1 Απρ 2022

Αζοφστάλ, Μαριούπολη | Ο φευγάτος “πατριώτης” καπιταλιστής, το βομβαρδισμένο εργοστάσιο, και οι εργάτες που έμειναν…


Είτε για καλό, είτε για κακό, το μεταλλουργικό συγκρότημα Αζοφστάλ είναι δεμένο με την ιστορία της Μαριούπολης, τις περιπέτειες της πόλης και των ανθρώπων της, εδώ και ενενήντα χρόνια. Ήταν Απρίλιος του 1930 όταν ξεκίνησαν οι εργασίες σχεδιασμού, η κατασκευή αποθηκών, η εγκατάσταση ηλεκτροδότησης και η τοποθέτηση σιδηροδρομικών γραμμών σε μια μεγάλη έκταση νοτιοανατολικά, στα περίχωρα της πόλης, στις εκβολές του ποταμού Κάλμιους στην Αζοφική θάλασσα. Το 1931 άρχισε η κατασκευή του καναλιού που συνδέει το εργοστάσιο με την θάλασσα. Η πρώτη υψικάμινος άναψε στις 12 Αυγούστου 1933. Ήταν μια εποποιία εντατικής εργασίας και τεχνικών επιτευγμάτων η οποία πραγματοποιήθηκε σε απίστευτα σύντομο χρόνο Σκοπός να αξιοποιηθούν στο μέγιστο δυνατό βαθμό τα σιδηρομεταλλεύματα της χερσονήσου του Κερτς και ο άνθρακας του Ντονμπάς σε μια θέση πλεονεκτική για την μεταφορά των πρώτων υλών αλλά και την εξαγωγή με πλοία των τελικών προϊόντων από χάλυβα Σιδεροδοκοί, σιδηροτροχιές, τμήματα για γέφυρες, λιμενικά έργα, εξέδρες πετρελαίου, αγωγοί, φωσφορούχα λιπάσματα, είναι μερικά από τα προϊόντα που έστελνε το εργοστάσιο σε όλη την Σοβιετική Ένωση για την βιομηχανία και τις υποδομές Από τις πρώτες ημέρες της γερμανικής εισβολής προσανατολίστηκε στην παραγωγή αμυντικού και πολεμικού υλικού. Όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν την Μαριούπολη τον Οκτώβριο του 1941 το εργοστάσιο παραδόθηκε στο γερμανικό τραστ Κρουπ αλλά χάρη στην δράση των εργατών που έκαναν σαμποτάζ δεν λειτούργησε κατά το μεγάλο μέρος του Οι σοβιετικοί τεχνικοί είχαν προλάβει να μεταφέρουν ότι ήταν δυνατόν να μετακινηθεί σε άλλα μεταλλουργικά συγκροτήματα στα Ουράλια. Τον Σεπτέμβριο του 1943 οι κατακτητές φεύγοντας κυνηγημένοι από την στρατιά του νότιου Μετώπου του Κόκκινου Στρατού, ανατίναξαν τις τέσσερις υψικαμίνους, τον σταθμό ηλεκτροπαραγωγής και κατέστρεψαν το σιδηροδρομικό δίκτυο. Στα χρόνια του Μεγάλου Πατριωτικού αντιφασιστικού αγώνα χιλιάδες μεταλλουργοί πολέμησαν ηρωικά. Από τους έξι χιλιάδες εργάτες του Αζοφστάλ που πήγαν στο μέτωπο εκατοντάδες δεν γύρισαν. Το μνημείο με τα ονόματα 458 από αυτούς στέκει μέχρι σήμερα στην ανατολική πλευρά του συγκροτήματος.

18 Μαρ 2022

Κίεβο, Ουκρανία | Όταν σωπαίνουν τα βαλς

Οι καστανιές στο Κίεβο ήρθαν από τον νότο. Υπάρχουν αρκετές εκδοχές για τον τρόπο που έφτασαν. Η πιο γνωστή μιλά για αξιωματικούς του τσαρικού στρατού οι οποίοι μετέφεραν τα πρώτα δένδρα ύστερα από κάποια πολεμική εκστρατεία στα Βαλκάνια στις αρχές του 19ου αιώνα. Σύμφωνα με αυτήν την ιστορία, στην σημερινή λεωφόρο Ταράς Σεφτσένκο στην μνήμη του μεγάλου Ουκρανού ποιητή, η οποία διασχίζει την δυτική πλευρά του Κιέβου που χωρίζει ο Δνείπερος, φυτεύτηκαν οι πρώτες καστανιές. Εκείνη την εποχή ήταν ένας μικρότερος δρόμος με άλλο όνομα. Ο τότε κυβερνήτης περίμενε τον τσάρο και ήθελε να τον εντυπωσιάσει. Δεν άρεσαν όμως στον Νικόλαο Α΄ και διέταξε να τις ξεριζώσουν σε μια νύκτα. Οι κάτοικοι πήραν τα δένδρα και τα φύτεψαν στις αυλές και στις γειτονιές. Από τότε οι καστανιές βρίσκονταν παντού. Στα πάρκα, στις δενδροστοιχίες των δρόμων, στον βοτανικό κήπο, σε τέτοιο σημείο που το Κίεβο ονομάστηκε η πόλη των καστανιών, άνθη της οποίας κοσμούσαν τον θυρεό της πόλης στην σοβιετική εποχή. Ακόμη και σήμερα όταν ανθίζουν την άνοιξη βάφουν με ζωηρά άσπρα και ροζ χρώματα όχι μόνο την παλιά πόλη αλλά και αρκετά πράσινα τμήματα του νέου Κίεβου. Η τελευταία Κυριακή του Μαΐου, όταν οι καστανιές βρίσκονται στην πλήρη ανθοφορία τους το Κίεβο γιορτάζει! 

3 Μαρ 2022

Σαρτανά, Ντονέτσκ | Η Πένθιμη Μητέρα ακίνητη, θρηνεί

Το πάρκο μπροστά στην εκκλησία του Άγιου Γεωργίου στην νοτιοανατολική πλευρά της Σαρτανά προς την μεριά του ποταμού Κάλμιους, ο οποίος την περιτριγυρίζει από ανατολικά, φιλοξενεί μερικά μνημεία που αφηγούνται την ιστορία της και τις θυσίες των ανθρώπων της. Δεσπόζει το άγαλμα της Πένθιμης Μητέρας -Πατρίδας μια μορφή που την συναντάς συχνά σε μνημεία της σοβιετικής εποχής. Σε ένα σύμπλεγμα στο οποίο είναι χαραγμένα τα ονόματα 344 σοβιετικών στρατιωτών που σκοτώθηκαν πολεμώντας στις τάξεις του Κόκκινου στρατού, στον μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο ενάντια στους ναζί εισβολείς. Απέναντι έχει τοποθετηθεί ένας γρανιτένιος σταυρός και μια αναθηματική πλάκα με τα ονόματα των δώδεκα κατοίκων, διαφορετικών ηλικιών, οι οποίοι σκοτώθηκαν στον σχεδόν οκταετή εμφύλιο πόλεμο στους βομβαρδισμούς με στόχο τα σπίτια και τους δρόμους της Σαρτανά. Οι επτά από αυτούς έχασαν την ζωή τους στις 14 Οκτωβρίου του 2014, όταν ένας όλμος έπεσε σε συγκεντρωμένους στην διάρκεια μιας κηδείας. Έξι από τα θύματα ήταν ελληνικής καταγωγής. Ποτέ δεν αποδείχτηκε ποιος ήταν ο υπεύθυνος. Οι πολιτοφυλακές των ρωσόφωνων κατηγόρησαν τις παραστρατιωτικές ουκρανικές ομάδες. Οι ουκρανικές αρχές επέρριψαν την ευθύνη στους αποσχιστές τρομοκράτες, όπως τους ονομάζουν. Σε άλλο σημείο της Σαρτανά στέκει επιβλητικός ένας στρατιώτης του σοβιετικού στρατού, τον καιρό του Εμφυλίου ενάντια στους Λευκούς και τους ξένους εισβολείς, θυμίζοντας πως η περιοχή έγινε θέατρο σκληρών συγκρούσεων στα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια. Σε αντίθεση με άλλες περιοχές ακόμη και στην ανατολική Ουκρανία, στην Σαρτανά οι κάτοικοι σεβάστηκαν και υπεράσπισαν τα σοβιετικά μνημεία, από το κύμα της λεγόμενης από-κομουνιστικοποίησης.

