17 Ιουν 2023

Νόβαγια Καχόφκα, Ουκρανία | Το ποίημα της θάλασσας, τα πέτρινα κεντήματα και η τραγωδία του άδικου πόλεμου


Η Νόβαγια Καχόφκα έχει γενέθλια στις 28 Φεβρουαρίου. Εκείνη την ημέρα το 1952 το προεδρείο του Ανώτατου Σοβιέτ της Ουκρανίας της έδωσε επίσημα το όνομα της. Επικεφαλής της εκτελεστικής επιτροπής της πόλης εκλέχθηκε ένας οικοδόμος, βετεράνος του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου. Γεννήθηκε στην θέση του χωριού Κλιουτσεβόι, στην αριστερή όχθη του Δνείπερου, στην περιοχή της Χερσώνας, δίδυμη του ομώνυμου υδροηλεκτρικού συγκροτήματος που περιλαμβάνει το μεγάλο φράγμα. Το έκτο και νοτιότερο στην κοίτη του Δνείπερου, με κύριο σκοπό την υδροδότηση και την ηλεκτροδότηση της Κριμαίας και της νότιας Ουκρανίας. Η πόλη κτίστηκε σε χρόνο –ρεκόρ, μόλις σε τέσσερα χρόνια, για να στεγάσει τους εργάτες που ήρθαν απ’ όλη σχεδόν την Σοβιετική Ένωση για να κατασκευάσουν το μεγάλο έργο. Το πρώτο κτίριο κατοικιών θεμελιώθηκε στις 20 Απριλίου 1951 στην οδό Καρλ Μαρξ 31. Τα σχέδια έγιναν σε συνεργασία με την ακαδημία Αρχιτεκτονικής του Κιέβου. Κτίστηκαν μονώροφες, διώροφες και τριώροφες κατοικίες, οι περισσότερες με κόκκινα τούβλα. Η βασική ιδέα ήταν να δημιουργηθεί ένα χωριό στην πόλη, δηλαδή το κάθε κτίριο κατοικιών να διαθέτει ένα ακάλυπτο χώρο για καλλιέργεια λαχανικών, αφού πρώτα αφαιρέθηκε ένα στρώμα άμμου τη στέπας σε βάθος μισού μέτρου και μεταφέρθηκε εύφορο χώμα από τις όχθες του Δνείπερου. Οι σχεδιαστές εμπνεύστηκαν από την πόλη-κήπο, του Άγγλου πολεοδόμου Εμπενίζερ Χάουαρντ. Μια απόπειρα υλοποίησης της ουτοπικής πόλης στα δύσκολα αλλά ελπιδοφόρα σοβιετικά μεταπολεμικά χρόνια, τα γεμάτα αυτοπεποίθηση από την μεγάλη νίκη. Φυτεύτηκαν οπωροφόρα δένδρα στις αυλές και σχεδιάστηκαν πάρκα και πλατείες στα οποία υπήρχαν περισσότερα από εξήντα είδη δένδρων. Το 1952 επισκέφτηκε την νέα πόλη ο σοβιετικός, ουκρανικής καταγωγής, σκηνοθέτης Αλεξάντρ Ντοβζένκο με σκοπό να κινηματογραφήσει την εποποιία κατασκευής του έργου. Βλέποντας τα ομοιόμορφα κτίρια έστειλε επιστολή στην Ακαδημία Αρχιτεκτονικής, ζητώντας να στείλουν τεχνίτες για να διακοσμήσουν τις προσόψεις. Η ανταπόκριση ήταν άμεση. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους έφτασε στην πόλη μια ομάδα αρχιτεκτόνων, γλυπτών και καλλιτεχνών με επικεφαλής τον γλύπτη Γκριγκόρι Ντοβζένκο. Ξεκίνησαν να δημιουργούν αρχιτεκτονικά στολίδια και μοτίβα και να χρωματίζουν τους τοίχους. Διακοσμήθηκαν 180 κτίρια με ειδικό σοβά και ξεχωριστά σχέδια από την ουκρανική παράδοση που κανένα δεν ήταν το ίδιο με άλλο. Κληρονομιά αυτής της εργασίας είναι τα "πέτρινα κεντήματα" που διακοσμούν πολλά κτίρια μέχρι σήμερα στην πόλη και συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των επισκεπτών της. Η εθνικιστική αντικομουνιστική ουκρανική προπαγάνδα έφτασε τα τελευταία χρόνια στο σημείο να ισχυρίζεται ψευδόμενη πως η διακόσμηση έγινε παρά την αντίθεση των σοβιετικών αρχών! Το 1955, όταν ολοκληρώθηκε η εφαρμογή του Ρυθμιστικού Σχεδίου υπήρχαν εξακόσια κτίρια κατοικιών με επιφάνεια εκατό χιλιάδες μέτρα. Κτίστηκαν νηπιαγωγεία, σχολεία, χώροι δημόσιας εστίασης, κινηματογράφοι, θέατρα, κρατικά ιδρύματα - συγκρότημα νοσοκομείων και ένα στάδιο δέκα χιλιάδων θεατών. Στους δρόμους δόθηκαν ονόματα σοβιετικών ηγετών και μορφών του διεθνούς εργατικού κινήματος. Στα τέλη του 1957 η Νόβαγια Καχόφκα είχε περισσότερους από 25 χιλιάδες κατοίκους παρά το γεγονός πως την ίδια χρονιά περίπου 4 χιλιάδες οικοδόμοι έφυγαν για να κτίσουν ένα νέο υδροηλεκτρικό σταθμό ψηλότερα στον Δνείπερο.

2 Ιουν 2023

Σουδάν | Η αιματοχυσία και το νέο Μεγάλο Παιγνίδι των ιμπεριαλιστών


Η Ελ Τζενέινα, της οποίας η ονομασία στα αραβικά σημαίνει μικρός κήπος, βρίσκεται σχεδόν στην μεθοριακή γραμμή που τράβηξαν αυθαίρετα, στην κυριολεξία με τον χάρακα, οι Άγγλοι και Γάλλοι αποικιοκράτες για να χωρίσουν το Νταρφούρ, ανάμεσα στο Σουδάν και το Τσαντ. Βρίσκεται σε μια κοιλάδα που διαμόρφωσε ένας ουάντι, ένας εποχικός ποταμός που έχει τις πηγές του στην οροσειρά Τζέμπελ Μάρα. Την περίοδο των βροχών, από τον Ιούλιο ως τον Οκτώβριο, όταν ο Κάγια που διασχίζει την κοιλάδα και την πόλη φουσκώνει, οι όχθες του μετατρέπονται σε αγαπημένο προορισμό χιλιάδων επισκεπτών. Οι πολυάριθμοι καταπράσινοι κήποι της πόλης που εκτείνονται κατά μήκος της κοίτης του μετατρέπονται σε τόπους συνάντησης και αναψυχής. Το κολύμπι ενάντια στα μανιασμένα ρεύματα του ποταμού θεωρείται πρόκληση και ακραίο τεστ αντοχής. Στην κοιλάδα πλειοψηφεί η αφρικάνικη φυλή Μασαλίτ, τον 19ο αιώνα το Νταρ Μασαλίτ υπήρξε ανεξάρτητο σουλτανάτο και είναι η μοναδική περιοχή στην οποία δεν κατάφεραν να εισχωρήσουν οι αποικιοκρατικές δυνάμεις εξαιτίας της σκληροτράχηλης αντίστασης των ντόπιων. Δυο φορές οι Γάλλοι ηττήθηκαν σε ισάριθμες μάχες στις αρχές του 20ου αιώνα και γι αυτό οι τοπικοί ηγέτες αναγκάστηκαν να δεχθούν με βαριά καρδιά να ενσωματωθεί η περιοχή στο άγγλο-αιγυπτιακό Σουδάν το 1922, με βάση την βρετανό-γαλλική συμφωνία Γκιλάνι, που μοίρασε αυθαίρετα το Νταρφούρ και τα χωριά των αυτόχθονων κοινοτήτων.