Μια θανατική ποινή που εκτελέστηκε μετά από μια αθωωτική απόφαση! Επτά μήνες μετά την κατάκτηση της ελευθερίας του, ύστερα από πολύχρονη αντίσταση στην φυλακή και μεγάλο κίνημα αλληλεγγύης μέσα και έξω από την Ινδία, ο αγωνιστής καθηγητής Γκοκαρακόντα Νάγκα Σαϊμπάμπα πέθανε το βράδυ της 12ης Οκτωβρίου, στο ιατρικό ινστιτούτο Νιζάμ του Χαϊντεραμπάντ. Ύστερα από μια χολοκυστεκτομή, αντιμετώπισε επιπλοκές στο πάγκρεας και μετά από λίγες ημέρες στην εντατική, η καρδιά του δεν άντεξε. Παρά την ολική σχεδόν σωματική αναπηρία του ο Σαϊμπάμπα δεν είχε κάποια σοβαρή ασθένεια πριν συλληφθεί. Η υγεία του κλονίστηκε και εμφανίστηκαν βλάβες σε ζωτικά όργανα ως αποτέλεσμα της πολυετούς φυλάκισης, των σκληρών συνθηκών της απομόνωσης και της ιατρικής παραμέλησης. Από την σύλληψη του το 2014 ο Σάι έμεινε στην φυλακή της Ναγκπούρ στην πολιτεία Μαχαράστρα συνολικά οκτώ χρόνια και τα περισσότερα από αυτά στο σκληρό κελί Άντα, δηλαδή σε μια φυλακή μέσα στην φυλακή. Μετά την αθώωση και την απελευθέρωση του, διαψεύδοντας τις προσδοκίες των βασανιστών του να κάμψουν την θέληση του ο καθηγητής είχε όρεξη για ζωή και αγώνα. Μίλησε σε εκδηλώσεις περιγράφοντας την περιπέτεια του, σχεδίαζε την έκδοση των δοκιμίων και των άρθρων που έγραψε τα τελευταία χρόνια, επικοινώνησε με εκατοντάδες συναγωνιστές του, ενδιαφέρονταν για την δημιουργία ενός λογοτεχνικού φόρουμ και αναζητούσε τρόπους να επανέλθει στην θέση του στο κολλέγιο Ram Lal Anand στο πανεπιστήμιο στο Νέο Δελχί ή έστω να εργαστεί σε κάποιο άλλο ιδιωτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα. Ο ξαφνικός θάνατος του προξένησε συγκίνηση αλλά και οργή σε εκατομμύρια Ινδούς. Ανακοινώσεις και συλλυπητήρια μηνύματα εξέδωσαν δεκάδες κόμματα και οργανώσεις στην Ινδία και σε όλο τον κόσμο, συνεχίζουν να γράφονται νεκρολογίες για την προσωπικότητα και την δράση του και προγραμματίζονται εκδηλώσεις στην μνήμη του.
18 Οκτ 2024
Γ.Ν. Σαϊμπάμπα | Αμετακίνητος σαν βουνό, υπέκυψε μόνο στον θάνατο!
Μια θανατική ποινή που εκτελέστηκε μετά από μια αθωωτική απόφαση! Επτά μήνες μετά την κατάκτηση της ελευθερίας του, ύστερα από πολύχρονη αντίσταση στην φυλακή και μεγάλο κίνημα αλληλεγγύης μέσα και έξω από την Ινδία, ο αγωνιστής καθηγητής Γκοκαρακόντα Νάγκα Σαϊμπάμπα πέθανε το βράδυ της 12ης Οκτωβρίου, στο ιατρικό ινστιτούτο Νιζάμ του Χαϊντεραμπάντ. Ύστερα από μια χολοκυστεκτομή, αντιμετώπισε επιπλοκές στο πάγκρεας και μετά από λίγες ημέρες στην εντατική, η καρδιά του δεν άντεξε. Παρά την ολική σχεδόν σωματική αναπηρία του ο Σαϊμπάμπα δεν είχε κάποια σοβαρή ασθένεια πριν συλληφθεί. Η υγεία του κλονίστηκε και εμφανίστηκαν βλάβες σε ζωτικά όργανα ως αποτέλεσμα της πολυετούς φυλάκισης, των σκληρών συνθηκών της απομόνωσης και της ιατρικής παραμέλησης. Από την σύλληψη του το 2014 ο Σάι έμεινε στην φυλακή της Ναγκπούρ στην πολιτεία Μαχαράστρα συνολικά οκτώ χρόνια και τα περισσότερα από αυτά στο σκληρό κελί Άντα, δηλαδή σε μια φυλακή μέσα στην φυλακή. Μετά την αθώωση και την απελευθέρωση του, διαψεύδοντας τις προσδοκίες των βασανιστών του να κάμψουν την θέληση του ο καθηγητής είχε όρεξη για ζωή και αγώνα. Μίλησε σε εκδηλώσεις περιγράφοντας την περιπέτεια του, σχεδίαζε την έκδοση των δοκιμίων και των άρθρων που έγραψε τα τελευταία χρόνια, επικοινώνησε με εκατοντάδες συναγωνιστές του, ενδιαφέρονταν για την δημιουργία ενός λογοτεχνικού φόρουμ και αναζητούσε τρόπους να επανέλθει στην θέση του στο κολλέγιο Ram Lal Anand στο πανεπιστήμιο στο Νέο Δελχί ή έστω να εργαστεί σε κάποιο άλλο ιδιωτικό εκπαιδευτικό ίδρυμα. Ο ξαφνικός θάνατος του προξένησε συγκίνηση αλλά και οργή σε εκατομμύρια Ινδούς. Ανακοινώσεις και συλλυπητήρια μηνύματα εξέδωσαν δεκάδες κόμματα και οργανώσεις στην Ινδία και σε όλο τον κόσμο, συνεχίζουν να γράφονται νεκρολογίες για την προσωπικότητα και την δράση του και προγραμματίζονται εκδηλώσεις στην μνήμη του.
23 Μαρ 2024
Ινδία | Η δοκιμασία του Σαιμπάμπα και η επιστροφή του Ράμα
Στους 24.000 στίχους του έπους Ραμαγιάνα, ένα λογοτεχνικό κείμενο που αποτελεί μαζί με την Μαχαμπαράτα από τις βασικές πηγές της μυθολογίας του ινδουισμού, περιέχεται η ιστορία του βασιλιά Ράμα. Μια από τις ενσαρκώσεις του Βισνού, ο οποίος ύστερα από την εξορία και την περιπλάνηση στα δάση της ινδικής υποηπείρου, νικά τον Ραβάνα, τον δαίμονα με τα δέκα κεφάλια και επιστρέφει στην Αγιόντυα, την έδρα του βασιλείου του. Εκεί συναντά την Σίτα με την οποία είχε παντρευτεί και την υποχρεώνει να μπει στην φωτιά για να αποδείξει την αγνότητας της. Η agni pariksha, είναι η άδικη δοκιμασία που ξεπερνά η Σίτα και την οποία επικαλέστηκε ο ανάπηρος καθηγητής και αγωνιστής Γκογκαρακόντα Νάγκα Σαιμπάμπα, στις πρώτες δηλώσεις του όταν βγήκε από την σκληρή φυλακή της Ναγκμπούρ στην πολιτεία της Μαχαράστρα στις 7 Μαρτίου, συμπληρώνοντας σχεδόν μια δεκαετία εγκλεισμού και ανελέητης δίωξης. Χρειάστηκε να αθωωθεί δύο φορές από το ανώτατο δικαστήριο της πολιτείας για να ξεφύγει από τα ισόβια δεσμά που του επέβαλλε ένα τοπικό δικαστήριο και την εκδικητική μανία του ινδικού καθεστώτος που τον ήθελε ακόμη και μετά την δεύτερη αθώωση στην φυλακή.
10 Δεκ 2021
Παντζάμπ, Ινδία | Επαναστατική ποίηση στα αγροτικά μπλόκα
O σαρανταπεντάχρονος Παλ Σαντού, όταν ξεκίνησαν οι Ινδοί αγρότες για να στήσουν μπλόκα γύρω από την ινδική πρωτεύουσα, τον περσινό Νοέμβρη, δεν ακολούθησε. Στην οικογένεια συμφώνησαν να πάει ο αδερφός του. Αγρότης από το χωριό Ράμανα, από την περιοχή Φαριντακότ του νοτιοδυτικού Παντζάμπ, έπρεπε να μείνει για τις καθημερινές δουλειές. Δεν άντεξε, όμως, για πολύ μακριά από τον αγώνα. Ειδικά όταν αυτός έγινε σκληρός και άρχισαν να έρχονται οι ειδήσεις για τα πρώτα θύματα. Το πρωινό της 19ης Δεκεμβρίου, άρπαξε το ποδήλατό του και ξεκίνησε με κατεύθυνση τον σταθμό διοδίων στο Τικρί, στα σύνορα της Χαριάνα με το Δελχί. Εκεί είχε στηθεί το μεγαλύτερο αγροτικό μπλόκο. Διένυσε τετρακόσια χιλιόμετρα απόσταση, πέφτοντας για ύπνο δίπλα στον δρόμο και τρώγοντας από προσφορές που του έδιναν χωρικοί που συναντούσε. Κανένας δεν του αρνήθηκε βοήθεια, όταν έβλεπε τη σημαία του αγροτικού συνδικάτου BharatKisan και διάβαζε τις χάρτινες, χειρόγραφες, πινακίδες που είχε προσαρμόσει πάνω στο ποδήλατο. Το ποίημα που αντέγραψε προσεκτικά σε αυτές ήταν «διαβατήριο» και κατευόδιο. Sabhton Khatarnaak: Σαμπτό Καταρνάκ: «Το πιο επικίνδυνο». Είναι ο τίτλος του πιο δημοφιλούς ποιήματος του επαναστάτη ποιητή Αβτάρ Σινγκ Σαντού, γνωστού ως Πας, που μέσα από τους στίχους του περιγράφει πως το πιο επικίνδυνο πράγμα, ακόμη και από την κοινωνική αδικία, είναι η σιωπή, ο φόβος και η απάθεια γι αυτήν! Όταν έφτασε στο μπλόκο του Τικρί, δεν έχασε την ευκαιρία να μιλήσει σε όσους τον περιτριγύρισαν με περιέργεια: «Ο Πας ήταν οραματιστής και ύψωσε τη φωνή του ενάντια στην καταπίεση και την αδικία. Σήμερα, αν καθίσουμε σπίτι μας και δεν γίνουμε μέρος αυτού του κινήματος, τότε είμαστε «ζωντανοί νεκροί»… όπως είχε πει και ο ποιητής. «Είμαστε όλοι εδώ, γιατί εμείς οι αγρότες δεν θέλουμε τα όνειρά μας να γίνουν εφιάλτες», συμπλήρωσε. Το «Sabhton Khatarnaak» είναι ένα από τα πιο εμβληματικά έργα της σύγχρονης ποίησης του Παντζάμπ και από πολλά χρόνια έχει γίνει μήνυμα αντίστασης σε πολλές λαϊκές κινητοποιήσεις. Ποιήματα του Πας μπορεί να δει κανείς συχνά σε πλακάτ και πανό σε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας σε όλη την Ινδία.
15 Μαΐ 2021
Ινδία | Κηδείες WhatsApp, σώματα στον Γάγγη!
Η Τσάγκαν Μπάι Κίσαν έπασχε από χρόνια αρθρίτιδα. Κατοικούσε μαζί με την κόρη της Λαξμί, στην περιοχή Ίντιρα Ναγκάρ, στην Πούνε της Μαχαράστρα. Όταν αρρώστησε βαριά αποφάσισαν να την μεταφέρουν στο νοσοκομείο. Αναζητώντας κρεβάτι δεν υπήρχε άλλη λύση, παρά να την διακομίσουν στο προβληματικό «τζάμπο-νοσοκομείο» στο κολέγιο Σιβάτζι Ναγκάρ. Ήταν όμως αργά. Πέθανε πριν φτάσει, οι γιατροί απλά επιβεβαίωσαν τον θάνατο της. Είχε μολυνθεί από τον κοροναϊό. Η ηλικιωμένη είχε προλάβει να πει στην κόρη της την τελευταία επιθυμία. Αν πέθαινε τις ημέρες του Ραμαζανιού, παρότι ινδουίστρια, να την κήδευαν με το μουσουλμανικό τυπικό. Αντί αποτέφρωσης να την θάβανε. Η Λαξμί Μπάι φρόντισε να εκτελέσει την επιθυμία της. Την έθαψαν στο ισλαμικό νεκροταφείο του Jai Jawan στην συνοικία Yerwada. Η είδηση προκάλεσε εντύπωση στην Ινδία. Αρκετοί μίλησαν για τα αισθήματα αλληλεγγύης και αλληλοσεβασμού που διατηρούν οι απλοί άνθρωποι μεταξύ τους, παρά τις θρησκευτικές διαφορές, σε πείσμα του φανατισμού που καλλιεργεί η εθνικιστική κυβέρνηση και οι ινδουιστικοί αντιδραστικοί κύκλοι. Στο πρώτο πανδημικό κύμα αυτοί προσπάθησαν να χρεώσουν την νέα ασθένεια στους μουσουλμάνους!