18 Φεβ 2022

Γκρανίτνογε, Ντονέτσκ | Το μετέωρο βήμα και η αγωνία ενός συνοριακού χωριού


Γκρανίτνογε. Το παλιό όνομα του, όταν ιδρύθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, ήταν Στάραγια Καράν. Στην δυτική όχθη του ποταμού Κάλμιους, σε μια περιοχή που μαρτυρά την ανθρώπινη παρουσία από την εποχή του χαλκού, εν μέσω μιας συστάδας οικισμών, οι κάτοικοι των οποίων στην πλειοψηφία τους είναι Ελληνικής καταγωγής, αγρότες και κτηνοτρόφοι, προερχόμενοι κυρίως από την Κριμαία. Στις αρχές του 20ου αιώνα, μερικά χρόνια πριν την Οκτωβριανή Επανάσταση στο χωριό βασίλευε η φτώχεια, η εξαθλίωση και η αμορφωσιά. Οι φτωχοί αγρότες κατείχαν μόνο 170 στρέμματα γης ενώ οι κουλάκοι έλεγχαν σχεδόν όλη την καλλιεργούμενη γη του χωριού. Είχαν στην ιδιοκτησία τους 14 χιλιάδες στρέμματα! Ένα στα δυο παιδιά που γεννιούνταν πέθαινε πριν φτάσει πέντε χρονών, η ελονοσία και η χολέρα θέριζαν, γιατρός δεν υπήρχε και το μικρό σχολείο ίσα που μπορούσε να χωρέσει μερικές δεκάδες παιδιά που έρχονταν μόνο όταν δεν υπήρχαν αγροτικές δουλειές. Σχεδόν ο μισός πληθυσμός ήταν αναλφάβητος. Στα 1888, από τις 1079 γυναίκες του χωριού, μόνο οι 49 γνώριζαν ανάγνωση και γραφή, ενώ το 1885 από τα 105 αγόρια και τα 37 κορίτσια που πήγαν στον σχολειό μόνο 5 κατάφεραν να το τελειώσουν! Αν και δεν ήταν λίγες οι φορές που οι μουζίκοι ξεσηκώθηκαν παρακινημένοι από την πείνα και τα επαναστατικά κηρύγματα των εργατών του Ντονμπάς έπρεπε να έρθει η σοβιετική εξουσία για να αρχίσει να γίνεται ανθρώπινη η ζωή. Οι μπολσεβίκοι έδωσαν αμέτρητες μάχες μέχρι να νικήσουν. Πρώτα ενάντια στα αυστρο-γερμανικά στρατεύματα, τους αντιδραστικούς Κοζάκους και τους λευκούς του Ντενίκιν. Και μετά ενάντια στα στρατεύματα του Βράνγκελ. Από το 1921 άρχισε η περίοδος ειρήνης και οικοδόμησης, η καθολική εκπαίδευση, το πρόγραμμα αλφαβητισμού, το συνεταιριστικό κίνημα και στην συνέχεια η κολεκτιβοποίηση, όχι χωρίς προβλήματα,αντιδράσεις και αποτυχίες. Όταν στις 13 Οκτωβρίου 1941 οι Γερμανοί εισβολείς κατέλαβαν την περιοχή, οι περισσότεροι κάτοικοι του χωριού, ιδιαίτερα οι νέοι αντιστάθηκαν πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος. Άλλοι, από την πρώτη ημέρα, πολέμησαν και σκοτώθηκαν στις γραμμές του Κόκκινου Στρατού. Με την οριστική νίκη το χωριό χρειάστηκε να οικοδομηθεί σχεδόν από την αρχή. Εκείνα τα χρόνια άλλαξε και το όνομα του και πήρε το σημερινό: Γκρανίτνογε. Πιθανόν εξαιτίας του γειτονικού λατομείου γρανίτη.

4 Φεβ 2022

Ούντινε, βόρεια Ιταλία | Η εγκατάλειψη του πρακτικάριου Λορέντσο από τον Άγιο Τζιοβάνι Μπόσκο

Ινστιτούτο Τζιακομίνο Μπεάρζι Σαλεζιάνι Ντον Μπόσκο. Το μεγάλο όνομα το οφείλει σε μια φιλεύσπλαχνη πλούσια χήρα και σε ένα καθολικό ιερέα παιδί μιας φτωχής οικογένειας, από το Καστελνουόβο ντ΄Αστι του Πιεμόντε. Με τα χρήματα της Μελάνια Μπεάρζι, στην μνήμη του Τζιακομίνου, του μικρού γιου που έχασε πρόωρα, αγοράστηκε μια έκταση που παλιά στάβλιζαν αλόγα. Και με την συνδρομή των Σαλεζιάνι, ενός καθολικού εκπαιδευτικού τάγματος που ίδρυσε ο Ντον Τζιοβάνι Μπόσκο, το μικρό ορφανοτροφείο το 1932 στο Ούντινε, εξελίχτηκε σε ένα μεγάλο οικοτροφείο και εκπαιδευτήριο. Στην δεκαετία του 1960 έγινε ένα πλήρες εκπαιδευτικό ίδρυμα με δημοτικό και γυμνάσιο και τμήματα τεχνικής εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης, συνεχίζοντας μέχρι σήμερα στα πλαίσια του εθνικού εκπαιδευτικού συστήματος. Γεννημένος το 1815 ο Ντον Τζιοβανι Μπόσκο με επίκεντρο το Τορίνο, σύμφωνα με τις επίσημες βιογραφίες του, δούλεψε ακούραστα για την εκπαίδευση των φτωχών και ορφανών παιδιών. Η «Εταιρεία του Αγίου Φραγκίσκου ντε Σάλες» που ίδρυσε είχε διακηρυγμένο στόχο να δίνει στους νέους όχι μόνο ψωμί και σπίτι αλλά και επαγγελματική και θρησκευτική εκπαίδευση. Την ευκαιρία να εισέλθουν στην κοινωνική ζωή και να βοηθηθούν στην αναζήτηση εργασίας και στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους. Για την δράση του στην Ιταλία και στις ιεραποστολές ανακηρύχτηκε άγιος το 1934 και στις 31 Ιανουαρίου 1958, πάπας ο Πίος ΙΒ΄, μετά από πρόταση του χριστιανοδημοκράτη υπουργού Εργασίας Λουίτζι Γκούι, τον ανακήρυξε «προστάτη των Ιταλών μαθητευόμενων».

21 Ιαν 2022

Κάρλτον, Μελβούρνη | Οι ανεπιθύμητοι συγκάτοικοι... ενός διάσημου πρωταθλητή

Το ξενοδοχείο Παρκ, στην οδό Σουάνστον, στο ιστορικό επιχειρηματικό κέντρο στο Κάρλτον της Μελβούρνης, δίπλα στην πανεπιστημιούπολη διαφημίζεται στο διαδίκτυο σαν μια ιδανική λύση για όσους τουρίστες θέλουν είναι κοντά στη «μικρή Ιταλία» της αυστραλιανής μεγαλούπολης. Με τα φοιτητικά καφέ και μπαρ, τις πιτσαρίες, τα ιταλικά ρεστοράν και τη νεανική ζωντάνια και χαλαρή διάθεση, τίποτε δεν γεννά υποψίες στον μακρινό υποψήφιο πελάτη για τη σημερινή κατάσταση και χρήση του. Η υπόθεση του Σέρβου παγκόσμιου πρωταθλητή τένις Νόβακ Τζόκοβιτς, η οποία μονοπώλησε αφόρητα τα διεθνή ΜΜΕ, έφερε απρόσμενη δημοσιότητα στο ξενοδοχείο και τους ενοίκους του. Αποκάλυψε ένα από τα πολλά ανθρώπινα δράματα, τα οποία διαδραματίζονται σε ορισμένες αθέατες μεριές των αυστραλιανών πόλεων.

7 Ιαν 2022

Χιλή | Η γριά πέθανε! Καιρός για ανανέωση!


Είναι από εκείνες τις συμπτώσεις που τις ονομάζουν διαβολικές. Τρεις ημέρες πριν τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών στην Χιλή, η σιδηρά κυρία της δικτατορίας, σύζυγος του Πινοτσέτ, πέθανε ήσυχα, ατιμώρητη, σχεδόν αιωνόβια, στην έπαυλη της οικογένειας στη Λα Ντεέσα, ένα μεγαλοαστικό προάστιο στα βορειοανατολικά του Σαντιάγο. Προμήνυμα της νίκης της Χιλιανής μεταρρυθμιστικής αριστεράς; Σημάδι της επερχόμενης ήττας ενός απόγονου του Ναζισμού και φιλόδοξου συνεχιστή του Πινοτσετισμού; Το τυχαίο που μεταμορφώνεται σε συμβολικό, επισφραγίζοντας το κλείσιμο ενός μεγάλου ιστορικού σκληρού κύκλου για τον Χιλιανό λαό όπως σχολίασαν αρκετοί; Ότι και να είχαν στο μυαλό τους όσοι έτρεξαν στην πλατεία Ιταλίας μόλις έγινε γνωστός ο θάνατος της Λουσία Ιριάρτ είναι αλήθεια πως περίμεναν από καιρό για να γιορτάσουν. «Se murió la vieja?» Πέθανε η γριά; Από το 2014 είχε φτιαχτεί στο Τουίτερ λογαριασμός με αυτό τον τίτλο και χιλιάδες ακόλουθοι πανηγύρισαν όταν ο διαχειριστής έγραψε ένα μεγαλοπρεπές Si!, στις 16 Δεκεμβρίου. Πυροτεχνήματα, κορναρίσματα, σαμπάνιες, τραγούδια και σημαίες και ένα μεγάλο χαμογελαστό πλήθος συγκεντρώθηκε στην πλατεία και στους γύρω δρόμους για πολλές ώρες.

10 Δεκ 2021

Παντζάμπ, Ινδία | Επαναστατική ποίηση στα αγροτικά μπλόκα


O σαρανταπεντάχρονος Παλ Σαντού, όταν ξεκίνησαν οι Ινδοί αγρότες για να στήσουν μπλόκα γύρω από την ινδική πρωτεύουσα, τον περσινό Νοέμβρη, δεν ακολούθησε. Στην οικογένεια συμφώνησαν να πάει ο αδερφός του. Αγρότης από το χωριό Ράμανα, από την περιοχή Φαριντακότ του νοτιοδυτικού Παντζάμπ, έπρεπε να μείνει για τις καθημερινές δουλειές. Δεν άντεξε, όμως, για πολύ μακριά από τον αγώνα. Ειδικά όταν αυτός έγινε σκληρός και άρχισαν να έρχονται οι ειδήσεις για τα πρώτα θύματα. Το πρωινό της 19ης Δεκεμβρίου, άρπαξε το ποδήλατό του και ξεκίνησε με κατεύθυνση τον σταθμό διοδίων στο Τικρί, στα σύνορα της Χαριάνα με το Δελχί. Εκεί είχε στηθεί το μεγαλύτερο αγροτικό μπλόκο. Διένυσε τετρακόσια χιλιόμετρα απόσταση, πέφτοντας για ύπνο δίπλα στον δρόμο και τρώγοντας από προσφορές που του έδιναν χωρικοί που συναντούσε. Κανένας δεν του αρνήθηκε βοήθεια, όταν έβλεπε τη σημαία του αγροτικού συνδικάτου BharatKisan και διάβαζε τις χάρτινες, χειρόγραφες, πινακίδες που είχε προσαρμόσει πάνω στο ποδήλατο. Το ποίημα που αντέγραψε προσεκτικά σε αυτές ήταν «διαβατήριο» και κατευόδιο. Sabhton Khatarnaak: Σαμπτό Καταρνάκ: «Το πιο επικίνδυνο». Είναι ο τίτλος του πιο δημοφιλούς ποιήματος του επαναστάτη ποιητή Αβτάρ Σινγκ Σαντού, γνωστού ως Πας, που μέσα από τους στίχους του περιγράφει πως το πιο επικίνδυνο πράγμα, ακόμη και από την κοινωνική αδικία, είναι η σιωπή, ο φόβος και η απάθεια γι αυτήν! Όταν έφτασε στο μπλόκο του Τικρί, δεν έχασε την ευκαιρία να μιλήσει σε όσους τον περιτριγύρισαν με περιέργεια: «Ο Πας ήταν οραματιστής και ύψωσε τη φωνή του ενάντια στην καταπίεση και την αδικία. Σήμερα, αν καθίσουμε σπίτι μας και δεν γίνουμε μέρος αυτού του κινήματος, τότε είμαστε «ζωντανοί νεκροί»… όπως είχε πει και ο ποιητής. «Είμαστε όλοι εδώ, γιατί εμείς οι αγρότες δεν θέλουμε τα όνειρά μας να γίνουν εφιάλτες», συμπλήρωσε. Το «Sabhton Khatarnaak» είναι ένα από τα πιο εμβληματικά έργα της σύγχρονης ποίησης του Παντζάμπ και από πολλά χρόνια έχει γίνει μήνυμα αντίστασης σε πολλές λαϊκές κινητοποιήσεις. Ποιήματα του Πας μπορεί να δει κανείς συχνά σε πλακάτ και πανό σε συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας σε όλη την Ινδία.

13 Νοε 2021

Γκιλμπόα, κατεχόμενη Παλαιστίνη | Το πάθος για ελευθερία ισχυρότερο από τους τοίχους της φυλακής!


Πολύχρονο σκοτάδι και ξαφνικά εκτυφλωτικό φως! Και ύστερα πάλι πηχτό σκοτάδι! Ή μήπως δεν είναι ακριβώς έτσι; Ένα κελί για έξι ανθρώπους. Μια τρύπα στο δάπεδο της μικρής τουαλέτας. Μια στενή σήραγγα που ανοίγεται με κουτάλι φαγητού. Καμιά τριανταριά μέτρα μήκος. Για οκτώ μήνες τουλάχιστον μια σιωπηλή εξαντλητική προσπάθεια, στην κυριολεξία κάτω από μύτη και τα πόδια των δεσμοφυλάκων. Δυο τρεις φορές, από τύχη δεν ανακαλύφθηκε η επιχείρηση στη διάρκεια των επίμονων ερευνών στα κελιά. Και στο τέλος, η μεγάλη στιγμή! Ρος Χασανά. Εβραϊκή Πρωτοχρονιά. Η αποφασιστική νύχτα! Ανάμεσα στις 5 με 6 Σεπτεμβρίου. Έξι άνδρες ξεκινάνε να σέρνονται στο μικροσκοπικό τούνελ. Αποφεύγουν σαράντα δεσμοφύλακες της βάρδιας, τρεις υπερυψωμένες σκοπιές, δύο ψηλούς τοίχους, μερικούς φράκτες από κοφτερά συρματοπλέγματα και μια αγέλη εκπαιδευμένα σκυλιά. Ήταν γύρω στις μιάμιση την νύχτα όταν ξεκίνησαν και γύρω στις τέσσερις όταν ο τελευταίος βγήκε από την τρύπα στο έδαφος, στη νοτιοανατολική πλευρά της φυλακής υψίστης ασφαλείας Γκιλμπόα, στο βόρειο Ισραήλ πολύ κοντά στα όρια της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης. Ύστερα από δύο ώρες, όταν μαθεύτηκε η απόδραση, οι έξι άνδρες ήταν αρκετά μακριά. Στο προσκλητήριο των τετρακοσίων κρατουμένων δεν έδωσαν παρών. Και ύστερα ακολούθησε ένα άγριο ανθρωποκυνηγητό από όλες τις δυνάμεις και υπηρεσίες της σιωνιστικής κατοχής. Αστυνομία, στρατός και μυστικές υπηρεσίες κινητοποιήθηκαν, στήθηκαν μπλόκα, σφραγίστηκαν τα σύνορα και αποκλείστηκαν οι διαβάσεις προς τις παλαιστινιακές περιοχές. Στόχος ήταν να μην περάσουν οι δραπέτες σε αυτές και καταφέρουν να κρυφτούν.

15 Οκτ 2021

Χαραμπάτ, Καμπούλ | Ο ήχος της σιωπής ...και η τροφή της ψυχής

Χαραμπάτ στα Νταρί σημαίνει ταβέρνα, ένα τόπος διασκέδασης μερικές φορές κακόφημος. Αλλού αναφέρεται ως ερείπια. Η Χαραμπάτ, μια γειτονιά με στενά σοκάκια στην παλιά πόλη της Καμπούλ, στις ρίζες της ακρόπολης Μπαλά Χισάρ, είναι συνώνυμη με την παραδοσιακή αφγανική μουσική. Αρκετοί την είχαν παρομοιάσει στα χρόνια της ακμής της με ένα μεγάλο υπαίθριο ωδείο. Η ιστορία της ξεκινά την δεκαετία του 1860 όταν ο εμίρης Σερ Αλί Χαν έφερε οικογένειες εκπαιδευμένων μουσικών από την Ινδία. Εγκαταστάθηκαν σε σπίτια που κτίστηκαν γι αυτές στην καρδιά της Καμπούλ, σε ένα δρόμο που πήρε το όνομα Χαραμπάτ. Η επιλογή δεν ήταν τυχαία. Έπρεπε οι μουσικοί να είναι κοντά στην κατοικία των ηγεμόνων, τις ημέρες και τις νύχτες των οποίων διασκέδαζαν. Από τότε στη γειτονιά δεν σταμάτησε η κατασκευή μουσικών οργάνων στα εργαστήρια, τα τραγούδια και οι χοροί στους δρόμους, στους καφενέδες και πίσω από τα καφασωτά παράθυρα των σπιτιών. Στίχοι,μουσικές και τεχνικές περνούσαν από γενιά σε γενιά. Η Χαραμπάτ ήταν το κέντρο της πολιτιστικής ζωής και των γλεντιών της πόλης. Οι γαμήλιες τελετές ήταν συνηθισμένο να γίνονται εκεί. Και όταν ήρθε το ραδιόφωνο στην Καμπούλ, οι φωνές και μουσικές της Χαραμπάτ ταξίδεψαν σε όλη την χώρα, κάνοντας διάσημους πολλούς καλλιτέχνες και έξω από αυτήν. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 και ιδιαίτερα στις δεκαετίες του Εξήντα και του Εβδομήντα, το ράδιο-Καμπούλ, φιλοξένησε μια ολόκληρη γενιά παραδοσιακών και σύγχρονων μουσικών, οι περισσότεροι των οποίων πέρασαν και δούλεψαν στην Χαραμπάτ.