιλιομέτρων, πάνω στο οποίο ψάρευαν. Ογδόντα από αυτούς αρνούνταν επί ώρες να ανεβούν στα ελικόπτερα για να μην αποχωριστούν τα εργαλεία τους. Οι διασώστες με έκπληξη διαπίστωσαν πως σχεδόν όλοι ήταν μεθυσμένοι από τις μεγάλες ποσότητες αλκοόλ που κατανάλωσαν για να επιβιώσουν. Οι παγιδευμένοι ψαράδες που βρέθηκαν σε κομμάτια πάγου ακόμα και δύο χιλιόμετρα στα ανοικτά ήταν τμήμα τριών χιλιάδων ανδρών, γυναικών και παιδιών που πήγαν για ομαδικό ψάρεμα στις ανατολικές ακτές της Σαχαλίνης, παρά τις προειδοποιήσεις πως ο φετινός ήπιος χειμώνας ελάττωσε επικίνδυνα τα στρώματα του πάγου.

3 Φεβ 2007

Χάρμπελ-Λιβερία. Σκλάβοι στις φυτείες καουτσούκ



Μερικά χιλιόμετρα έξω από την Μονροβία, νοτιότερα κατά μήκος της ακτής, το Χάρμπελ, είναι μια πόλη που στην κυριολεξία έχει συνδεθεί με την ιστορία της μεγάλης πολυεθνικής Firestone, γνωστής στην παραγωγή ελαστικών σε όλο τον κόσμο, όταν αυτή κατέφτασε πριν ογδόντα χρόνια στην Λιβερία. Το Χάρμπελ όχι μόνο ιδρύθηκε από την πολυεθνική, αφότου αυτή νοίκιασε, το 1926, για 99 χρόνια μια τεράστια έκταση, αλλά πήρε και το όνομά του από τον ιδρυτή της εταιρίας. Ο Αμερικάνος Harvey S. Firestone και η γυναίκα του Idabelle, σχημάτισαν από τα μικρά ονόματα τους, την ονομασία της πόλης και της μεγάλης φυτείας δένδρων καουτσούκ που την περιβάλλει, σε έκταση διακοσίων τετραγωνικών μιλίων.

Στη φυτεία, όπου υπολογίζονται σε πάνω από οκτώ εκατομμύρια τα καουτσουκόδεντρα, δουλεύουν σε συνθήκες που λίγο απέχουν από την παλιά αποικιοκρατική σκλαβιά, δέκα χιλιάδες άνθρωποι, αρκετοί από αυτούς παιδιά. Από τις τέσσερις τα χαράματα, για να προλάβουν τον ήλιο, οι συλλέκτες χάνονται με τα μικρά φαναράκια τους μέσα στην τεράστια φυτεία, για να καταφέρουν να χαράξουν όχι πάνω από εξακόσια πενήντα δένδρα ολημερίς και να κουβαλήσουν με τα χέρια σε μεγάλη απόσταση το παχύρρευστο υγρό, στα σημεία συγκέντρωσης. Από την χάραξη του κάθε κορμού πρέπει να μεσολαβήσουν τουλάχιστον πέντε ώρες για να γεμίσει το ξύλινο μαύρο δοχείο Ετσι μόνο θα καταφέρουν να βγάλουν το πολύ τέσσερα δολάρια την ημέρα ενώ το μέσο μεροκάματο δεν ξεπερνά τα δύο δολάρια συνήθως, μιας και ο κάθε συλλέκτης με δυσκολία φτάνει τους έξι κάδους. Αυτό είναι το αντάλλαγμα μιας σκληρής ημέρας κάτω από τον καυτό ήλιο, με το σώμα τους να βασανίζεται από τα φυτοφάρμακα και τους χημικούς διαλύτες και να διπλώνεται από το βάρος των δοχείων που μεταφέρουν, για μια διαδρομή πάνω από μία ώρα.

Οι πιο πολλοί από τους συλλέκτες ζούνε με τις οικογένειές τους στα παραπήγματα που έχτισε η εταιρία και τα οποία χρησιμοποιούνται από το 1926 χωρίς καμία συντήρηση η ανακαίνιση. Η Division 44 είναι ένας από αυτούς τους οικισμούς, στον οποίο ζούνε επτακόσιοι άνθρωποι, σε συνθήκες αθλιότητας με μια μόνο παροχή νερού, δίχως ηλεκτρικό και καμία άλλη υποδομή.

Η Firestone που από το 1988 πουλήθηκε στην γιαπωνέζικη Bridgestone και από τότε έχει ενταχθεί στον ενιαίο όμιλο, με έδρα των επιχειρήσεων το Νάσβιλ του Τενεσί και κεντρική διοίκηση στο Τόκιο, έχει επιβάλλει στους δύστυχους Λιβεριανούς συλλέκτες ένα σκληρό σύστημα αμοιβών με το κομμάτι, με ποινές, με αποτέλεσμα να πληρώνει πολύ κάτω και από αυτές ακόμη τις εξευτελιστικές αμοιβές που προβλέπουν οι αρχικές συμβάσεις. Φορτώνει επίσης το κόστος συλλογής και καλλιέργειας των δένδρων στους ίδιους με αποτέλεσμα να φέρνει στις ΗΠΑ την πρώτη ύλη με πολύ φτηνή τιμή και να έχει μεγάλα περιθώρια κέρδους, ειδικά την τελευταία περίοδο, που εξαιτίας της ανόδου των τιμών του πετρελαίου παρατηρείται μια στροφή της αγοράς προς το φυσικό ελαστικό.

Η Λιβερία, η υποτιθέμενη γη της ελευθερίας, που ανακηρύχτηκε ανεξάρτητη από ομάδες απελευθερωμένων σκλάβων που ήρθαν από την Αμερική, το 1847, ύστερα από μια μακρά περίοδο νέο-αποικιοκρατίας, εμφυλίων πολέμων και εξωτερικών επεμβάσεων, με 80% ανεργία και απίστευτη φτώχεια, παραμένει αιχμαλωτισμένη από την μεγάλη πολυεθνική και εξαρτημένη από τις εξαγωγές καουτσούκ. Το ίδιο και οι σύγχρονοι σκλάβοι των φυτειών.

* Η Firestone άρχισε να διαπραγματεύεται τελευταία με τη νέα κυβέρνηση της χώρας την παράταση της μίσθωσης έως το 2042, ζητώντας ταυτόχρονα να αφαιρεθούν από το ενοίκιο τα χρόνια του εμφυλίου πολέμου κατά τον οποίο εμποδίστηκε τμήμα της παραγωγής, όπως ισχυρίζεται.

20 Ιαν 2007

Μαρόκο- Oujda. Κυνηγημένοι στην έρημο


Η Oujda περιλαμβάνεται απαραίτητα στους τουριστικούς οδηγούς για τους δυτικούς επισκέπτες στο Μαρόκο, οι οποίοι όπως σχεδόν παντού στον κόσμο είναι καλοδεχούμενοι μαζί με το σκληρό συνάλλαγμα που κουβαλούν. Η πόλη που κτίστηκε από μια φυλή Βερβερίνων νομάδων που ονομάζονταν Zenata, έχει ιστορία πάνω από χίλια χρόνια,. Η Oujda μπορεί να μην έχει να δείξει αξιόλογα ιστορικά μνημεία, μιας και για χρόνια κυρίως υπήρξε στρατιωτική συνοριακή βάση, αλλά καυχάται για την ανεκτικότητα της, την,έντονη νυκτερινή ζωή και τους άνετους δρόμους που έφτιαξαν οι Γάλλοι στις δύο περιόδους που την κατείχαν. Σήμερα, με πεντακόσιες χιλιάδες κατοίκους, είναι πρωτεύουσα της Ανατολικής επαρχίας, στα βορειοανατολικά της χώρας, δεκαπέντε μόλις χιλιόμετρα από τα σύνορα με την Αλγερία και περίπου εξήντα χιλιόμετρα από τις Μεσογειακές ακτές, τριγυρισμένη από καταπράσινους λόφους και εύφορα χωράφια.

Σε αντίθεση με τους δυτικούς τουρίστες, η πόλη θεωρείται ένα από τα πιο αφιλόξενα μέρη για τους παρανόμους μετανάστες που προέρχονται από την υποσαχάρια Αφρική. Εμπόδιο στην είσοδο τους στην χώρα και σημείο από όπου οι Μαροκινές αρχές τους απελαύνουν ομαδικά, στέλνοντας τους στην κυριολεξία στον θάνατο. Αφού τους συγκεντρώσουν από τις μεγάλες πόλεις της χώρας η από τους παράνομους δρόμους εισόδου, οι Μαροκινοί, τους αφήνουν αβοήθητους στην έρημο στην γραμμή των συνόρων με την Αλγερία. Δίχως τροφή και νερό, χωρίς χρήματα και κινητά τηλέφωνα, οι δύστυχοι Αφρικανοί, περιφέρονται σαν αγρίμια στην δύσβατη περιοχή, χωρίς δυνατότητα διαφυγής.

