Το Ριφρέντι από μια αγροτική περιοχή στην άκρη της Φλωρεντίας στο δεύτερο μισό του 1800 εξελίχθηκε στα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα σε μια προλεταριακή περιοχή, αφότου άρχισαν να εγκαθίστανται εκεί χημικά εργοστάσια, χυτήρια, σφαγεία και βιοτεχνίες. Η κατασκευή του σταθμού στην σιδηροδρομική γραμμή Φλωρεντία - Πιστόια λειτούργησε σαν μαγνήτης. Από το 1883 ξεκίνησαν οι εργάτες να οργανώνονται σε ενώσεις αλληλοβοήθειας, πρώιμες προσπάθειες συλλογικής συνδικαλιστικής οργάνωσης, με την παρακίνηση σοσιαλιστών και αναρχικών. Μέχρι την επικράτηση του Μουσολίνι το Ριφρέντι υπήρξε επίκεντρο κοινωνικών αγώνων γι αυτό και έγινε στόχος των φασιστικών ομάδων. Στις εκλογές του 1919 το Σοσιαλιστικό Κόμμα ξεπέρασε το 60% και μέχρι το 1921 έγιναν πολλές απεργίες. Στα χρόνια του φασισμού υπέστη σκληρή τρομοκρατία και το καλοκαίρι του 1944, στην εξέγερση για την απελευθέρωση της Φλωρεντίας από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής οι κάτοικοι έδωσαν μάχες από δρόμο σε δρόμο πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος.
20 Απρ 2019
22 Μαρ 2019
Μπαμπ ελ-Ουέντ, Αλγέρι | Όλα ξεκινάνε από εδώ….
Η Μπαμπ ελ-Ουέντ ήταν μια από τις πέντε πύλες στο οθωμανικό Αλγέρι. Λέγεται πως η κάθε μια από αυτές εκπροσωπούσε μια πτυχή της ιστορίας της πόλης. Η πύλη του ποταμιού, όπως έμεινε γνωστή, με την γύρω περιοχή, μια κοιλάδα με ρέματα και λατομεία, στη δυτική άκρη του κόλπου, στα χρόνια της αποικιοκρατίας μετατράπηκε σε μια πολύβουη εμπορική γειτονιά. Σε αυτήν κατοικούσαν εργάτες και ψαράδες, με καταγωγή κυρίως από την Ευρώπη, χριστιανοί οι περισσότεροι και αρκετοί Εβραίοι. Από το 1830, όταν ξεκίνησε η γαλλική κατοχή, η Μπαμπ ελ-Ουέντ έγινε μια πολυεθνική γειτονιά, υπόδειγμα για πολλούς επιτυχημένης συμβίωσης και γέννησης μιας νέας πολιτιστικής ταυτότητας. Ναπολιτάνοι ψαράδες, κτίστες από την Λομβαρδία, αμαξάδες από τις Βαλεαρίδες, τυροκόμοι από την Μάλτα, εργάτες γης από την Ανδαλουσία και την Καταλονία, πρώην στρατιώτες του αποικιακού στρατού και φτωχοί μετανάστες από την Γαλλία ξεκίνησαν μια νέα ζωή εδώ.
8 Μαρ 2019
Αστανά, Σαργιάρκα | Λευκοί Τάφοι
Στην καζακική γλώσσα Ακμόλα θα πει Λευκός Τάφος. Το μικρό χωριό Ακμολίνσκι που το 1830 κτίστηκε ως οχυρό των Κοζάκων και αργότερα ονομάστηκε σε Τσελίνογκραντ θα ήταν μια άσημη μετασοβιετική πόλη αν δεν επιλέγονταν εκεί να γίνει η νέα πρωτεύουσα του “ανεξάρτητου” Καζακστάν. Η Ακμόλα ονομάστηκε Αστανά και από τα μέσα της δεκαετίας του Ενενήντα άρχισαν να υψώνονται στην άγονη στέπα αστραφτεροί ουρανοξύστες, εντυπωσιακά κρατικά κτίρια και συνοικίες από ακριβές μονοκατοικίες. Οι παλιοί σοβιετικοί διευθυντές και αξιωματούχοι σε συνεργασία με ανερχόμενους επιχειρηματίες, αφού λήστεψαν τον δημόσιο πλούτο επιδόθηκαν σε ένα επικερδές αλισβερίσι με τις δυτικές πολυεθνικές του πετρελαίου συγκεντρώνοντας αμύθητο πλούτο στους αγαπημένους ελβετικούς τραπεζικούς λογαριασμούς τους. Για να δείξουν πως δεν έχουν καμιά σχέση με το παρελθόν και την Μόσχα αλλά και για να έχουν καλύτερο έλεγχο στην αχανή χώρα μετέφεραν το διοικητικό κέντρο από την παλιά έδρα του, το Αλμάτι. Όσοι έχουν ταξιδέψει στην Αστανά έχουν να λένε για τον πλούτο που συμβολίζουν οι καινούριες κατασκευές, οι περισσότερες συγκεντρωμένες στις νέες συνοικίες, νότια του ποταμού Ισίμ, ο οποίος χωρίζει την πόλη.
22 Φεβ 2019
Τρέπτσα-Κόσοβο | Η πιο ακριβή λωρίδα γης στα Βαλκάνια!
9 Φεβ 2019
Κιμ Μποκ-ντονγκ: Μια κίτρινη πεταλούδα στον ουρανό της Σεούλ
Η Κιμ Μποκ-ντονγκ πέθανε στις 28 Ιανουαρίου στο νοσοκομείο Σέβερενς του πανεπιστημίου Γιόνσει στη Σεούλ, σε ηλικία ενενήντα δύο χρόνων, ύστερα από μάχη με τον καρκίνο που βάστηξε ένα χρόνο. Την Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου, περισσότεροι από χίλιοι Νοτιοκορεάτες κάθε ηλικίας ακολούθησαν τη νεκρική πομπή, η οποία ξεκίνησε από την κεντρική πλατεία εμπρός στο Δημαρχείο και περνώντας μπροστά από την ιαπωνική πρεσβεία, κατέληξε στο νεκροταφείο του νοσοκομείου. Εκεί, περισσότεροι συμπατριώτες την αποχαιρέτησαν για πάντα. Νωρίτερα στη σορό της απέτισε φόρο τιμής και ο πρόεδρος της χώρας Μουν Τζε-ιν. Η Κιμ Μποκ-ντονγκ υπήρξε μία από τις κορυφαίες συμβολικές μορφές της σκληρής και ανείπωτης για χρόνια ιστορίας του κορεάτικου λαού στην περίοδο της γιαπωνέζικης κατοχής. Ήταν από τις πρώτες γυναίκες οι οποίες στις αρχές της δεκαετίας του Ενενήντα, αφότου τελείωσε η στρατιωτική δικτατορία, έσπασαν τη δική τους σιωπή αλλά και τη συλλογική συγκάλυψη. Παίρνοντας θάρρος η μια από την άλλη, μίλησαν για την εξαναγκαστική σεξουαλική εκμετάλλευσή τους από τον γιαπωνέζικο στρατό κατοχής. Περιέγραψαν πως έγιναν σκλάβες για την σεξουαλική ικανοποίηση των στρατιωτών τόσο στην χώρα όσο και στις κατεχόμενες Κίνα, Μαλαισία, Ινδονησία και αλλού, ακολουθώντας την αιματηρή διαδρομή του αυτοκρατορικού στρατού. Ιστορικοί ανεβάζουν σε διακόσιες χιλιάδες τα κορίτσια και τις γυναίκες από την Κορέα και άλλες ασιατικές χώρες οι οποίες αναγκάστηκαν να υποστούν τον εφιάλτη της σεξουαλικής δουλείας ανάμεσα στο 1932 και το 1945, με ευθύνη των Ιαπώνων μιλιταριστών. Ήταν γνωστές με τον υποτιμητικό όρο “γυναίκες ανακούφισης” αλλά στην Κορέα τις ονομάζουν “hal-mo-nee” δηλαδή γιαγιάδες.
26 Ιαν 2019
Σκάλα Συκαμιάς, Λέσβος | Το πρόσωπο της λαϊκής αλληλεγγύης
Γεννημένη στα 1930, ρίζωσε περνώντας όλη τη ζωή της στη Σκάλα Συκαμιάς στη βόρεια ακτή της Λέσβου. Η μάνα της ήρθε μαζί με άλλους ξεριζωμένους πρόσφυγες από αντίκρυ στα χρόνια της μεγάλης καταστροφής του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Καταγωγή από τα Μοσκονήσια που βρίσκονται στη νότια είσοδο του Αδραμυτινού Κόλπου με το μεγαλύτερο και το μόνο που ήταν κατοικημένο, το Μοσκονήσι που «σφαλά το μπουγάζι τ’ Αϊβαλιού» όπως έγραφε ο Φώτης Κόντογλου. Οι Αϊβαλιώτες τόσο δεν ήθελαν να γίνουν πρόσφυγες που πολλοί βγάλανε τα τιμόνια από τα καράβια για να μην μπορούν ταξιδέψουν. Αρκετοί μείνανε στη Λέσβο με την προσμονή της σύντομης επιστροφής στην πατρίδα, η οποία δεν έγινε ποτέ. Τον πρώτο καιρό, οι πρόσφυγες ζούσαν σε σκληρές συνθήκες. Πολλές οικογένειες ζούσαν σε παραπήγματα ή στις αποθήκες για τις ελιές, τα “αμπάρια”. Τέσσερις οικογένειες μοιράζονταν ένα δωμάτιο, το οποίο το χώριζαν με κρεμασμένες καρπέτες. Σε αυτές τις συνθήκες γεννήθηκε η Μαρίτσα Μαυραπίδη. Μεγάλωσε μέσα στην φτώχεια, δουλεύοντας σκληρά σε ξένους ελαιώνες και οικογενειακές αγροτικές εργασίες. Είχε ξεκινήσει το σχολείο, αλλά το σταμάτησε στη δευτέρα Δημοτικού για να προσέχει το μικρότερο αδερφάκι της. Η μητέρα τους έλειπε την ημέρα στις αγροτικές εργασίες και εκείνη, αν και παιδί, έπρεπε να επωμιστεί καθήκοντα που δεν της αναλογούσαν. «Από τότε είχα μωρά στα χέρια μου» είχε πει σ΄ έναν δημοσιογράφο. Παντρεύτηκε, έκανε δυο παιδιά και πρόλαβε να δει εγγόνια. Μέχρι που βαστούσαν τα πόδια της, πήγαινε στον ελαιώνα πάνω από την Σκαμνιά και τάιζε τις κότες της. Έφυγε στα ογδόντα εννέα της χρόνια στις 16 Ιανουαρίου. Κηδεύτηκε στην Παναγιά τη Γοργόνα που στέκει στην κορυφή του βράχου στην άκρη του μικρού λιμανιού που προστατεύει τις ψαρόβαρκες από τα κύματα του Αιγαίου. Ο παπάς της Συκαμιάς την αποχαιρέτησε με τη γνωστή περικοπή του κατά Ματθαίου Ευαγγελίου. «Φύγετε από κοντά μου, οι καταραμένοι, στο πυρ το εξώτερον, που είναι ετοιμασμένο για το διάβολο και τους αγγέλους του. Διότι πείνασα και δε μου δώσατε να φάω, δίψασα και δε μου δώσατε να πιω, ήμουν ξένος και δε με μαζέψατε, γυμνός και δε με ντύσατε, άρρωστος και δε με επισκεφτήκατε, φυλακισμένος και δεν ήρθατε σε μένα».
1 Δεκ 2018
Μπερέγκοβο, Δυτική Ουκρανία | Οι τσιγγάνοι ...δεν ανεβαίνουν στον ουρανό!
Στο Μπερέγκοβο, δίπλα στην ουγγρική κοινότητα που πλειοψηφεί και στους Ουκρανούς, ζουν περίπου έξι χιλιάδες Ρομά στα περίχωρα της πόλης, σε μια περιτοιχισμένη πολιτεία από άθλιες πρόχειρες κατοικίες, λασπωμένους χωματόδρομους, δίχως ύδρευση, αποχέτευση και την πλειοψηφία των παιδιών χωρίς σχολείο. Ο καταυλισμός υπήρχε από το 1860 αλλά μεγάλωσε τον προηγούμενο αιώνα, στην δεκαετία του Τριάντα, με οικογένειες τσιγγάνων που ήρθαν από την Ουγγαρία. Το πολυεθνικό Μπερέγκοβο, όπως πολλές πόλεις που βρίσκονται πάνω σε συνοριακές γραμμές έχει πολυτάραχο παρελθόν. Τμήμα του Βασιλείου της Ουγγαρίας παλιότερα, πέρασε στην εδαφική επικράτεια της Τσεχοσλοβακίας από το 1919 ως το 1938 αλλά από το τέλος του Παγκόσμιου Πόλεμου μαζί με όλη την περιοχή της Υπερκαρπαθίας, ανήκει στην Ουκρανία. Η εθνικιστική αφύπνιση των Ούγγρων έχει μετατρέψει το σημείο σε εστία έντασης ανάμεσα στην Βουδαπέστη και το Κίεβο. Στη σκιά αυτής της αντιπαράθεσης, η κοινότητα των Ρομά, η μεγαλύτερη αστική συγκέντρωση σε όλη την Ουκρανία, έχει στοχοποιηθεί από φασιστικές συμμορίες που έχουν πολλαπλασιαστεί, ιδιαίτερα ύστερα από την εξέγερση της Μεϊντάν. Αν και το Μπερέγκοβο έγινε καταφύγιο για πολλές κυνηγημένες οικογένειες Ρομά από άλλα μέρη της χώρας, η πίεση και εδώ μεγαλώνει μέρα με τη μέρα. Στη 1 Ιουλίου στο σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης ανακαλύφθηκε το πτώμα μιας μαχαιρωμένης στο λαιμό γυναίκας Ρομά. Περίπου τριάντα χρόνων το θύμα, ήταν μητέρα ενός παιδιού και με ένα καλάθι γυρνούσε στους δρόμους συλλέγοντας παλιοσίδερα. Οι τοπικές αρχές ακολουθώντας την πάγια τακτική των ουκρανικών κυβερνητικών υπηρεσιών απέδωσαν τον φόνο σε άγνωστα αίτια.
16 Νοε 2018
Μπαγκράμ, Αφγανιστάν | Τσέχοι στρατιώτες, αναλώσιμες ανθρώπινες ασπίδες
Ο εικοσιπεντάχρονος Πάτρικ Στιπάνεκ, απόφοιτος ηλεκτρολόγος -μηχανικός, με ειδίκευση την Πληροφορική, από το μικρό χωριό Μοκροούσε, στην δυτική Βοημία της Τσεχίας, κατατάχθηκε στο στρατό το 2015. Ύστερα από την βασική εκπαίδευση και μερικές μεταθέσεις, τον Ιανουάριο του 2017, εντάχθηκε στο 42ο Μηχανοκίνητο Τάγμα του Αγίου Βέντσεσλας, με έδρα το Τάμπορ και από εκεί, τον φετινό Απρίλιο, ταξίδεψε μαζί με τους συναδέλφους του στο Αφγανιστάν. Τα ξημερώματα της Κυριακής 5 Αυγούστου, συμμετέχοντας σε μια περιπολία, εννιά χιλιόμετρα μακριά από την μεγάλη αμερικάνικη βάση, στο Μπαγκράμ, στο ανατολικό Αφγανιστάν, έπεσε σε ενέδρα στους στενούς δρόμους ενός χωριού. Ο βομβιστής αυτοκτονίας, ήταν ένας δεκαοκτάρης, μέλος της αφγανικής αντίστασης στην οποία πρωταγωνιστούν οι Ταλιμπάν. Η έκρηξη ήταν φοβερή. Μαζί με τον δεκανέα Πάτρικ Στιπάνεκ, σκοτώθηκαν άλλοι δύο Τσέχοι στρατιώτες, ο αρχιλοχίας Μάρτιν Μάρσιν και ο δεκανέας Καμίλ Μπένες, και τραυματίστηκαν ένας Αμερικάνος και δύο κυβερνητικοί Αφγανοί. Λίγες ημέρες μετά, τα άψυχα σώματα των τριών στρατιωτών επέστρεψαν στην πατρίδα και έτυχαν τιμητικής υποδοχής. Ο Πάτρικ κηδεύτηκε στις 17 Αυγούστου, στην εκκλησία της Παναγίας του Ροδαρίου, στην πόλη Πλζεν, με την παρουσία εκπροσώπων της κυβέρνησης και πλήθος συνομηλίκων από τα ανέμελα χρόνια του σχολείου. Ένας δάσκαλος του Πάτρικ μίλησε γι' αυτόν σε δημοσιογράφους, έκπληκτος και συντετριμμένος για την τύχη του μικρόσωμου και ήσυχου νεαρού, για τον οποίο δεν φαντάζονταν πως θα μπορούσε να έχει τέτοιο τέλος. Η ηγεσία του στρατού, κατά το συνήθειο, υποσχέθηκε πως θα εκδικηθεί σκληρά τους δολοφόνους.
4 Νοε 2018
Τάραντας -Ιταλία | Αλληλεγγύη στην...Μαργαρίτα της αντίστασης!
Ήταν άνοιξη του 2010, μια ημέρα του Απρίλη, όταν στο κέντρο του Τάραντα, έξω από το Παλάτσο Λαταλιάτα, το δημαρχείο της πόλης, μια μεγάλη ομάδα ανέργων, κορυφώνοντας τις διεκδικήσεις τους για το δικαίωμα στην εργασία, έστησαν μια σκηνή, μετατρέποντάς τη σε κέντρο του αγώνα τους. Με την επωνυμία “Οργανωμένοι Άνεργοι”, η ομάδα υποστηρίχθηκε από τις τοπικές επιτροπές βάσης Slai Cobas, επικεφαλής συντονίστρια των οποίων ήταν η Μαργαρίτα Καλντεράτσι. Από εκείνη την ημέρα και για αρκετές εβδομάδες, το σημείο έγινε τόπος συνάντησης, αυτοοργάνωσης, ενότητας και κινητοποίησης όλων των ανέργων της πόλης. Αυτό δεν άρεσε στον δήμαρχο και άρχισε να στέλνει την δημοτική αστυνομία, η οποία με την βία, προσπάθησε πολλές φορές να διώξει τους διαμαρτυρόμενους και να καταστρέψει την σκηνή.
19 Οκτ 2018
Ριάτσε, Καλαβρία | Ο Μίμο ο Κούρδος και η πόλη του μέλλοντος
Από το 1972, το μικρό χωριό στην Καλαβρία ήταν γνωστό για την ανακάλυψη δύο ορειχάλκινων αρχαιοελληνικών αγαλμάτων, εξαιρετικής τέχνης. Οι πολεμιστές του Ριάτσε έκτοτε κοσμούν το μουσείο στο Ρέτζο Καλάμπρια. Ήταν μεσοκαλόκαιρο, Ιούλιος του 1998, όταν ένα σκάφος έβγαλε στην ακτή, λίγα χιλιόμετρα νοτιοανατολικά από το Ριάτσε, εξήντα έξι άνδρες, σαράντα έξι γυναίκες και εβδομήντα δύο παιδιά. Οι περισσότεροι Κούρδοι από το Ιράκ, κυνηγημένοι οπαδοί του Εργατικού Κόμματος του Οτσαλάν. Μέχρι τότε το χωριό στην Λοκρίδα της Καλαβρίας, με τους πεντακόσιους, πάνω κάτω μόνιμους κατοίκους γερνούσε σταθερά ακολουθώντας την μοίρα του ιταλικού νότου. Οι νέοι έπαιρναν τον δρόμο προς τον Βορρά, για να βρούνε δουλειά σαν εσωτερικοί μετανάστες και στο σχολείο οι μαθητές λιγόστευαν, μέχρι που το 2000 έκλεισε. Το Ριάτσε προοριζόταν να γίνει χωριό - φάντασμα. Τότε ο Ντομένικο Λουκάνο, πρώην δάσκαλος, παλιό στέλεχος της Προλεταριακής Δημοκρατίας, με ενεργό πολιτική δράση από τα νιάτα του, αναζητώντας τρόπους να αλλάξει η κατάσταση, μαζί με μερικούς ακόμη, αναλαμβάνουν να υποδεχθούν τους πρόσφυγες στο Ριάτσε. Όχι μόνο για τους περιθάλψουν από την ταλαιπωρία του ταξιδιού αλλά για να τους εγκαταστήσουν μόνιμα, να τους βρουν δουλειά και να τους εντάξουν στην τοπική οικονομική και κοινωνική ζωή. Ήταν ένα εγχείρημα υποδοχής και ενσωμάτωσης που ξεκίνησε ως πράξη διεθνιστικής αλληλεγγύης και κατέληξε σε ένα σχέδιο με σκοπό να ζωντανέψει το Ριάτσε. Ιδρύεται ο σύλλογος "Città Futura". Εκείνες τις ημέρες ο Ντομένικο που τον φωνάζανε Μίμο, πήρε το παρατσούκλι Κούρδος.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)