1 Ιουλ 2023

Πακιστάν | Δυο ναυάγια, δύο κόσμοι


1972. Ήταν και τότε Ιούνιος. Ύστερα από μια μεγάλη απεργία η οποία συγκλόνισε την βιομηχανική περιοχή στο Καράτσι και οδήγησε σε καταλήψεις και αποκλεισμούς εργοστασίων η αστυνομία άνοιξε πυρ εναντίων των εργατών που διαδήλωναν. Την επόμενη ημέρα πυροβόλησε ξανά στο ψαχνό στην διάρκεια νεκρώσιμης ακολουθίας. Τουλάχιστον 10 διαδηλωτές έχασαν τη ζωή τους, μεταξύ αυτών μια γυναίκα και ένα παιδί. Ήταν το κύκνειο άσμα μιας μακράς πορείας αφύπνισης της εργατική τάξης του Πακιστάν στα πλαίσια ενός ευρύτερου δημοκρατικού κινήματος. Κάτω από το βάρος της αιματηρής καταστολής και τις εσωτερικές διαιρέσεις που υποδαύλισε επιδέξια το καθεστώς ανάμεσα στους ειδικευμένους εργάτες, κυρίως Μουχατζίρ που ήρθαν από την Ινδία και τους ανειδίκευτους μετανάστες από την επαρχία, οι ηγεσίες των συνδικάτων έσπευσαν να υπογράψουν το τέλος του αγώνα. Παρά τις σοσιαλιστικές διακηρύξεις ο τότε πρόεδρος Ζουλφικάρ Μπούτο αντιλήφθηκε τον κίνδυνο που σήμαινε η εργατική εξέγερση για το αστικό- φεουδαρχικό καθεστώς το οποίο είχε βρεθεί σε δύσκολη θέση μετά και την απόσχιση του ανατολικού Πακιστάν. Ύστερα από αυτά τα γεγονότα το απεργιακό κίνημα άρχισε να υποχωρεί ενώ η καταστολή μεγάλωσε αφότου ανέλαβαν την διακυβέρνηση με πραξικόπημα οι στρατιωτικοί. Από τις 779 απεργίες που ξέσπασαν το 1972, το 1978, όταν κυβερνούσε ο στρατηγός Ζία, είχαν μειωθεί σε 78 σε όλη την χώρα για να μηδενιστούν σχεδόν στα επόμενα χρόνια της σκληρής δικτατορίας του. Από τότε το Πακιστάν με ευθύνη της νεόκοπης αστικής τάξης, η οποία αναδύθηκε στα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας από εμπόρους και μεταπράτες της περιόδου της βρετανικής κυριαρχίας, μετατράπηκε σε ένα επενδυτικό παράδεισο για τις ξένες πολυεθνικές οι οποίες βρήκαν άφθονα φθηνά εργατικά χέρια. Για να καταλάβει κανείς αυτή τη ιστορική οπισθοδρόμηση στην οργάνωση της εργατικής τάξης φτάνει το εξής στοιχείο. Το 1977, υπήρχαν περισσότερα από 8.000 συνδικάτα και πάνω από ένα εκατομμύριο εργάτες οργανωμένοι σε αυτά, ενώ σήμερα μόνο το 1% των εργαζομένων είναι συνδικαλισμένοι και αυτοί χωρισμένοι σε πολλές αδύναμες ενώσεις!