Παρά τα εμπόδια και την βία που τους εξασκείτε οι νεαροί κυρίως Αφρικανοί, από την Γκάμπια, την Νιγηρία, την Σιέρα Λεόνε, την Σενεγάλη, την Γουινέα, το Μάλι, την Γκάνα, το Κονγκό και αλλού, επιμένουν να προσπαθούν να φτάσουν στην Oujda.. Γιατί η πόλη είναι σχετικά κοντά στο στόχο που έχουν βάλει ξεκινώντας το απελπισμένο ταξίδι τους. Να φτάσουν στους Ισπανικούς θύλακες της Θέουτα και την Μελίλια και στις ακτές του Γιβραλτάρ, έτσι ώστε να μπουν σε έδαφος μιας ευρωπαϊκής χώρας. Περπατώντας οι περισσότεροι ολόκληρους μήνες, στις παρυφές της ερήμου και κάτω από αντίξοες συνθήκες.

Η ισπανική κυβέρνηση αλλά και στο σύνολό της η Ευρωπαϊκή Ένωση , πιέζει αφόρητα την κυβέρνηση του Μαρόκου να σκληρύνει την στάση της και να εμποδίσει αποτελεσματικά τα κύματα των Αφρικανών που προσπαθούν να μπούνε στους δύο θύλακες. Οι αρχές του Ραμπάτ, δεν ήθελαν και πολύ πίεση για να εξαπολύσουν ένα πογκρόμ βίαιων συλλήψεων και απελάσεων τα τελευταία χρόνια, και να μετατρέψουν την περιοχή των συνόρων σε πεδίο άγριου κυνηγιού των μεταναστών. Οργανώσεις αλληλεγγύης από την Ισπανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες αλλά και ανεξάρτητοι δημοσιογράφοι, καταγγέλλουν πως οι αρχές της χώρας χρησιμοποιούν ωμή βία για να αποθαρρύνουν τους Αφρικανούς. Περιστατικά άγριων ξυλοδαρμών, βιασμών και εγκατάλειψης γυναικών και παιδιών στην έρημο καταγράφονται συνεχώς. Και όταν ορισμένες από αυτές τις βάρβαρες πρακτικές, γίνονται γνωστές στην Ευρώπη, οι ιθύνοντες με απύθμενη υποκρισία, δηλώνουν πως γι αυτές είναι υπεύθυνες αποκλειστικά οι Μαροκινές αρχές!

* Στις 23 του περασμένου Δεκέμβρη, η αστυνομία στο Ραμπάτ, έκανε μαζικές συλλήψεις Αφρικανών μεταναστών που ζούσαν σε παραπήγματα και στους δρόμους. Πάνω από τριακόσιους από αυτούς τους έστειλαν στην Qujda, με σκοπό το διώξιμο τους από την χώρα. Πλήθος αντιρατσιστικών οργανώσεων και κινήσεων αλληλεγγύης συνεχίζουν να προσπαθούν να εμποδίσουν αυτές τις απελάσεις με δημόσιες καταγγελίες και διαβήματα στους διεθνείς οργανισμούς και την κυβέρνηση του Μαρόκου.

6 Ιαν 2007

Σιαλκότ-Πακιστάν. Η «ηθική» κρίση συνείδησης της ΝΙΚΕ


Η Σιαλκότ είναι μια από τις μεγάλες πόλεις του πακιστανικού Παντζάμπ στα βόρεια της χώρας, πάνω σχεδόν στα σύνορα με την Ινδία. Με παράδοση σιδηρουργίας και βιοτεχνίας από την εποχή της Αγγλικής κυριαρχίας, αποτελεί σήμερα ένα από τα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα του Πακιστάν, ύστερα από την συντονισμένη εμφάνιση των δυτικών πολυεθνικών. Η πόλη που απέχει περίπου εκατό τριάντα χιλιόμετρα από την Λαχώρη, χτισμένη κοντά στον ποταμό Τσενάμπ, γνώρισε ραγδαία ανάπτυξη τις δύο τελευταίες δεκαετίες εξαιτίας κυρίως δύο παραγόντων. Από την έλευση των πολυεθνικών που αναζητώντας φτηνά εργατικά χέρια εγκατέστησαν με την μέθοδο της υπεργολαβίας χιλιάδες επιχειρήσεις στον κλάδο του ιματισμού, της σιδηρουργίας και της αθλητικής βιομηχανίας. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ο πληθυσμός να διογκωθεί απότομα και να φτάσει τα τρία εκατομμύρια, συγκεντρώνοντας ταυτόχρονα και μεγάλο κομμάτι από το προσφυγικό κύμα Αφγανών που κατέκλυσαν το Πακιστάν τα τελευταία χρόνια. Έτσι γύρω από το πολύβουο και βρώμικο κέντρο της Σιαλκότ, χιλιάδες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, δουλεύουν νυχθημερόν για μεγάλες δυτικές φίρμες, σαν την ΑDIDAS, τη ΝIKE και την PUMA.

Η πόλη έγινε γνωστή σαν η παγκόσμια πρωτεύουσα για τις μπάλες ποδοσφαίρου αφού υπολογίζεται πως πάνω από δέκα εκατομμύρια από αυτές, που χρησιμοποιούνται στα γήπεδα της Δύσης, ράβονται με τα χέρια στις δύο χιλιάδες μονάδες της Σιαλκότ απασχολώντας πάνω από σαράντα χιλιάδες ανθρώπους. Χρειάζονται τρεις περίπου ώρες για τους έμπειρους ράφτες, να ενώσουν με κερωμένη κλωστή τα τριάντα-δύο δερμάτινα κομμάτια μιας μπάλας. Έτσι καθημερινά η ατομική παραγωγή δύσκολα ξεπερνά τις τρεις με τέσσερις μπάλες, για την καθεμιά από τις οποίες η αμοιβή, δεν ξεπερνά το ισόποσο των εξήντα αμερικάνικων σεντς σε πακιστανικές ρουπίες. Για τα δεδομένα όμως της χώρας, που το κατά κεφαλήν ετήσιο εισόδημα δεν ξεπερνά τα επτακόσια δολάρια, αυτοί οι ράφτες, με ένα μέσο μηνιαίο μισθό περίπου τα ογδόντα δολάρια, θεωρούνται καλοπληρωμένοι.

Λίγο η υποκριτική δυτική ευαισθησία, ειδικά την περίοδο των αγώνων των δύο τελευταίων Παγκόσμιων πρωταθλημάτων ποδοσφαίρου, λίγο ο σκληρός ανταγωνισμός μεταξύ των πολυεθνικών που έχει επεκταθεί και στην σφαίρα της «ηθικής» καθώς και το πλήθος των καταγγελιών που έφτασαν στα δυτικά ΜΜΕ για την χρησιμοποίηση παιδικών χεριών στις μονάδες ραφής της Σιαλκότ, εστίασαν την προσοχή των διεθνών δυτικών οργανισμών στο εκτεταμένο φαινόμενο της παιδικής εργασίας. Στο πακιστανικό Παντζάμπ και κυρίως στην Σιαλκότ, δυο εκατομμύρια παιδιά ηλικίας ανάμεσα στα πέντε και στα δεκατέσσερα δουλεύουν σκληρά κυρίως στους υπεργολάβους των πολυεθνικών. Σχεδόν δηλαδή το μισό της συνολικής παιδικής απασχόλησης σε όλη την χώρα που υπολογίζεται σε τέσσερα εκατομμύρια παιδιά. Η συμφωνία της Ατλάντα, τον Φλεβάρη του 1997 ανάμεσα την Γιούνισεφ, την FIFA, την Διεθνή Οργάνωση Εργασίας και το Εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο της Σιαλκότ σε συνεργασία με διεθνείς ΜΚΟ, καθώς και άλλες πρωτοβουλίες επικέντρωσαν το δυτικό υποκριτικό ενδιαφέρον στα παιδιά της πόλης και ειδικά σε αυτά που ράβουν τις μπάλες. Στόχος -όπως διακηρύχτηκε- ο συνδυασμός της εργασίας με την εκπαίδευση και η σταδιακή αντικατάσταση των παιδιών με ενήλικους.

Όπως και πολλές άλλες αντίστοιχες «ηθικές» εκστρατείες των Δυτικών, τα παιδιά στην Σιαλκότ ξεχάστηκαν μέχρι τον περασμένο Νοέμβρη. Τότε με μια λακωνική δήλωση η ΝΙΚΕ ανακοίνωσε την απόφασή της να μην ανανεώσει τα συμβόλαια παραγωγής με την μεγάλη μονάδα «Saga Sports». Η Saga ράβει για λογαριασμό της αμερικάνικης πολυεθνικής τις περισσότερες δερμάτινες μπάλες στην Σιαλκότ και η NIKE την κατηγορεί πως δεν συμμορφώθηκε με τους «ηθικούς» όρους της. Ενημέρωσε μάλιστα πως θα κατευθύνει από εδώ και πέρα τις παραγγελίες της στην Ταϊλάνδη και στην Κίνα. Ελάχιστοι όμως πείστηκαν από τη δικαιολογία που προβλήθηκε και μάλιστα πολύ καθυστερημένα. Όλοι οι παρατηρητές την συνδύασαν με το κόστος παραγωγής αλλά κυρίως με τους γεωπολιτικούς κινδύνους που διαβλέπει η εταιρία σε μια περιοχή που ραγδαία αποσταθεροποιείται. Πίσω της η ΝΙΚΕ θα αφήσει μερικές χιλιάδες ανέργους και απελπισμένους αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία για τα σχέδια της.

* Λίγοι γνωρίζουν στη Δύση πως η Σιαλκότ, με την σιδηρουργική παράδοσή της όταν σε αυτήν κατασκευάζονταν τα φημισμένα μαχαίρια και τα ξίφη για όλη την Ινδική υποήπειρο, αποτελεί επίσης ένα από τα μεγάλα κέντρα παραγωγής μικρών χειρουργικών εργαλείων όπως νυστέρια και λαβίδες. Και σε αυτές τις μονάδες τα παιδικά χέρια είναι πολύ χρήσιμα στην επιμετάλλωση, την λείανση και τη διαλογή των προϊόντων.

16 Δεκ 2006

Νέα Υόρκη-ΗΠΑ. Πεινασμένοι… στο Μανχάταν!


Το ραντεβού είναι ήδη κλεισμένο. Στις 23 του Δεκέμβρη από τις 10 το πρωί ως τις 12.30 το βράδυ στην 49η οδό, δυτικά , ανάμεσα στις λεωφόρους Μπρόντγουεη και Όγδοη, όχι μακριά από το Σέντραλ Παρκ και κοντά στο σχολείο Μάντελ, το «Πρόγραμμα του Δρόμου» μια φιλανθρωπική εθελοντική οργάνωση θα μοιράζει σακούλες με φαγητό και ζεστή σούπα στους Νεοϋορκέζους που έχουν ανάγκη. Ένα από τα πολλά σημεία που έχουν ήδη ανακοινωθεί ενόψει των γιορτών σε διάφορα σημεία της πόλης και των πέντε δήμων που την συγκροτούν.

Μια είδηση από την καπιταλιστική μητρόπολη στα μέσα του περασμένου Νοέμβρη πέρασε σε μερικά μόνο μονόστηλα, παρά το γεγονός πως ήταν έξοχα συγκλονιστική. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση της «Συμμαχίας της Νέας Υόρκης για την Καταπολέμηση της Πείνας», στην αμερικάνικη μεγαλούπολη ένας στους έξι κατοίκους της δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνος του τις βασικές διατροφικές ανάγκες του και καταφεύγει συστηματικά στα φιλανθρωπικά συσσίτια και στις καντίνες που μοιράζουν σούπα. Η έκθεση πυροδότησε μια αρκετά μεγάλη συζήτηση μέσα από τις αμερικάνικες εφημερίδες και επανέφερε στο προσκήνιο το διογκούμενο κύμα φτώχειας και πείνας που αντιμετωπίζει η πόλη αλλά και ευρύτερα όλη η χώρα. Ενόψει μάλιστα των γιορτών των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς , ένα καθοδηγούμενο υποκριτικό αίσθημα φιλανθρωπίας έδωσε την δυνατότητα για προβολή σε αρκετές προσωπικότητες και οργανώσεις που έσπευσαν να αναγγείλουν πρωτοβουλίες βοήθειας στους πεινασμένους.

Τα αναλυτικά στοιχεία είναι αποκαλυπτικά για το μέγεθος του προβλήματος. Ένα εκατομμύριο , εκατό χιλιάδες Νεοϋορκέζοι , κατέφυγαν για φαγητό στα συσσίτια με κουπόνια μέσα στην φετινή χρονιά, σε ένα συνολικό πληθυσμό περίπου οκτώμισι εκατομμυρίων. Η αύξηση σε σχέση με το 2005, υπολογίζεται σε 11%. Από την περίοδο 2000-2003 , στην οποία το συνολικό ποσοστό αυτών που αντιμετώπιζαν πρόβλημα διατροφής ήταν 14% του πληθυσμού, το 2005 το ποσοστό ανέβηκε στο 15,4%. Στα 1200 περίπου σημεία στην πόλη που μοιράζεται φαγητό με κουπόνια προστρέχουν κυρίως άνεργοι για πάνω από δύο χρόνια, ηλικιωμένοι, ανύπαντρες μητέρες και φυσικά παιδιά. Πολλοί από αυτούς συγκεντρώνονται τις περισσότερες ημέρες του χρόνου, σχεδόν σε καθημερινή βάση. Η πλειοψηφία τους είναι γυναίκες ( 64%). Λευκοί είναι το 35% , μαύροι το 34% και Λατίνοι το 24,5%.

Η Νέα Υόρκη αποτελεί ένα από τα κορυφαία αμερικάνικα υποδείγματα έκρηξης των εισοδηματικών ανισοτήτων που δημιούργησε η ακραία νέο-φιλελεύθερη πολιτική των τελευταίων δεκαετιών. Πάνω από το 30% των κατοίκων της , δηλαδή περίπου 2,6 εκατομμύρια ζούνε κάτω από το επίσημο εθνικό επίπεδο φτώχειας ( 1460 δολάρια τον μήνα για τετραμελείς οικογένειες και 1180 δολάρια για τριμελείς). Η μακροχρόνια ανεργία είναι αρκετά πάνω από τον εθνικό μέσο όρο, τα φτηνά σπίτια λιγοστεύουν με ραγδαίους ρυθμούς ( τα τελευταία χρόνια χάθηκαν πάνω από πεντακόσιες χιλιάδες φτηνές κατοικίες) , οι άστεγοι έχουν πολλαπλασιαστεί και οι υπηρεσίες υγείας , ασφάλισης και κοινωνικής προστασίας έχουν ακριβύνει κατακόρυφα. Ένας στους πέντε ηλικιωμένους, ( ποσοστό πάνω από το 18%) ζει σε κατάσταση ένδειας , ποσοστό διπλάσιο από τον εθνικό μέσο όρο( 9%) και εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά μεγαλώνουν σε συνθήκες αθλιότητας στα γκέτο. Όταν λοιπόν θα φωταγωγηθεί η πόλη για να υποδεχτεί την νέα χρονιά και οι εικόνες της βιτρίνας της, κάνουν τον γύρο του πλανήτη, μην ξεχάσετε να κάνετε μια ευχή για τους πεινασμένους …της Νέας Υόρκης!

* Για τους απαιτητικούς αναγνώστες του «Αθέατου Κόσμου», υπάρχει μια πρόσφατη κοινή αναλυτική έκθεση για την Πείνα στις ΗΠΑ το 2006, από την Food Bank for the New York City και την City Harvest, στην οποία παρουσιάζεται με αριθμούς η κατάσταση στην αμερικάνικη μεγαλούπολη και στους πέντε δήμους της. Το Μπρονξ και το Κουήνς προηγούνται σαφώς αλλά δεν υπάρχει περιοχή της πόλης που να μην έχει πλέον συσσίτια.

2 Δεκ 2006

Σόφια –Φακουλτέτα. Η τριτοκοσμική παραγκούπολη… στην Ευρ.Ενωση


Δεν γνωρίζουμε ποια ήταν ακριβώς η αφορμή για να πάρει το προσωνύμιο «Καμπότζη», αλλά στα σίγουρα η παραπομπή σε τριτοκοσμική κατάσταση ταιριάζει απόλυτα στον μεγάλο μαχαλά-παραγκούπολη στην Φακουλτέτα της Σόφιας. Εκεί από την δεκαετία του τριάντα περίπου, άρχισαν να συγκεντρώνονται οικογένειες Ρομά. Στα μεταπολεμικά χρόνια η κυβερνητική πολιτική που απαιτούσε μόνιμη εγκατάσταση οδήγησε στην επέκταση της παραγκούπολης που έφτασε να συγκεντρώνει πλέον πάνω από τριανταπέντε χιλιάδες ψυχές, παρά το γεγονός πως ποτέ δεν υπήρξε μια προσπάθεια για βελτίωση των συνθηκών στέγασης και για κατασκευή υποδομών. Η κατάσταση χειροτέρευσε ραγδαία στα χρόνια της λεγόμενης μετάβασης, μετά το 1990, όταν στα παλιά προβλήματα προστέθηκε η ανεργία και η απότομη πτώση του -ήδη χαμηλού- βιοτικού επιπέδου.

Τώρα η Φακουλτέτα έχει γίνει το συνώνυμο της χειρότερης παραγκούπολης στην Ευρώπη και συναγωνίζεται σε αθλιότητα τα ασιατικά σλαμς και τις λατινοαμερικάνικες φαβέλες. Το γεγονός πως όλες οι κατασκευές είναι παράνομες, δεν επιτρέπει καμία σχεδόν βελτίωση, οι δρόμοι και το αποχετευτικό δίκτυο είναι ανύπαρκτα και το ηλεκτρικό υπάρχει σε ένα μικρό ποσοστό των κατασκευών. Κατά μέσο όρο δέκα άτομα ζούνε σε έκταση σαράντα τετραγωνικών μέτρων και για τις αρρώστιες σαν την φυματίωση, την ηπατίτιδα κ.λπ. που θερίζουν, υπάρχει μόνο μια μικρή κλινική, και αυτή με την υποστήριξη μιας διεθνούς ΜΚΟ. Το μεγάλο πρόβλημα όμως είναι η ανεργία. Από τους δέκα χιλιάδες περίπου ενήλικες που θεωρούνται ενεργός πληθυσμός μόνο πεντακόσιοι δουλεύουν με νόμιμες συμβάσεις.

Η Φακουλτέτα είναι η χειρότερη αλλά όχι η μοναδική αστική συγκέντρωση Ρομά στην Βουλγαρία. Το Στολιπίνοβο στο Πλόντιβ και η Ναντέζντα στο Σλίβεν δεν απέχουν πολύ σε αθλιότητα. Στην βαλκανική χώρα, σύμφωνα με την απογραφή του 2001, ζούνε 371 χιλιάδες Ρομά η ποσοστό 4,7% του συνολικού πληθυσμού. Αλλες, μη κρατικές εκτιμήσεις, τους ανεβάζουν σε επτακόσιες με εννιακόσιες χιλιάδες ή ποσοστό 10% του πληθυσμού. Ο δήμος της Σόφιας εκτιμά σε 125 χιλιάδες τους Ρομά που κατοικούν στα όρια της ευθύνης του. Οπως και στις υπόλοιπες χώρες της λεγόμενης μετάβασης στην Ανατολική Ευρώπη, οι Ρομά, σαν μειονεκτική κοινωνικά ομάδα, από τα χρόνια του «ανύπαρκτου», αντιμετωπίζουν σκληρότερα τη συνολική κοινωνική και οικονομική οπισθοδρόμηση. Ερευνες για λογαριασμό διεθνών Οργανισμών και ΜΚΟ για τους Ρομά στην Βουλγαρία, υπολογίζουν σε 90% το ποσοστό της ανεργίας ανάμεσά τους, σε 85% το ποσοστό των επίσημα φτωχών και σε 1% αυτούς που έχουν την τύχη να ζούνε πάνω από την ηλικία των εβδομήντα χρόνων!

Οι Ρομά γενικά στην Ανατολική Ευρώπη αλλά και αυτοί στην Βουλγαρία έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια αγαπημένο θέμα για αρκετές δυτικές ΜΚΟ. Πολλές είναι οι έρευνες και οι μελέτες που υποκινούνται από δυτικά ιδρύματα και Πανεπιστήμια με αντικείμενο την κοινωνική τους κατάσταση. Ακόμη και η Παγκόσμια Τράπεζα σχεδίασε προγράμματα υποστήριξης μέσω της ενίσχυσης της μικρό-επιχειρηματικότητας. Υπέρ-δραστήριος σε ανάλογες πρωτοβουλίες είναι ο γνωστός χρηματιστής Σόρος με το «αγαθοεργό» ίδρυμα του. Ως συνήθως όμως, εκεί που μαζεύονται οι παρηγορητές του πόνου, οι κραυγές του πονεμένων αυξάνονται παρά περιορίζονται.

* Οι Ρομά στη Σόφια έχουν να αντιμετωπίσουν εκτός των άλλων και την πολιτική των κυβερνήσεων και του Δήμου, που επιδιώκουν την έξωσή τους και την καταστροφή των κατοικιών τους στο όνομα των οικιστικών αναπλάσεων. Τον περασμένο Ιούνη ο Δήμος της Σόφιας αποφάσισε να γκρεμίσει εξήντα παράγκες στην Μπατάλοβα-Βοδενίτσα και μόνο ύστερα από τις μαζικές αντιδράσεις αναγκάστηκε να αναβάλλει την υλοποίηση της απόφασης.

17 Νοε 2006

Αμπιτζάν –Ακτή Ελεφαντοστού. Σκουπιδοτενεκές για τις πολυεθνικές


Το Σαββατόβραδο στις 19 του Αυγούστου μια βαριά και αποπνικτική μυρωδιά τύλιξε αρκετές λαϊκές συνοικίες του Αμπιτζάν που βρίσκονται κοντά στο εμπορικό λιμάνι. Αυτόπτες μάρτυρες εκείνη τη νύχτα δήλωσαν μετά, πως δεν είχαν αντιμετωπίσει μέχρι εκείνη τη στιγμή στην ζωή τους, τέτοια άσχημη αίσθηση. Έτσι δεν ήταν δύσκολο να συνδυάσουν το γεγονός με όσα συνέβησαν τις επόμενες ημέρες στην πόλη. Πάνω από σαράντα-πέντε χιλιάδες άνθρωποι έσπευσαν για βοήθεια στα τοπικά νοσοκομεία και δέκα περίπου από αυτούς έχασαν την ζωή τους. Όλοι σχεδόν είχαν τα ίδια συμπτώματα. Ναυτίες, πονοκεφάλους, εντερικές διαταραχές, σοβαρές δυσκολίες στην αναπνοή και συνεχείς ρινορραγίες. Ισχυρές ενδείξεις μαζικής δηλητηρίασης που ακόμα και σε μια χώρα, όπου η ανθρώπινη ζωή από τους συνεχείς εμφύλιους και την φτώχεια έχει σχετική αξία, προκάλεσε ισχυρό σοκ. Η δηλητηρίαση προήλθε κυρίως από το νερό και τα ψάρια, που μολύνθηκαν σχεδόν ακαριαία. Από τότε μέχρι και σήμερα οι άνθρωποι στην πόλη αναγκάζονται να σκοτώνουν μαζικά τα ζώα τους, να μην ψαρεύουν και να διψούν στην κυριολεξία για να αποφύγουν το δηλητήριο.

Η καταστροφή ήταν τέτοια που ήταν δύσκολο να κρυφτεί ο ένοχος. Ένα δεξαμενόπλοιο με το όνομα «Probo Koala», με σημαία Παναμά και διαχειρίστρια μια εταιρία στην Αθήνα, ναυλωμένο από την ολλανδική εταιρία Trafigura Beheer BV, είχε καταπλεύσει στο λιμάνι τις προηγούμενες ώρες. Όπως αναγκάστηκε να ομολογήσει η εταιρία, αφού κουβάλησε μερικές χιλιάδες κυβικά μέτρα βενζίνης από την Εσθονία στην Νιγηρία, έφτασε στο Αμπιτζάν για να αδειάσει πεντακόσιους τόνους απόβλητα σε συνεργασία με έναν ντόπιο εργολάβο. Στην πραγματικότητα να πετάξει στην θάλασσα επικίνδυνες χημικές ενώσεις, που εντοπίστηκαν ύστερα από την μαζική δηλητηρίαση, όπως το καυστικό νάτριο, το υδρόθειο και άλλες οργανοχλωριομένες ενώσεις. Η θάλασσα όπως ήταν αναμενόμενο μόλυνε γρήγορα την ακτή, το τριτοκοσμικό υδρευτικό δίκτυο καθώς και τα υπόγεια νερά.

Η Trafigura, δεν είναι μια άγνωστη εταιρία. Από το 1993, είναι δραστήρια στην μεταφορά και την εμπορία βαριών μετάλλων και ενέργειας, με πενήντα πέντε γραφεία αντιπροσώπευσης σε τριάντα-έξι χώρες. Ο όμιλος, που έχει τα κεντρικά του στην Λουκέρνη της Ελβετίας, είναι ολλανδικών συμφερόντων και αποτελείται από μια πλειάδα επιχειρήσεων, μερικές από τις οποίες έχουν μπλεχτεί σε σκάνδαλα γύρω από το περίφημο πρόγραμμα του ΟΗΕ «πετρέλαιο για τρόφιμα» στο Ιράκ, την περίοδο του εμπάργκο. Ορισμένα μάλιστα ΜΜΕ, με αφορμή την μαζική δηλητηρίαση θυμήθηκαν πως η εταιρεία έχει κατηγορηθεί και για δωροδοκία προς τον γιο του Κόφι Αναν, η Γκρινπίς επίσης κατήγγειλε πως ένα άλλο σκάφος ναυλωμένο από την Trafigura, το Probo Emu, είχε μολύνει παλιότερα τις Ισπανικές ακτές

Στην πραγματικότητα η Trafigura έκανε, ίσως με κάποια δόση υπερβολής και ατζαμοσύνης, αυτό που κάνουν μόνιμα όλες οι πολυεθνικές που σέβονται τον εαυτό τους και τους μετόχους τους. Για να αποφύγει το κόστος ενός καθαρισμού σε λιμάνι της Νιγηρίας και πολύ περισσότερο της Ευρώπης (πληροφορίες επιμένουν πως το τάνκερ έφυγε από το λιμάνι του Άμστερνταμ εξαιτίας της υψηλής τιμής επεξεργασίας των αποβλήτων που ζητήθηκε εκεί), άδειασε τα δηλητήριά του σε έναν από τους αγαπημένους δυτικούς προορισμούς. Την φτωχή Αφρική, που στην πλειοψηφία της κυβερνάται από διεφθαρμένες ελίτ και διοικήσεις που είναι πρόθυμες για ένα φιλοδώρημα να δολοφονήσουν τους υπηκόους τους, ανίσχυρες και άβουλες απέναντι στην ισχύ των δυτικών εταιρειών η κρατών.

* Μόλις πέρασε το πρώτο σοκ χιλιάδες κάτοικοι του Αμπιτζάν ξέσπασαν στους δρόμους με μαζικές διαδηλώσεις, επιθέσεις σε κυβερνητικά κτίρια και συγκρούσεις με την αστυνομία. Στις αρχές του Σεπτέμβρη η κυβέρνηση αναγκάστηκε, για να κατευνάσει τα πνεύματα, να παραιτηθεί αντικαθιστώντας ορισμένους από τους υπουργούς που θεωρήθηκαν άμεσα υπεύθυνοι. Η υπόθεση ακόμα ερευνάται, το πλοίο εντοπίστηκε και ερευνήθηκε στην Βόρεια Θάλασσα και δύο στελέχη της Trafigura μαζί με ντόπιους δημόσιους υπαλλήλους περιμένουν να δικαστούν.