8 Ιαν 2021
Γκοραχόν, Παντζάμπ | Η μητέρα Ινδία… βγήκε θυμωμένη στους δρόμους
Όλη την προηγούμενη ημέρα έβρεχε! Ξημέρωσε ένα συννεφιασμένο και κρύο πρωινό προς το τέλος του περασμένου Νοεμβρίου όταν η Μπίμπι Γκουρμαΐλ Καούρ τυλίχθηκε σφιχτά στο σάρι της. Ξεκίνησε μαζί με άλλους αγρότες, γυναίκες και άνδρες κάθε ηλικίας, με λεωφορεία και γεωργικά μηχανήματα με προορισμό το Δελχί. “Chalo Dilli” ονόμασαν το κάλεσμα οι αγροτικές ενώσεις του Παντζάμπ. Το Γκοραχόν, ένα χωριό στην περιοχή Σανγκούρ, στα νότια της πολιτείας, ξεσηκώθηκε σχεδόν ολόκληρο. Η εβδομηντάχρονη Γκουρμαΐλ συνήθιζε τα τελευταία χρόνια να βγαίνει από το σπίτι μόνο για γάμους και κηδείες. Ήταν η πρώτη φορά που θα έπαιρνε μέρος σε μια τέτοια κινητοποίηση. Μια πορεία προς την ινδική πρωτεύουσα για να ενωθούν με τους υπόλοιπους αγρότες που πολιορκούν το Δελχί, ζητώντας από την κυβέρνηση να αποσύρει τους νόμους που ψήφισε τον Σεπτέμβριο.
20 Ιουν 2020
Κεράλα, Ινδία | Η μαθήτρια που έχασε για πάντα το «πρώτο κουδούνι» της τηλεκπαίδευσης
8 Μαΐ 2020
Ινδία | Θύματα του κορωνοϊού, δίχως να μολυνθούν από αυτόν!
20 Απρ 2018
Τζαμού - Ινδία: Ποιοι βιάζουν και σκοτώνουν τις κόρες της Ινδίας;
25 Δεκ 2017
G.N. Σαϊμπάμπα: Γράμμα σε ένα Χιτζρά που κατοικεί στο νεκροταφείο.. της υπέρτατης ευτυχίας!
Χιτζρά αποκαλούνται στην Ινδία τα ευνουχισμένα αγόρια που αλλάζουν ζωή απαρνούμενα το αρχικό τους φύλο, αρκετές φορές καταναγκαστικά για να ξεφύγουν από την αθλιότητα και την πείνα. Αυτοπροσδιορίζονται ως τρίτο φύλο, ντύνονται γυναικεία, ζουν σε κοινόβια και επιβιώνουν εκπορνευόμενα. Αν και ζουν στο περιθώριο έχουν καλύτερη τύχη από τους ανθρώπους των δρόμων. Καταφέρνουν τις περισσότερες φορές να έχουν ένα πιάτο φαγητό και στέγη εξαιτίας της αλληλεγγύης που αναπτύσσουν μεταξύ τους. Οι νεότεροι αναλαμβάνουν να φροντίσουν τους ηλικιωμένους σε ένα διαρκή κύκλο αναπαραγωγής των κοινοτήτων.
28 Οκτ 2016
Οντίσα, Ινδία
Αίμα στον κόκκινο....παράδεισο!
Ήταν μια μαύρη Δευτέρα αυτή που ξημέρωσε την 24η Οκτωβρίου για το ναξαλίτικο κίνημα στην Οντίσα, το ινδικό κρατίδιο στα ανατολική ακτή της Ινδίας νοτιότερα του κόλπου της Βεγγάλης. Σε μια πανέμορφη απομακρυσμένη δασώδη και δύσβατη περιοχή, στο Μπεντζίνγκι της επαρχίας Μαλκανγκίρι, κοντά στα σύνορα με το Άντρα Πραντές και τη Τσατίσγκαρ, το βράδυ της Κυριακής, ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας αφού περικύκλωσαν μια ομάδα ανταρτών τους εκτέλεσαν εν ψυχρώ. Με την πρόσθεση και μερικών που σκοτώθηκαν τις επόμενες ήμερες στην διάρκεια της καταδίωξης οι νεκροί έφτασαν τους είκοσι επτά ! Την επιχείρηση οργάνωσαν από κοινού οι αστυνομίες από το Αντρα Πραντές και την Οντίσα ύστερα από πληροφορίες που είχαν για επικείμενη συγκέντρωση στελεχών του μαοϊκού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού στην περιοχή. Το κυνηγητό οργανώθηκε με επικεφαλής ειδικές ομάδες καταδρομέων, τους διαβόητους Greyhounds και την συνδρομή εναέριων μέσων. Η αστυνομία και οι κρατικές αρχές επιμένουν πως προηγήθηκε μάχη αλλά όλα δείχνουν πως οι πιο πολλοί εκτελέστηκαν δίχως να προλάβουν να αντιδράσουν. Ανάμεσα στους νεκρούς επτά γυναίκες και ορισμένα γνωστά καταζητούμενα ηγετικά στελέχη του αντάρτικου. Σύμφωνα πάντα με τις επίσημες ανακοινώσεις οι αστυνομικές δυνάμεις είχαν δύο τραυματίες ένας εκ των οποίων πέθανε στο νοσοκομείο.
8 Ιουλ 2016
Ροχίθ Βιμούλα.
Το απελπισμένο ταξίδι από τις σκιές στα άστρα.
13 Δεκ 2014
Ινδία-Μποπάλ
Λίμνες από δάκρυα
26 Ιαν 2013
Ασάμ, Ινδία
Θυμός στους κήπους του τσαγιού
1 Σεπ 2012
Μανισάρ, Ινδία
Η βρισιά που ξεχείλισε την εργατική οργή
4 Δεκ 2010
Λόφοι Νιγιαμγκίρι-Ορίσα
Ποιός έσωσε το ιερό βουνό;
24 Μαΐ 2008
Chhattisgarh-Ινδία. Η περιπέτεια του «ξυπόλυτου» γιατρού
1 Σεπ 2007
Βρινταβάν-Βόρεια Ινδία. Η πόλη των χηρών

23 Ιουν 2007
Σινγκούρ-Δυτική Βεγγάλη. Η μάνα-Ινδία επιμένει να αντιστέκεται!
Ήταν το πρωινό της 25ης του Μάη, όταν οι συγγενείς του ανακάλυψαν τον Πρασάντα Ντας κρεμασμένο, να αιωρείται από την οροφή του μικρού στάβλου δίπλα στο σπίτι του, στο μικρό χωριό Khaser Bheri, στο Σινγκούρ της επαρχίας Hooghly, της Δυτικής Βεγγάλης. Ο Πρασάντα, σε ηλικία σαράντα-τριών ετών, πατέρας δύο ανήλικων κοριτσιών, βρέθηκε σε απελπιστική κατάσταση, όταν η κυβέρνηση της Καλκούτα, δήμευσε αναγκαστικά την γη που καλλιεργούσε μαζί με τα δύο αδέλφια του και τον πατέρα τους και οι συχωριανοί του δήλωσαν πως είχε πέσει σε κατάθλιψη από τότε.
Ο Πρασάντα, που ήταν γνωστός και πέρα από τα όρια του χωριού του, δεν ήταν έτσι πριν λίγο καιρό. Υπήρξε ένας από τους δραστήριους αγρότες στον αγώνα για την υπεράσπιση της γης, ενεργό μέλος της Επιτροπής Υπεράσπισης των Καλλιεργήσιμων Εδαφών του Σινγκούρ, είχε τραυματιστεί σε συγκρούσεις με την αστυνομία τον Σεπτέμβρη του 2006 και ήταν από αυτούς που, παρ’ όλη την φτώχεια του, αρνήθηκε να εισπράξει περήφανα τις αποζημιώσεις-κοροϊδία. Ο Πρασαντα ήταν ο δεύτερος αγρότης που αυτοκτόνησε στο Σινγκούρ τους τελευταίους μήνες. Είχε προηγηθεί ο Beraberi Purbapara από το χωριό Haradhan, που κατάπιε ποσότητα φυτοφάρμακου. Μια μεγάλη οργισμένη διαδήλωση ακολούθησε το νεκρό σώμα του Πρασάντα, το οποίο πέρασε, πριν αποτεφρωθεί, κατά μήκος του τείχους που έκτισε η αυτοκινητοβιομηχανία Tata, γύρω από την δημευμένη γη των πέντε χωριών του Σινγκούρ.
Τα δύο ποτάμια, ο Hooghly και ο Damodar, που διασχίζουν την περιοχή κάνουν το έδαφος ιδιαίτερα εύφορο, με αποτέλεσμα οι αγρότες στο Σινγκούρ, να ζούνε φτωχικά μεν, αλλά καλά συγκριτικά με άλλες περιοχές της Ινδίας. Μια μεγάλη ποικιλία οπωροκηπευτικών μαζί με ρύζι και γιούτα παράγονται σε ικανοποιητικές ποσότητες από μικρούς γεωργικούς κλήρους. Στις περιόδους των συγκομιδών, που γίνονται σχεδόν όλους τους μήνες του χρόνου έρχονται χιλιάδες εργάτες γης από άλλες περιοχές της επαρχίας ενώ στα χωριά ζούνε αποκλειστικά μικροαγρότες, ακτήμονες -ενοικιαστές γης και οικογένειες που οι άντρες έχουν φύγει για τις χώρες του Περσικού σαν μετανάστες. Οι μεγαλοαγρότες ζούνε κυρίως στην Καλκούτα.
Από αυτό το έδαφος, η κυβέρνηση του λεγόμενου ΚΚΙνδίας (Μαρξιστικού), που βρίσκεται στην εξουσία στην Καλκούτα εδώ και τριάντα χρόνια, με έναν νόμο του 1894, δήμευσε με ελάχιστες αποζημιώσεις πάνω από τέσσερις χιλιάδες στρέμματα, με σκοπό την εγκατάσταση μια μονάδας παραγωγής μικρών αυτοκινήτων του ινδικού κολοσσού Tata. Η περιοχή είχε την ατυχία να βρίσκεται δίπλα στην καινούρια οδό ταχείας κυκλοφορίας και κοντά στην Καλκούτα και το έδαφος να μην είναι ελώδες για να χρειάζεται η Tata να ξοδέψει χρήματα για επιχωματώσεις. Στην μαζική αντίσταση των μικροαγροτών, που ξεκίνησε από την άνοιξη του 2006, απάντησε με βία, συλλήψεις, δικαστικές διώξεις και εξαπόλυση παρά-αστυνομικών δυνάμεων που έσπειραν την τρομοκρατία στα χωριά. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη ένας στους τρεις μικρό-ιδιοκτήτες αρνείται να δεχθεί τις αποζημιώσεις και οι κινητοποιήσεις με αποκλεισμούς δρόμων, απεργίες και διαδηλώσεις συνεχίζονται, οξύνοντας ακόμα και την εσωτερική κρίση στην λεγόμενη αριστερή κυβέρνηση.
Τα γεγονότα στο Σινγκούρ, που έγιναν γνωστά σε όλη την χώρα, (μέχρι και η Αρουντάντι Ρόι και ο Αμάρτια Σεν ενεπλάκησαν σε δημόσια αντιπαράθεση με διαμετρικά αντίθετες απόψεις) και ξεσήκωσαν μεγάλο κύμα αλληλεγγύης, δεν είναι τα μοναδικά στην Δυτική Βεγγάλη που αφορούν το ξερίζωμα αγροτών από την γη τους. Η κυβέρνηση της Καλκούτα, που κρατά από την μια την σημαία με το σφυροδρέπανο και από την άλλη υπογράφει σωρηδόν συμφωνίες με ινδικές και ξένες πολυεθνικές για την υλοποίηση επενδύσεων σε περιοχές που έχουν ονομαστεί Ειδικές Οικονομικές Ζώνες, κατά τα πρότυπα της Κίνας και τις οδηγίες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, επιμένει πως όλα αυτά γίνονται για την ανάπτυξη και την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Στην πραγματικότητα όμως αυτές οι Ζώνες, που με νόμο της ομοσπονδιακής κυβέρνησης συνασπισμού πρόκειται να δημιουργηθούν σε πολλές περιοχές της χώρας, αποτελούν, όπως καταγγέλλεται από τις λαϊκές και εργατικές οργανώσεις, σύγχρονα επιχειρηματικά Γκουαντάναμο, στα οποία κυριαρχεί η φτηνή εργατική δουλειά και η υψηλή κερδοφορία για τους καπιταλιστές αφού πρώτα καταστραφούν οι αγροτικές κοινότητες και η τοπική οικονομία.
* Η αντίσταση στο Σινγκούρ και οι δολοφονίες στο Ναντιγκράμ τον Μάρτη αναβίωσαν τις μνήμες από την σφαγή στο Ναξαλμπαρί. Φέτος συμπληρώνονται σαράντα χρόνια από την αγροτική εξέγερση με επίκεντρο αυτό το χωριό της Δυτικής Βεγγάλης, που αποτέλεσε την κοιτίδα του Ναξαλίτικου επαναστατικού κινήματος που συνεχίζει να αποτελεί το νούμερο 1 εσωτερικό κίνδυνο για το Νέο Δελχί. Για περισσότερες πληροφορίες στο http://www.singur-singur.blogspot.com/
9 Σεπ 2006
Mandanpura –Μουμπάι. Κόλαση στα Κεντηματάδικα zari.
23 Απρ 2005
Αλάνγκ-Γκουτζαράτ. Νεκροταφείο για πλοία …και ανθρώπους

Το Αλάνγκ βρίσκεται στην είσοδο του κόλπου Χαμπάντ, στο Γκουτζαράτ, στη βορειοδυτική Ινδία, δίπλα στα πακιστανικά σύνορα και βρέχεται από την Αραβική Θάλασσα. Από άσημο ψαροχώρι έχει γίνει γνωστό παγκόσμια τα τελευταία είκοσι χρόνια, μιας και έχει μετατραπεί στο μεγαλύτερο «νεκροταφείο» πλοίων σε όλο τον πλανήτη. Κάθε χρόνο περίπου 400 μεγάλα εμπορικά σκάφη, τα περισσότερα τεράστια φορτηγά και τάνκερς διαλύονται στα έξι χιλιόμετρα της παραλίας για να πουληθεί ο χάλυβας και τα υπόλοιπα ανακυκλώσιμα υλικά. Μόνο το 2003, το Αλάνγκ έβγαλε τρία εκατομμύρια τόνους χάλυβα καλύπτοντας, πλέον το 15% των ετήσιων αναγκών της Ινδίας. Δεν διαλέχτηκε τυχαία η περιοχή. Η θαλάσσια παλίρροια, δυο φορές τον μήνα όταν γεμίζει το φεγγάρι ή όταν ξεκινά το καινούριο, βοηθά τα γέρικα σκαριά των χιλιάδων τόνων να πλησιάσουν την ακτή και να αράξουν στα αβαθή.
Τότε πιάνουν δουλειά οι άνθρωποι. Με γυμνά χέρια και σώματα, χωρίς καμία προστασία, με απλά σφυριά ή αυτοσχέδιες κατασκευές κοπής των μετάλλων, χιλιάδες εργάτες σπάζουν τα πλοία σε πρωτόγονες και απίστευτα επικίνδυνες συνθήκες. Πριν ξεκινήσουν -στη θέση της σαμπάνιας που σπάζουν οι πλοιοκτήτες στην καθέλκυση- θρυμματίζουν μια καρύδα στα πλευρά του πλοίου και κάνουν μια προσευχή στον θεό των ελεφάντων, για να τους προστατέψει από τα ατυχήματα. Θα πάρουν μάλιστα και την καμπάνα από την γέφυρα και θα την αφιερώσουν σε κάποιο γειτονικό τζαμί ή ινδουιστικό ναό. Για περίπου ενάμισι δολάριο την μέρα, 40.000 εργάτες δουλεύουν στο διαλυτήριο του Αλάνγκ, οι περισσότεροι εσωτερικοί μετανάστες από την ανατολική Ινδία. Κατά μέσο όρο ένας εργάτης την μέρα σκοτώνεται και άγνωστος αριθμός τραυματίζεται. Τα κατάγματα, τα καψίματα και οι λιποθυμίες από τις αναθυμιάσεις είναι η καθημερινή ρουτίνα. Ούτε λόγος για ιατρική περίθαλψη, εκτός από ένα μικρό ιατρικό κέντρο, που έστησε τελευταία ο Ερυθρός Σταυρός. Μερικοί γιατροί που ασχολήθηκαν με τις συνθήκες, υπολογίζουν πως ένας στους τέσσερις εργάτες θα προσβληθούν από καρκίνο από την μόλυνση που προκαλούν τα τοξικά υλικά, όπως ο αμίαντος, τα αέρια, το κλοφέν, ο μόλυβδος κλπ. Υπολόγισαν μάλιστα πώς στις δέκα με δώδεκα ώρες δουλειά, τα πνευμόνια των εργατών, δέχονται μόλυνση ίδια με το κάπνισμα 15 πακέτων τσιγάρων ημερησίως!!
Αλλά και στις παράγκες που μένουν οι συνθήκες δεν είναι καλύτερες. Χωρίς αποχετευτικό δίκτυο και λιγοστό πόσιμο νερό, η ελονοσία, οι διάρροιες και οι ηπατικές ασθένειες θερίζουν. Πρόσφατα μάλιστα παρατηρήθηκε κατακόρυφη αύξηση και των κρουσμάτων AIDS, φαινόμενο που οι «Ινδικοί Τάιμς» το απέδιδαν στην έλλειψη γυναικών στους καταυλισμούς!! Οι εργάτες κοιμούνται σε αυτοσχέδιες καλύβες, μέσα στα λασπόνερα, και πάνω σε ένα έδαφος μαύρο από τα κατάλοιπα των πλοίων και το πετρέλαιο. Τόσο η ακτή όσο και η θάλασσα, έχουν από καιρό μολυνθεί και οι περιβαλλοντολογικές οργανώσεις εκτιμούν πως θα χρειαστούν πάνω από 20 χρόνια για να επανέλθει -αν μπορεί να γίνει ποτέ αυτό- η κατάσταση στην αρχή, με την προϋπόθεση φυσικά πως σταματά η δραστηριότητα του διαλυτηρίου.
Το διαλυτήριο όμως έχει κάθε χρόνο και πιο πολύ δουλειά. Οι μεγάλες πλοιοκτητικές εταιρίες από όλες τις θάλασσες και χώρες έχουν μεγάλο συμφέρον να στείλουν εκεί τα πλοία για να πεθάνουν, εξαιτίας του πολύ χαμηλού εργατικού κόστους και της ανεξέλεγκτης κατάστασης για τις επιπτώσεις στο περιβάλλον. Μέχρι και το Αμερικάνικο πολεμικό ναυτικό, ξεπερνώντας δισταγμούς για διαρροή μυστικών, σκέφτεται να αρχίσει να στέλνει τα αποστρατευμένα πλοία στο Αλάνγκ.
Το Αλάνγκ δεν είναι το μοναδικό «νεκροταφείο πλοίων» στη νότια Ασία. Και το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές μπήκαν τελευταία στον ανταγωνισμό. Το 90% των γέρικων πλοίων από όλο τον κόσμο κάνουν το τελευταίο ταξίδι τους με ρότα τις ακτές αυτών των τριών χωρών. Στο θάνατο τους θα πάρουν μαζί τους και μερικούς ανθρώπους για παρέα.