Στα γεγονότα του 1972 εμβληματικό ήταν το περιστατικό όταν οι απεργοί εργάτες της εταιρίας Dawood Mills πυροβολήθηκαν στην Λάντι, μια βιομηχανική συνοικία στο ανατολικό Καράτσι. Αφεντικό της εταιρίας ήταν ο Αχμέντ Νταβούντ ο ιδρυτής μιας αυτοκρατορίας επιχειρήσεων κλωστοϋφαντουργίας, χαρτιού, καταναλωτικών αγαθών, πετρελαίου, γιούτας, χημικών, μοτοσικλετών, οικιακών συσκευών, ηλεκτρονικών και λιπασμάτων στο Ανατολικό και Δυτικό Πακιστάν. Ο Νταβούντ θεωρείται ένας από τους πατριάρχες της πακιστανικής βιομηχανίας, στενός φίλος του επικεφαλής του στρατιωτικού καθεστώτος προέδρου Αγιούμπ Χαν και εξέχων μέλος της ανερχόμενης πακιστανικής καπιταλιστικής ελίτ. Αυτή τότε αποτελούνταν από 22 οικογένειες που κατείχαν το 66% των συνολικών βιομηχανικών περιουσιακών στοιχείων της χώρας και το 80% του τραπεζικού τομέα. Παρά τα προβλήματα που αντιμετώπισε ο Νταβούντ ύστερα από την απόσχιση του Ανατολικού Πακιστάν και τις εθνικοποιήσεις της περιόδου Μπούτο, δεν επηρεάστηκε η ισχυρή πολιτική και οικονομική θέση του. Σε μια έρευνα για την επίδραση των εθνικοποιήσεων στις 26 κορυφαίες επιχειρηματικές οικογένειες διαπιστώθηκε πως οι Νταβούντ τριπλασίασαν τα περιουσιακά στοιχεία τους εκείνη τη περίοδο! Ο Αχμέντ Νταβούντ μέχρι το 2002 που πέθανε τα είχε καλά με όλες τις στρατιωτικές και πολιτικές κυβερνήσεις. Έφυγε από την χώρα μόνο για δυο χρόνια, την τελευταία περίοδο του Μπούτο και επέστρεψε όταν ο στρατηγός Ζία Ουλ Χακ τον ανέτρεψε επιβάλλοντας μια σκληρή πολύχρονη δικτατορία με τις ευλογίες των ΗΠΑ. Από τότε ο Νταβούντ αυγάτισε την περιουσία του και αργότερα την μοίρασε σε αδέλφια και παιδιά επιφυλάσσοντας για τον εαυτό του τον ρόλο του «φιλάνθρωπου» με χορηγίες σε πανεπιστήμια και κοινωνικά ιδρύματα. Διάδοχος ανέλαβε ο γιος του Χουσέν ο οποίος επέκτεινε τις δραστηριότητες αναλαμβάνοντας εκτός των άλλων την ηγεσία της Engro Corporation, ενός από τα ισχυρότερα πολυκλαδικά μονοπώλια. Τμήμα των κερδών τα οποία παρήγαγαν χιλιάδες εργάτες δουλεύοντας ολημερίς για ένα ξεροκόμματο στις δεκαετίες της καπιταλιστικής ανάπτυξης των Νταβούντ, διαχειρίζονταν ο Σαχζάντα Νταβούντ. Σπουδαγμένος σε βρετανικά και αμερικάνικα πανεπιστήμια, με αγγλική δεύτερη υπηκοότητα, ο 48χρονος Σαχζάντα, σύμφωνα με τις νεκρολογία των Τάιμς της Νέας Υόρκης του άρεσε να ταξιδεύει σε εξωτικούς προορισμούς και να φωτογραφίζει την άγρια ζωή. Μπορούσε να πηγαίνει παντού στον κόσμο δίχως κανένα εμπόδιο, ήταν καλοδεχούμενος σε όλα τα διεθνή επιχειρηματικά συνέδρια και το 2012 ανακηρύχθηκε διεθνής ηγέτης από το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ. Αυτός και ο γιος του βρέθηκαν μέσα στο βαθυσκάφος Τιτάν το οποίο διαλύθηκε στον βυθό του Ατλαντικού, επιχειρώντας να επισκεφτούν το ναυάγιο του Τιτανικού. Για τους Νταβούντ και τους άλλους συνεπιβάτες οργανώθηκε μια τεράστια αλλά άκαρπη επιχείρησης διάσωσης.

Ο 27χρονος Κασίφ Μπάτ έφυγε από την Σιαλκότ, τον Μάιο με προορισμό την Ιταλία. Πλήρωσε σε ένα πράκτορα από τα κυκλώματα διακινητών 2,3 εκατομμύρια ρουπίες. Ο πατέρας του Μουχαμάντ είχε πληροφορηθεί πως θα ξεκινούσε να κάνει το τελευταίο τμήμα του ταξιδιού διασχίζοντας την Μεσόγειο. Από την ημέρα εκείνη το τηλέφωνο του είναι νεκρό και δεν υπάρχει κανένα νέο του. Ο Κασίφ ήταν κατά πάσα πιθανότητα ανάμεσα στους εκατοντάδες μετανάστες που παρέσυρε στον υγρό τάφο ανοικτά της Πύλου το αιγυπτιακό αλιευτικό που ξεκίνησε το μοιραίο ταξίδι του από την ανατολική Λιβύη με ρότα τις ακτές της Ιταλίας. Ήταν ένα μαζικό έγκλημα για το οποίο υπάρχουν φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί. Υπεύθυνοι όσοι το παρακολουθούσαν και το άφησαν να πλέει υπερπλήρες και ακυβέρνητο χωρίς να σπεύσουν να το εκκενώσουν. Και ηθικοί, οι κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεταξύ αυτών και η ελληνική οι οποίες στο όνομα της αποτροπής έχουν μετατρέψει τα θαλάσσια και χερσαία σύνορα της σε νεκροταφεία. Για τα μάτια του κόσμου οργανώθηκε μια επιχείρηση διάσωσης όταν είχε ολοκληρωθεί η τραγωδία. Οι περισσότεροι Πακιστανοί που πνίγηκαν στο ναυάγιο προέρχονταν από τις αγροτικές περιοχές του κεντρικού Παντζάμπ και του Αζάντ Κασμίρ. Από το Παντζάμπ, η πλειοψηφία είχε καταγωγή από χωριά γύρω από την Σιαλκότ. Εκεί η ακραία φτώχεια, η ανεργία και τα κοινωνικά αδιέξοδα για τους νέους έχουν μεγαλώσει θεαματικά τα τελευταία χρόνια. Φτώχεια, υποσιτισμός, σκληρή εκμετάλλευση και έλλειψη κοινωνικών υποδομών και δικτύων υποστήριξης αποτελούν ενδημικά φαινόμενα για δεκαετίες τώρα, ιδιαίτερα από τότε που οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές αντικατέστησαν τις κρατικές παρεμβάσεις. Η μεγάλη αύξηση στις τιμές των τροφίμων που ακολούθησε την πανδημία και οι καταστροφικές πλημμύρες του περσινού καλοκαιριού δημιούργησαν ανυπόφορες συνθήκες για εκατομμύρια Πακιστανούς. Πρόσφατες εκτιμήσεις ανεβάζουν σε 100 εκατομμύρια εκείνους που βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας. Η ανεργία έφτασε επίσημα στο 11%, τέσσερεις μονάδες περισσότερη πριν την πανδημία, ενώ ο πληθωρισμός έτρεχε φέτος τον Μάιο με 38%. Οι ύαινες του Δ.Ν.Τ. μύρισαν αίμα, αρνήθηκαν να δώσουν την δόση τον Δεκέμβριο απαιτώντας πλήρη συμμόρφωση στην συμφωνία του 2019 και πολιορκούν την πακιστανική οικονομία και την κυβέρνηση που αποζητά εναγώνια ένα πακέτο 6 δις δολαρίων. Η πολιτική κρίση που ξέσπασε πρόσφατα ανάμεσα στα μεγάλα αστικά κόμματα και έφτασε στην σύλληψη του ανατραπέντος πρωθυπουργού Ίμραν Χαν, με αλληλοκατηγορίες για διαφθορά, έχει άμεση σχέση με την και με την βαθιά οικονομική κρίση.

Ο 48χρονος Σαχζάντα και ο 27χρονος Κασίφ Μπάτ γεννήθηκαν στην ίδια χώρα αλλά σε εντελώς διαφορετικούς κόσμους. Η ευημερία και τα πλούτη του πρώτου και μιας ελάχιστης μειοψηφίας προϋπέθεταν την δυστυχία του δεύτερου και εκατομμύριων συμπατριωτών του. Ο Σαχζάντα ήταν μέλος μιας ελίτ η οποία συγκέντρωσε τα πλούτη της λεηλατώντας την χώρα και τους ανθρώπους της, σε συνεργασία με τους δυτικούς ιμπεριαλιστές ενώ ο δεύτερος μέρος μιας μεγάλης ανθρωποθάλασσας η οποία ζει για δεκαετίες στην σκοτεινή πλευρά του Πακιστάν. Ο πρώτος αναζητούσε συγκλονιστικές εμπειρίες ταξιδεύοντας και εξερευνώντας ενώ ο δεύτερος έψαχνε τρόπο να αποδράσει από την κόλαση, από μια χώρα στην οποία οι ανισότητες, η διαφθορά, η φτώχεια και η πείνα αποτελούν καθημερινή πραγματικότητα. Για τον πρώτο συνεχίζουν να γράφονται λεπτομέρειες από την ενδιαφέρουσα περιπετειώδη ζωή του και να γίνονται διαδικτυακά μνημόσυνα ενώ για τον δεύτερο εκτός από μια φευγαλέα αναφορά στα ρεπορτάζ των πακιστανικών ΜΜΕ, ακολούθησε η λήθη. Τα κύματα της απεγνωσμένης μετανάστευσης από το Πακιστάν προς την Δύση προκαλούνται σε σημαντικό βαθμό από την αυτήν την άνιση σχέση. Από το γεγονός πως οι λίγοι αρπάζουν και συσσωρεύουν τον ανθρώπινο πλούτο εγκαταλείποντας την πλειοψηφία στην αθλιότητα. Μια αθλιότητα που ωθεί χιλιάδες και χιλιάδες ανθρώπους να κάνουν παράτολμα ταξίδια με σαπιοκάραβα και να θαλασσοπνίγονται, με ή χωρίς την συνδρομή των ακτοφυλακών της δήθεν πολιτισμένης Δύσης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ μια σύντομη ιστορία της απεργίας του 1972 στο Καράτσι libcom.org/article/strength-street-karachi-1972-kamran-asdar-ali


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου