17 Μαΐ 2019

Φρανς Τέλεκομ | Ο Ρεμί και ο μάνατζερ του τρόμου

Τρίτη 26 Απριλίου 2011. Μερινιάκ, νομός Ζιρόντ, νοτιοδυτική Γαλλία, στα περίχωρα του Μπορντώ, κοντά στο διεθνές αεροδρόμιο, δίπλα στην λεωφόρο Ανρί Βινιώ, στο κέντρο Πισέ. Όσοι πλησίαζαν στο σημείο στο οποίο αυτοπυρπολήθηκε ο Ρεμί Λουβραντού, συγκλονισμένοι από την είδηση για να αφήσουν λίγα λουλούδια, δεν απέφυγαν τον συνειρμό. Στην πίσω πλευρά του κτιρίου στο οποίο εργάζονταν ο αυτόχειρας, ένας περίεργος σταυρός από τσιμέντο και γυαλί σχηματίζεται όταν η οριζόντια σειρά παραθύρων συναντά την διάφανη κάθετη στήλη του εξωτερικού ανελκυστήρα. Εκεί, στην βάση του τοίχου, στην πρασιά δίπλα στον χώρο στάθμευσης, στις επτά το πρωί ο Ρεμί Λουβραντού έβαλε με τραγικό τρόπο τέλος στην ζωή του. Ο Ρεμί ήταν πενήντα έξι ετών, υψηλόβαθμο στέλεχος της Φρανς Τέλεκομ, η οποία αργότερα μετονομάστηκε σε Όραντζ, αφότου ξεκίνησε η μερική ιδιωτικοποίησή της. Πατέρας τεσσάρων παιδιών, ήταν στην εταιρία από νεαρή ηλικία, ξεκίνησε από χαμηλά για να ανέβει τα σκαλοπάτια της ιεραρχίας, αλλά αφότου άρχισε το πρόγραμμα για μείωση του προσωπικού, βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση. Αρνήθηκε να συνεργαστεί στο πρόγραμμα της υποτιθέμενης εθελούσιας εξόδου και από τότε τον έριξαν στο καλάθι με τα άχρηστα. Τον άλλαζαν συνεχώς πόστα, σχεδόν κάθε δύο μήνες, μέχρι που τον έστειλαν στο Μερινιάκ.

Ο Ρεμί Λουβραντού προστέθηκε στον μακρύ κατάλογο των εργαζόμενων στην Φρανς Τέλεκομ που αυτοκτόνησαν στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας. Ξεκίνησαν να καταγράφονται το 2008, κορυφώθηκαν το 2010 και συνδέθηκαν άμεσα με το πρόγραμμα περικοπής χιλιάδων θέσεων εργασίας που μπήκε σε εφαρμογή το 2006, δύο χρόνια μετά την ιδιωτικοποίησή της. Η μακάβρια λίστα άρχισε να συμπληρώνεται τον Φεβρουάριο του 2008 με έναν εργαζόμενο πενήντα δύο ετών στο Αμπουάζ στην κεντρική Γαλλία. Το δίχρονο σχέδιο της λεγόμενης αναδιοργάνωσης με τίτλο «Next» είχε στόχο να αναγκάσει σε αποχώρηση, δίχως επίσημη απόλυση, είκοσι δύο χιλιάδες εργαζόμενους, δηλαδή έναν στους πέντε που δούλευαν εκείνο τον καιρό στην εταιρία. Προτεραιότητα είχαν οι εργαζόμενοι με ηλικία πάνω από τα πενήντα πέντε και οι μητέρες με τρία παιδιά. Επικεφαλής της εταιρίας που ανέλαβε την εκτέλεση του σχεδίου ήταν ο Ντιντιέ Λομπάρ. Στις 20 Οκτωβρίου του 2006, σε μια κλειστή σύσκεψη διακοσίων ανώτερων στελεχών στο Παρίσι, ο πρόεδρος μίλησε για τους τρόπους έτσι ώστε να ασκηθεί αποτελεσματικά η μέγιστη ψυχολογική πίεση σε όσους είχαν επιλεγεί. «Θα κάνω τις αποχωρήσεις με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, από το παράθυρο ή από την πόρτα», είχε δηλώσει κυνικά τότε.

Τον Σεπτέμβρη 2009, με επιστολή του στην εθνική διεύθυνση της εταιρίας, ο Ρεμί είχε καταγγείλει θαρρετά τους όρους και την πολιτική της λεγόμενης αναδιοργάνωσης και την επιδείνωση των συνθηκών εργασίας. Μιλούσε για τις συνεχείς μετακινήσεις από πόλη σε πόλη, που σκοπό είχαν την ψυχολογική και οικονομική εξόντωσή του. Δεν πήρε απάντηση. Τοποθετημένος στο τμήμα πρόληψης ατυχημάτων, ένιωθε πως έπαιζε τον ρόλο να ρίχνει στάχτη στα μάτια των συναδέλφων ενώ βίωνε την πίεση πως αυτός και η ομάδα του θεωρούνταν πλεονασματικοί. «Ήταν πολύ πικραμένος, εξομολογήθηκε ένας εργαζόμενος που ήταν μαζί του. Είναι θλιβερό, ποιος ωφελείται από αυτό το έγκλημα;», αναρωτιόνταν στην επιστολή που είχε στείλει το 2009. Οδηγήθηκε στην αυτοκτονία και προστέθηκε στον μακρύ κατάλογο. Δώδεκα συνάδελφοί του το 2008, δεκαεννέα το 2009, είκοσι επτά το 2010, έντεκα το 2011. Ύστερα από τις πρώτες αντιδράσεις και την οργή που ακολούθησε, η συμφωνία για την βελτίωση των συνθηκών εργασίας μείωσε αλλά δεν σταμάτησε τις αυτοκτονίες. Καταγράφτηκαν ακόμη έντεκα το 2013 και δέκα το 2014.

Ο Ντιντιέ Λομπάρ αναγκάστηκε να αποχωρήσει από επικεφαλής της εταιρίας, εν μέσω γενικής κατακραυγής, το 2010. Είχε προλάβει να χαρακτηρίσει προκλητικά τις αυτοκτονίες, μόδα! Άφησε, όμως, πίσω του τις σκληρές εργασιακές συνθήκες και σχέσεις που επέβαλλε. Το 2012, η γαλλική «δικαιοσύνη» εδέησε να ασχοληθεί και διέταξε έρευνα. Ο Λομπάρ και μια ομάδα στελεχών κλήθηκαν να δώσουν εξηγήσεις, αντιμετωπίζοντας κατηγορίες πως επί τούτου δημιούργησαν μια αφόρητη κατάσταση σε χιλιάδες εργαζόμενους. Ύστερα από χρόνια ανακρίσεων, η κατηγορία που αποδόθηκε είναι η θεσμοθετημένη ηθική παρενόχληση, την οποία ο ποινικός κώδικας την περιγράφει ως επαναλαμβανόμενες ενέργειες που έχουν ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα την επιδείνωση των συνθηκών εργασίας. Οι πράξεις σχετίστηκαν με τριάντα πέντε αυτοκτονίες στο επίμαχο χρονικό διάστημα. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο Λομπάρ αρνήθηκε τις κατηγορίες επικαλούμενος την ανάγκη της εταιρίας για επιβίωση. Φέτος, στις 6 Μαΐου, σχεδόν δέκα χρόνια μετά την ολοκλήρωση του μαζικού εγκλήματος, εμφανίστηκε εμπρός στους δικαστές. Μαζί του στο εδώλιο θα καθίσουν ο πρώην αναπληρωτής του, Λουί-Πιερ Βεν και ο πρώην διευθυντής Ανθρώπινου Δυναμικού, Ολιβιέ Μπαρμπερό, αντιμετωπίζοντας την ίδια κατηγορία. Άλλα τέσσερα διευθυντικά στελέχη κατηγορούνται για συνέργεια. Η δίκη, πρωτοφανής όχι μόνο στα γαλλικά χρονικά, ξύπνησε μνήμες και κινητοποίησε τα συνδικάτα που επιδιώκουν μια ευρύτερη, ηθική και ποινική καταδίκη των αντεργατικών μεθόδων των αφεντικών. Γιατί τα αφεντικά της Φρανς Τέλεκομ δεν ήταν η ακραία περίπτωση «μάνατζερ του τρόμου», αλλά ο κανόνας στη διεύθυνση των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, τα οποία στη μανιασμένη επιδίωξη του κέρδους, δεν δείχνουν κανένα οίκτο για τους ανθρώπους που βρίσκονται στη δούλεψη τους.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ένα άρθρο του Ρούσσου Βρανά, στα ΝΕΑ στις 2/5/2011 με τίτλο “Οι κλεµµένοι Μάηδες της ζωής µας” με αφορμή την αυτοκτονία του Ρεμί: https://tvxs.gr/Οι κλεμμένοι Μάηδες της ζωής μας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου