Η Ελ Τζενέινα, της οποίας η ονομασία στα αραβικά σημαίνει μικρός κήπος, βρίσκεται σχεδόν στην μεθοριακή γραμμή που τράβηξαν αυθαίρετα, στην κυριολεξία με τον χάρακα, οι Άγγλοι και Γάλλοι αποικιοκράτες για να χωρίσουν το Νταρφούρ, ανάμεσα στο Σουδάν και το Τσαντ. Βρίσκεται σε μια κοιλάδα που διαμόρφωσε ένας ουάντι, ένας εποχικός ποταμός που έχει τις πηγές του στην οροσειρά Τζέμπελ Μάρα. Την περίοδο των βροχών, από τον Ιούλιο ως τον Οκτώβριο, όταν ο Κάγια που διασχίζει την κοιλάδα και την πόλη φουσκώνει, οι όχθες του μετατρέπονται σε αγαπημένο προορισμό χιλιάδων επισκεπτών. Οι πολυάριθμοι καταπράσινοι κήποι της πόλης που εκτείνονται κατά μήκος της κοίτης του μετατρέπονται σε τόπους συνάντησης και αναψυχής. Το κολύμπι ενάντια στα μανιασμένα ρεύματα του ποταμού θεωρείται πρόκληση και ακραίο τεστ αντοχής. Στην κοιλάδα πλειοψηφεί η αφρικάνικη φυλή Μασαλίτ, τον 19ο αιώνα το Νταρ Μασαλίτ υπήρξε ανεξάρτητο σουλτανάτο και είναι η μοναδική περιοχή στην οποία δεν κατάφεραν να εισχωρήσουν οι αποικιοκρατικές δυνάμεις εξαιτίας της σκληροτράχηλης αντίστασης των ντόπιων. Δυο φορές οι Γάλλοι ηττήθηκαν σε ισάριθμες μάχες στις αρχές του 20ου αιώνα και γι αυτό οι τοπικοί ηγέτες αναγκάστηκαν να δεχθούν με βαριά καρδιά να ενσωματωθεί η περιοχή στο άγγλο-αιγυπτιακό Σουδάν το 1922, με βάση την βρετανό-γαλλική συμφωνία Γκιλάνι, που μοίρασε αυθαίρετα το Νταρφούρ και τα χωριά των αυτόχθονων κοινοτήτων.
Παρά τις ελπίδες που γεννήθηκαν στα χρόνια της ανεξαρτησίας για μια άλλη πορεία, το μετά-αποικιακό Σουδάν, μια τεράστια σε έκταση χώρα με πλήθος εθνοτικών και τοπικών διαιρέσεων, βυθίστηκε γρήγορα στην απολυταρχία και στην αναπαραγωγή των αντιθέσεων. Στο Χαρτούμ κυριάρχησαν οι αραβικές φυλές και στο Νταρφούρ ενισχύθηκε το ρεύμα των Aράβων εποίκων, από νομάδες κτηνοτρόφους που διεκδικούσαν τα βοσκοτόπια και το νερό από τους ντόπιους αγρότες. Ήταν ζήτημα χρόνου να ξεσπάσουν οι πρώτες σκληρές συγκρούσεις όταν οι τοπικές αφρικανικές φυλές αντέδρασαν στην οικονομική και κοινωνική περιθωριοποίηση τους και στην ρατσιστική πολιτική των κρατικών αρχών που οργάνωνε συστηματικά το στρατιωτικό δικτατορικό καθεστώς. Από το 2003 το Νταρφούρ έγινε το θέατρο μιας αιματηρής αναμέτρησης στην οποία ο σουδανικός στρατός και οι παραστρατιωτικές δυνάμεις, οι πολιτοφυλακές Τζαντζαουίντ, που οργάνωσε ο δικτάτορας Αλ Μπασίρ, επιδόθηκαν σε μαζικές σφαγές και μαζικές εκτοπίσεις. Η σύρραξη είχε κάπου 300.000 νεκρούς και γύρω στους 2,5 εκατ. εσωτερικά εκτοπισμένους και πρόσφυγες κυρίως στο γειτονικό Τσαντ. Ορισμένοι μίλησαν για γενοκτονία, ο Μπασίρ παρά τρίχα γλίτωσε μέχρι σήμερα την σύλληψη και την παραπομπή στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης και ο ΟΗΕ μαζί με την Αφρικάνικη Ένωση έστειλαν ειρηνευτικές δυνάμεις. Παρά το γεγονός πως υπογράφτηκαν συμφωνίες για εκεχειρία και ειρήνευση η κατάσταση στο Νταρφούρ παρέμεινε τεταμένη και τα πρόσφατα γεγονότα αναζωπύρωσαν την σύγκρουση.
Η Ελ Τζενέινα ξαναγνώρισε την καταστροφή, όταν μαχητές της λεγόμενης Δύναμης Ταχείας Υποστήριξης (RSF), του αντιστράτηγου Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκαλό το πρωινό της 24ης Απριλίου, ύστερα από αψιμαχίες με τις Σουδανικές ένοπλες δυνάμεις, επιτέθηκαν σε καταυλισμούς προσφύγων, ενώ ο σουδανικός στρατός είχε φροντίσει να αποσυρθεί και να αφήσει απροστάτευτες τις γειτονιές που κατοικούν οι τοπικές φυλές. Οι επιθέσεις συνεχίστηκαν σχεδόν όλο τον Μάιο συνδυασμένες με λεηλασίες, εμπρησμούς σπιτιών, νοσοκομείων, αποθηκών τροφίμων και γραφείων ανθρωπιστικών οργανώσεων. Οι έχθρες ανάμεσα στις αραβικές και μη αραβικές κοινότητες αναζωπυρώθηκαν. Το Νταρφούρ μια τεράστια περιοχή στο μέγεθος της Γαλλίας, με πληθυσμό περίπου πέντε με έξι εκατομμύρια ανθρώπους είναι η «dar», δηλαδή η πατρίδα για μια σειρά αυτόχθονες ομάδες, οι οποίες για αιώνες αντιστέκονται στην αραβική επέκταση. Το μετά-αποικιακό Σουδάν και η ελίτ που ανέλαβε την ηγεμονία του, πέρασε σύντομα από την ιδεολογία του αραβικού εθνικισμό στον ισλαμισμό στις αρχές του 1970 για να επιβάλλει την εξουσία της, αφού πρώτα ξεκαθάρισε με αιματηρό τρόπο τους λογαριασμούς με το ισχυρό κομμουνιστικό κίνημα. Ακολουθώντας αυτήν την πολιτική και αναζητώντας εναγώνια την ιμπεριαλιστική στήριξη, αντί να γεφυρώσει τις εσωτερικές αντιθέσεις τις βάθυνε, ναρκοθετώντας σταδιακά την ενότητα της αχανούς χώρας. Η απόσπαση του πλούσιου σε υδρογονάνθρακες νοτίου Σουδάν το 2011 με τις ευλογίες της Δύσης, ύστερα από ένα πολυετή αιματηρό εμφύλιο, αποτέλεσε μια βαριά ήττα για την αραβική ελίτ του Χαρτούμ. Η σουδανική οικονομία έχασε μια από τις βασικές πηγές εσόδων της με αποτέλεσμα να μεγαλώσουν η φτώχεια και τα κοινωνικά προβλήματα. Η εξέγερση που οδήγησε στην ανατροπή της τριακονταετούς σχεδόν δικτατορίας του Μπασίρ, οφείλεται σε σημαντικό βαθμό σε αυτήν την εξέλιξη. Από τότε η χώρα μπήκε σε μια περιδίνηση ενώ παράλληλα μετατράπηκε σε πεδίο μια ς άγριας ιμπεριαλιστικής αναμέτρησης με την ανάμιξη και γειτονικών περιφερειακών δυνάμενων, όπως η Αίγυπτος, η Σαουδική Αραβία και τα πλούσια αραβικά εμιράτα. Η οικονομική και εμπορική παρουσία της Κίνας στην χώρα και το ενδεχόμενο η Ρωσία να αποκτήσει μόνιμη ναυτική βάση στην Ερυθρά Θάλασσα αναζωπύρωσαν το ενδιαφέρον των Δυτικών για τις σουδανικές εξελίξεις. Ο εκτροχιασμός της λεγόμενης διαδικασίας δημοκρατικής μετάβασης με την νέα επέμβαση του στρατού και η αναμέτρηση που ξέσπασε ανάμεσα στις δύο στρατιωτικές φατρίες που εκτυλίσσεται τους τελευταίους μήνες σχετίζονται άμεσα με τις εξωτερικές επεμβάσεις. Πλούσιο σε ορυκτά, ιδιαίτερα χρυσό και ουράνιο και σε κομβική γεωστρατηγική θέση το Σουδάν μετατράπηκε με ευθύνη και της διεφθαρμένης στρατιωτικό-πολιτικής ελίτ του Χαρτούμ, σε θέατρο ενός σκληρού ανταγωνισμού. Σε σκακιέρα για ένα νέο Μεγάλο Παιγνίδι επιρροής στην ανατολική Αφρική. Ένα παιγνίδι που το πληρώνει με το αίμα και το μέλλον του ο σουδανικός λαός, όλες οι εθνικές, φυλετικές και θρησκευτικές κοινότητες του και όχι μόνο αυτές στο πολύπαθο Νταρφούρ.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ειδήσεις για τις εξελίξεις στο Σουδάν, 3ayin.com/en και www.dabangasudan.org/en
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου